Το κράτος μέσα στην κρίση: Ο πανεπιστημιακός Σπύρος Βλιάμος μιλά στο PafosNet
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
31 Μαΐου 2020Σε μια μεικτή οικονομία, οι ζωές μας επηρεάζονται από την δραστηριότητα του κράτους: Οι περισσότεροι γεννιόμαστε σε κρατικά νοσοκομεία και το κράτος καταγράφει την έλευση μας στον κόσμο, οι περισσότεροι έχουμε αποφοιτήσει από δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια, λαμβάνοντας οικονομική βοήθεια από το κράτος ή φοιτητικά δάνεια που εγγυάται το κράτος, βρίσκουμε δουλειά στο κράτος και όταν είμαστε άνεργοι, ανάπηροι ή συνταξιούχοι, λαμβάνουμε επιδόματα, συντάξεις, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη από το κράτος, και γενικά, απολαμβάνουμε τα οφέλη των υπηρεσιών του Δημοσίου.
Αναφερόμενος στη λειτουργία των κρατών σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης όπως η σημερινή, ο Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Σπύρος Βλιάμος, δηλώνει σήμερα στο PafosNet ότι όλα αυτά ρυθμίζονται από το δημόσιο, όχι όμως δωρεάν, αλλά με αντάλλαγμα την υποχρεωτική πληρωμή φόρων στο κράτος και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Το μεγαλύτερο όμως κόστος είναι ότι το Κράτος, «συνεργαζόμενο» με τον ιδιωτικό τομέα, αλλάζει τη συμπεριφορά του τελευταίου, μέσα από πλήθος ρυθμίσεων, φόρων και επιδοτήσεων.
« Και το χειρότερο είναι ότι αυτή η «συνεργασία» των δύο τομέων επιβάλλεται με καταναγκασμό», τονίζει ο καθηγητής Βλιάμος. « Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια πολλοί αντιλαμβάνονται ότι ο ρόλος του δημοσίου τομέα έχει αλλάξει και το ερώτημα που επικρατεί είναι : Ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος του Δημόσιου Τομέα και πώς αυτός επηρεάζει την κοινωνία και οικονομία; Και μάλιστα το ερώτημα αυτό εξειδικεύεται περισσότερο στο γιατί μερικές οικονομικές δραστηριότητες πρέπει να αναλαμβάνονται από τον δημόσιο τομέα και άλλες από τον ιδιωτικό. Πολλοί λίγοι άνθρωποι πλέον επιμένουν ότι όλες οι οικονομικές δραστηριότητες πρέπει να αναλαμβάνονται από τον Δημόσιο ή όλες από τον Ιδιωτικό Τομέα της οικονομίας.
Εφόσον λοιπόν αναγνωρίζεται ο σημαντικός οικονομικός ρόλος στον Δημόσιο Τομέα, ερωτώ: μπορεί ο Δημόσιος Τομέας να παίξει τον οικονομικό του ρόλο περισσότερο αποδοτικά και αν ναι, με ποιόν τρόπο;
Εγώ θα επιμείνω ότι ο δημόσιος Τομέας μας είναι χρήσιμος. Όχι παντού και πάντα , αλλά όταν υπάρχουν οι λεγόμενες ανεπάρκειες της αγοράς: δηλαδή, όταν η οικονομία της ελεύθερης αγοράς δεν φαίνεται να μπορεί να ανταποκριθεί σε μερικές βασικές κοινωνικές ανάγκες , που όμως κι αυτές δημιουργήθηκαν είτε από την έλλειψη του ιδιωτικού τομέα ή από την υπερβολική λειτουργία του δημοσίου».
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών επισημαίνει ότι στη Μεγάλη Κρίση (1929-33) στις ΗΠΑ, όπου το ποσοστό ανεργίας σκαρφάλωσε στο 25% , το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 30%, οι τράπεζες πτώχευσαν, το Χρηματιστήριο κατέρρευσε. Παρόμοια, αλλά ευτυχώς ηπιότερα, επεισόδια στις αρχές του 1960 και λίγα χρόνια πριν από τώρα, που όμως όλοι θυμόμαστε (2009 – 2018).
« Τότε απαιτήθηκε ενεργότερος ρόλος του κράτους για την σταθεροποίηση της οικονομίας με αύξηση δημοσίων δαπανών», τονίζει. « Όμως το ερώτημα που μπορεί να τεθεί είναι αν αυτή η αύξηση των δημοσίων δαπανών συνέβαλε στην μείωση της φτώχειας και την γενικότερη αύξηση της οικονομικής ευημερίας; Δεν θα μπω στον πειρασμό να επαναλάβω το επιχείρημα ότι ο κεντρικός σχεδιασμός είναι μια άσκηση στην αλαζονεία και την ματαιότητα, ό,τι δηλαδή ο Νομπελίστας οικονομολόγος von Hayek αποκάλεσε «η προσποίηση της γνώσης», αλλά ως καλοπροαίρετος συνομιλητής θα απαντήσω: Δεν αρκούν οι καλές προθέσεις».
Πολλά από τα σχεδιασμένα προγράμματα είχαν διαφορετικά αποτελέσματα από αυτά που οι σχεδιαστές τους πίστευαν ή έλπιζαν να έχουν, αναφέρει ο Σπύρος Βλιάμος. Υπήρξαν και κρατικές ανεπάρκειες.
