Τα διλήμματα της μεταρρύθμισης. Μιλά στο PafosNet ο πρώην Έπαρχος Πάφου, Ανδρέας Αγγελίδης
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
22 Μαρτίου 2021Η αναζήτηση εδώ και πάνω από δέκα χρόνια τρόπων μεταρρύθμισης του θεσμού της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Τ.Α) έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον σε ευρύ πολιτικό και κοινωνικό φάσμα, με πάρα πολλές συζητήσεις και ποικίλες τοποθετήσεις. Αυτό που υπάρχει σήμερα ως τελικό προσχέδιο του σχήματος που θα αποκτήσει ο θεσμός με την προωθούμενη μεταρρύθμιση είναι η συνένωση υφιστάμενων δήμων μεταξύ τους και ενσωμάτωση στη νέα τοπική διοικητική μονάδα ενδιάμεσων ή γειτονικών κοινοτήτων. Επικεφαλής της νέας μονάδας θα είναι δευτεροβάθμιο όργανο (αυτό που θα αποκαλείται δήμος…..) ενώ οι δήμοι και κοινότητες που ενσωματώνονται θα ονομάζονται «δημοτικά διαμερίσματα» με ελάχιστες (σχεδόν καθόλου εκτελεστικές) εξουσίες που θα παραμείνουν στα χέρια τους, μετά την παράδοση στον ενοποιημένο δήμο των πιο σημαντικών και ουσιαστικών από το σύνολο των εξουσιών που έχουν σήμερα.
Αυτά επισημαίνει μιλώντας σήμερα στο PafosNet ο πρώην Έπαρχος Πάφου και Λεμεσού, Ανδρέας Αγγελίδης. Στο προτεινόμενο σχήμα το συμβούλιο του δημοτικού διαμερίσματος, εξηγεί, θα εκτελεί απλώς τον ρόλο του κοινοτάρχη ο οποίος αναφέρει στην κυβέρνηση τα προβλήματα, τις ανάγκες και τα αιτήματα της κοινότητας του για να εξετασθούν και να επιλυθούν. Ομοίως και το συμβούλιο του διαμερίσματος θα κάμνει ακριβώς το ίδιο, να μεταφέρει δηλαδή στο δημοτικό συμβούλιο του ενοποιημένου δήμου τα προβλήματα, τις ανάγκες και τις εισηγήσεις για θεραπεία τους.
" Πριν από δυο περίπου χρόνια ο προηγούμενος υπουργός εσωτερικών διακήρυξε ότι ο στόχος της μεταρρύθμισης είναι να δημιουργηθούν ενισχυμένες μονάδες Τ.Α. με χαρακτήρα μικρών κυβερνήσεων", αναφέρει. " Η φιλοδοξία του προηγούμενου υπουργού, που καθαρά υπάρχει και στις σκέψεις του νέου υπουργού, να βλέπει την εξέλιξη του θεσμού σε ένα είδος μικρών κυβερνήσεων, δεν θα μπορούσε να έχει το αποτέλεσμα που ο ίδιος προσδοκά αν το κράτος δεν είναι πρώτα από όλα έτοιμο να εκχωρήσει τέτοιες εξουσίες που να είναι αντίστοιχες εκείνων της Ευρώπης, δηλαδή εξουσίες σε θέματα αστυνόμευσης, πυρόσβεσης, υγείας, παιδείας, συγκοινωνιών, στέγασης πληθυσμού, κοινωνικών υπηρεσιών, πολεοδομικού σχεδιασμού και άλλων τινων όπως είναι το περιεχόμενο μιας μικρής κυβέρνησης.
Αν ο υπουργός πιστεύει και γνωρίζει ότι το κράτος είναι έτοιμο να εκχωρήσει τέτοιες σοβαρές εξουσίες, θεωρώντας ότι και οι τοπικές αρχές της Κύπρου είναι σε θέση σήμερα να αναλάβουν και να λειτουργήσουν (με την ως τώρα γνωστή αυτοδιοικητική εμπειρία και παράδοση) στη βάση της μεταρρύθμισης που προωθείται, τότε προφανώς θα μπορούσε να μιλά περί μικρών κυβερνήσεων όπου μια δευτεροβάθμια οργάνωση είναι όντως αναγκαία για να λειτουργήσει αποτελεσματικά. Από τα πιο πάνω προκύπτει αυτόματα, και δεν χρειάζεται πολλή φαντασία ή κριτική σκέψη για να αποδειχθεί, ότι ένα νέο σχήμα τοπικής αυτοδιοίκησης (Τ.Α.) που θα έχει τα χαρακτηριστικά μικρών κυβερνήσεων, πρέπει να περιέχει κατά βάση το πρώτιστο θεμέλιο που είναι και το συνδετικό στοιχείο που δικαιολογεί την ενοποίηση τοπικών αρχών με την αναγκαία δευτεροβάθμια οργάνωση, που δεν είναι άλλο από το εύρος των εξουσιών που θα ασκεί το διευρυμένο τοπικό όργανο. Το εύρος των εξουσιών και η σημασία που έχουν αυτές οι εξουσίες στη λειτουργία των τοπικών αρχών (μικρών κυβερνήσεων) είναι αυτό που τις διακρίνει από τα χαμηλού επιπέδου όργανα που ισχύουν σήμερα στην Κύπρο. Αν λοιπόν προωθείται ένα σχέδιο μεταρρυθμίσεων στο οποίο το διευρυμένο όργανο θα πάρει στα χέρια του μόνο τις λίγες γνωστές εξουσίες που έχουν σήμερα οι αρχές Τ.Α. (και αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τους δήμους), δηλαδή να διαχειρίζονται θέματα πολεοδομικής/οικοδομικής νομοθεσίας, ελέγχου χώρων αναψυχής/ψυχαγωγίας, θεάτρων, τροφίμων, παραλιών, διατήρηση και λειτουργία πάρκων, δρόμων και χώρων στάθμευσης, θέματα υγιεινής τροφίμων, καθαριότητας, σκυβάλων, λειτουργίας κέντρων νεότητας, και άλλων παρόμοιας φύσεως υποχρεώσεων, αυτό θα ήταν παρωδία μεταρρύθμισης αφού καμιά άλλη πρόσθετη ουσιώδης εξουσία δεν προβλέπεται να παραχωρηθεί (αντίθετα μερικές από τις υφιστάμενες αφαιρούνται, όπως οι υδατοπρομήθειες)".
Ενώ για τους δήμους, τουλάχιστον τους αρχαιότερους και μεγαλύτερους, είναι λογικό ότι ορθώς θεωρούνται ότι έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα να αφομοιώσουν κάποιες αλλαγές, λόγω μεγέθους και μακρόχρονης ιστορικής πορείας και ανάλογων εμπειριών, έχοντας λειτουργήσει με περισσότερες και διαφορετικές ευθύνες, υποχρεώσεις και αρμοδιότητες και στόχους από ότι οι νεότεροι δήμοι και οι κοινότητες, η συμπλεγματοποίηση δεν είναι εν τούτοις καθόλου αμφίβολο ότι δεν θα προκαλέσει σοβαρές αντιδράσεις, τονίζει ο Ανδρέας Αγγελίδης. Ενώ προφανώς οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ότι μεγαλύτερη βαρύτητα έχει η καλυτέρευση της εξυπηρέτησης τους, το γεγονός ότι οι εξουσίες που εκχωρούνται παραμένουν σχεδόν ίδιες με τις σημερινές, δεν βλέπουν γιατί η δομή και οργάνωση πρέπει να υποστεί αυτή την αναστάτωση μέσα στην οποία θα προκύψουν διαφωνίες και διαμάχες για το επίπεδο εξουσιών και τις αρμοδιότητες, μέσα από ένα πολυδαίδαλο και περίπλοκο νομοθέτημα, υποστηρίζει:
" Βλέπουν, εν ολίγοις, ότι προωθείται ουσιαστικά η δημιουργία ενός καθεστώτος που λόγω ενδογενών συγκρούσεων και περίπλοκης επικοινωνίας και συντονισμού, θα είναι δύσκολο να καθιερωθεί και να λειτουργήσει αποδοτικά. Αν το επιχείρημα που συνοδεύει την προτεινόμενη μεταρρύθμιση είναι όντως η εξοικονόμηση πόρων για οικονομικότερη διαχείριση των υποχρεώσεων των αρχών απέναντι στους πολίτες, αυτό που θα μπορούσε να γίνει είναι πρώτα να ενισχυθεί το οικονομικό υπόβαθρο των αρχών και μετά να ενθαρρυνθούν οι αρχές να λειτουργούν μεταξύ τους, κατά τόπους, ως κοινή συντονιστική αναπτυξιακή αρχή για τα κοινής ωφέλειας έργα και υπηρεσίες και τις αμοιβαίας χρησιμότητας επαφές και δράσεις. Όταν οι ίδιοι επιλέγουν ένα ρόλο που συμβαδίζει με τη φύση της αποστολής τους δεν χρειάζεται να εξαναγκαστούν να το κάμουν με άλλο τρόπο. Στρεφόμενοι τώρα στο άλλο σκέλος του χώρου της Τ.Α (εκτός των δήμων) όπου δρούν οι μικρότερες αρχές Τ.Α. θα δούμε μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα.
Αυτή η πραγματικότητα μιλά αφ΄εαυτής και είναι αναμενόμενο ότι κανένας ιθύνων (ή άλλος ενδιαφερόμενος) δεν μπορεί να προσποιείται ότι αγνοεί το γεγονός ότι η πληθώρα των πολλών μικρών, ισχνών και φτωχών κοινοτήτων της υπαίθρου που λειτουργούν σήμερα ως αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης είναι σημαντικό μειονέκτημα του θεσμού. Αυτό υποδηλώνει ότι και οι προτεινόμενες στη νέα Περι Κοινοτήτων νομοθεσία συγχωνεύσεις/ενοποιήσεις τέτοιων μικρών κοινοτήτων δεν πρόκειται να αποδώσουν τέτοιου μεγέθους μονάδες Τ.Α. που θα ενίσχυαν ή θα καθιστούσαν την αναδιοργάνωση πιο αποτελεσματική με πιο ευέλικτες και αποδοτικές αρχές ανάλογες με αυτές των δήμων. Αν αληθεύει η φήμη ότι το νομοσχέδιο προβλέπει ενοποιήσεις όμορων/γειτονικών κοινοτήτων που αριθμούν συνολικά πληθυσμό μέχρι 3- 5χιλ. κατοίκων τότε πρέπει να υπολογισθεί ότι η συγκέντρωση τέτοιου πληθυσμού θα χρειασθεί να ενοποιηθούν 8,10 ή15 κοινότητες που σημαίνει ότι η νέα διοικητική μονάδα θα καλύπτει γεωγραφική έκταση τουλάχιστο 15 Χ 15 χλμ. Ερωτάται λοιπόν, πως μπορεί να θεωρείται εφικτό ότι η τεράστια αυτή σε έκταση, με ελάχιστο σκόρπιο πληθυσμό, ενοποίηση θα ασκήσει αποτελεσματική και απρόσκοπτη διοίκηση στη βάση της προτεινόμενης δευτεροβάθμιας οργάνωσης.
Είναι λογικό ότι μια τέτοια πολυάριθμη ενοποίηση θα προκαλέσει δυσκινησία και δυσλειτουργία και γι΄αυτό δεν μπορεί να παρουσιασθεί ως αναπόφευκτη εξέλιξη αφού, κατά την άποψη μου, απουσιάζει το αναγκαίο, δηλαδή το αδιάσειστο και ευδιάκριτο επιχείρημα υπέρ. Γενικότερα θα μπορούσε εύλογα να λεχθεί ότι, λόγω των ιδιαιτεροτήτων που χαρακτηρίζουν την υφιστάμενη κατάσταση, η δομή της Τ.Α. δεν φαίνεται να μπορεί να δεχθεί τέτοιες σημαντικές αλλαγές που θα υποβαθμίσουν τις υφιστάμενες αρχές προς όφελος νέων αρχών με το δικαιολογητικό (πρόσχημα) ότι αυτό απαιτείται από ανάγκη για εκσυγχρονισμό του θεσμού. Μέσα στην αντικειμενική πραγματικότητα ο ορίζοντας των εφικτών αλλαγών δεν μοιάζει να έχει καμιά σχέση με δομικές αλλαγές που φιλοδοξούν να επιφέρουν οργανικές βελτιώσεις σε ένα σύστημα όπου οι γεωγραφικές και πληθυσμιακές παράμετροι δεν εξασφαλίζουν λογικές λειτουργικές βελτιώσεις".
Η εικόνα που εκπέμπεται, σύμφωνα με τον πρώην Έπαρχο Πάφου, είναι ότι το υφιστάμενο καθεστώς κατεδαφίζεται και ένα εντελώς νέο οικοδομείται το οποίο, λόγω ελάχιστων εμπειριών αυτοδιοικητικής δραστηριότητας, κληρονομικών δεσμών με τον τόπο και το αίσθημα ότι υφιστάμενες αρχές θα αφομοιωθούν μέσα σε ένα περίπλοκο οικοδόμημα, θα είναι δύσκολο να καθιερωθεί και να λειτουργήσει αποδοτικά. Είναι άτοπο μια μικρή χώρα με πληθυσμό όχι μεγαλύτερο μιας μέσου μεγέθους πόλης της Ευρώπης, που εκεί θα ήταν μια μονάδα Τ.Α με εξουσίες μικρής κυβέρνησης, να θέλει να αντιγράψει συστήματα μεγάλων (ευρωπαικών) χωρών έχοντας διανύσει μια πορεία μόλις σαράντα ετών με αιρετές αρχές Τ.Α. σε σύγκριση με την Ευρώπη που έχει στο ενεργητικό της μια πορεία δύο και πλέον αιώνων με παρουσία και λειτουργία θεσμών Τ.Α, αναφέρει.
" Είτε υποκρύπτονται είτε όχι σκοπιμότητες πολιτικές, κομματικές ή προσωπικές κάποιων που φιλοδοξούν να βαφτιστούν νονοί της μεταρρύθμισης με αυτό το σχήμα, όταν εφαρμοσθεί, πιθανότατα αυτοί οι ίδιοι θα είναι οι πρώτοι που θα μετανοιώσουν για την επιμονή τους να το επιβάλουν. Ειδικά για την ύπαιθρο", επισημαίνει. " Η πρώτιστη και πλέον ζωτικής σημασίας μεταρρύθμιση που θα έπρεπε να κυριαρχεί σήμερα στις σκέψεις των ιθυνόντων θα ήταν ένα πολυμερές σχέδιο αναζωογόνησης της υπαίθρου. Η δραματική αλλαγή που επήλθε τα τελευταία 30-35 χρόνια στην εικόνα της υπαίθρου με την υποβάθμιση του ρόλου και της σημασίας της ως παράγοντα οικονομικής δραστηριότητας λόγω της συρρίκνωσης του πληθυσμού της σε τέτοιο βαθμό ώστε σήμερα να μιλούμε για γηρασμένη και αποδεκατισμένη ύπαιθρο, είναι προάγγελος του δυσοίωνου μέλλοντος που αναμένει σύντομα την ορεινή και απομακρυσμένη ύπαιθρο. Απλά και χωρίς περιστροφές, τι αναμένουν οι ιθύνοντες ότι θα προσφέρει η μεταρρύθμιση στην ύπαιθρο αφού κόσμος δεν υπάρχει για να καρπωθεί τα «οφέλη» της μεταρρύθμισης; Αυτά λέγονται γιατί έχουν σχέση με το πώς η ίδια η πολιτεία (Εκτελεστική εξουσία και Βουλή) χειρίστηκαν την πιο κρίσιμη περίοδο το ζήτημα της ισορροπίας (σχετικής και όχι απόλυτης) που έπρεπε να υπάρχει μεταξύ όλων των περιοχών της χώρας ώστε να αποφεύγετο αυτή η άδικη μεροληψία κατά της υπαίθρου και υπέρ των αστικών και παραλιακών περιοχών, όπου έχει συγκεντρωθεί όλη η ανάπτυξη και η ευρωστία της οικονομικής ισχύος. Αυτή η ανισότητα δεν έχει μόνο συμβάλει στην αποψίλωση του πληθυσμού αλλά και στην αποξένωση της υπαίθρου από τις πολιτισμικές της ρίζες, μια εικόνα που την εμφανίζει σαν ένα θλιβερό κατάλοιπο της τιμημένης ιστορίας της. Μια στροφή προς τον τουρισμό, με έμφαση στον αγροτουρισμό που διακηρύσσεται εδώ και 10ετίες αλλά δεν προωθείται η υλοποίηση του, είναι μια ελπιδοφόρα προοπτική για να αναπνεύσει ξανά η ξεχασμένη και αδικημένη ύπαιθρος και να βγεί από την εικόνα που παρουσιάζει σήμερα. Μια αποκέντρωση του τουρισμού από τις παραλιακές και αστικές περιοχές όχι μόνο θα αποσυμφορήσει τις ίδιες (που έχουν κυριολεκτικά πνιγεί) αλλά και θα βοηθήσει να πάρει και η ύπαιθρος το μικρό μερίδιο που δικαιούται από τα οφέλη της ανάπτυξης".