« Προσωπικά δεν πιστεύω ότι οι αποτυχίες των κρατικών προγραμμάτων ήταν απλά ατυχήματα, αλλά θεωρώ ότι ήταν προβλέψιμα αποτελέσματα απότοκα της ενδογενούς φύσης της κρατικής δραστηριότητας. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Η απάντηση είναι γιατί υπάρχουν τέσσερα μείζονα αίτια της συστηματικής αδυναμίας του κράτους. Συγκεκριμένα, το κράτος έχει:
Α. Περιορισμένη πληροφόρηση (π.χ. δυσκολία διάκρισης δικαιουμένων και μη- κρατικής βοήθειας)
Β. Δυνατότητες περιορισμένου ελέγχου στις αντιδράσεις των ιδιωτικών αγορών (π.χ. η κυβέρνηση ακόμα κι αν καθορίζει τις τιμές, δεν ελέγχει ευθέως το συνολικό επίπεδο των δαπανών. Δηλαδή ακόμα κι αν καθορίζει τις τιμές της νοσοκομειακής περίθαλψης και τις αμοιβές των ιατρών δεν μπορεί να υπολογίζει τον όγκο χρήσης)
Γ. Δυνατότητες περιορισμένου ελέγχου στην γραφειοκρατία (π.χ. πολλές φορές ο κρατικός μηχανισμός δεν υπακούει τις εντολές της κυβέρνησης, ή αντιδρά με χρονική υστέρηση που πολλάκις αποβαίνει μοιραία)
Δ. Περιορισμούς από πολιτικές και νομικές διαδικασίες».
Από τα παραπάνω θα μπορούσε να συμπεράνει κανείς, τονίζει ο κ. Βλιάμος, ότι οι καταχρηστικές αποφάσεις του δημόσιου τομέα που αφορούν τον περιορισμό της ελευθερίας κυκλοφορίας και της ελευθερίας του συνέρχεσθαι, για τον περιορισμό της νόσου, αποτελούν μια πατερναλιστική πρακτική η οποία βασίζεται στον καταναγκασμό και άρα δεν έπρεπε να έχει ληφθεί από μια φιλελεύθερη κυβέρνηση.
« Πολλοί λοιπόν θα σκεφθούν ότι μερικοί άνθρωποι, (οι κυβερνώντες) χωρίς πλήρη γνώση των δεδομένων και επομένως με ελλιπή πληροφόρηση και διεσπαρμένη γνώση, όπως είδαμε παραπάνω ότι συμβαίνει στον δημόσιο τομέα, καθορίζουν τις τύχες μας, αγνοώντας τον μηχανισμό που μας οδηγεί να κάνουμε επιθυμητά πράγματα , χωρίς να χρειαστεί κανένας να μας πει τί να κάνουμε, δηλαδή τον μηχανισμό της αγοράς», υποστηρίζει. « Κανείς δεν μπορεί να πει στους ανθρώπους τί να κάνουν ή πώς να φέρονται, χωρίς να περιορίζει την ελευθερία τους, επειδή, όπως διακήρυξε ο Adam Smith, «κάθε άτομο είναι ο καλύτερος κριτής των αναγκών και επιθυμιών του, του τι είναι καλύτερο για το συμφέρον του».
Ο πατερναλισμός του κράτους όμως, δικαιολογείται μόνον όταν αναφερόμαστε σε κοινωνικά αγαθά. Για παράδειγμα , δικαιολογείται η επιβολή προστίμου αν κάποιος οδηγός δεν φορά ζώνες ασφαλείας όταν οδηγεί το αυτοκίνητο του. Γιατί ο σοβαρός τραυματισμός του θα επιβαρύνει το κοινωνικό σύνολο. Και η στήριξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας είναι μία βασική υποχρέωση του κράτους επειδή το σύστημα αυτό έγινε για να προσφέρει την καλύτερη περίθαλψη στο σύνολο του πληθυσμού, με όσο γίνεται πιο περιορισμένους παραγωγικούς πόρους»
Δυστυχώς, παρατηρεί ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, καθημερινά φαίνεται ότι πολλοί συμπολίτες μας δεν είναι ικανοί να εκτιμήσουν τη σημαντικότητα του αγαθού αυτού:
« Ουρές στους δρόμους , αλλά δυστυχώς και στα νεκροτομεία. Το «καλύτερο για το συμφέρον του ενός» εδώ μεταφράζεται σε «αδιαφορία για τον συνάνθρωπο που μπορεί να νοσήσει εξ αιτίας του ενός». Σε τέτοιες περιπτώσεις λοιπόν ακόμα και φιλελεύθεροι οικονομολόγοι δικαιολογούν την κρατική παρέμβαση».
Καταληκτικά, επισημαίνει ο καθηγητής Βλιάμος, οδηγούμαστε στα εξής συμπεράσματα: Οι αγορές πολλές φορές αποτυγχάνουν, αλλά και οι κυβερνήσεις δεν μπορούν να διορθώσουν αυτές τις αποτυχίες. Ακόμα όμως πρέπει να δεχθούμε ότι υπάρχει όριο στις δυνατότητες και των κυβερνήσεων και των αγορών.
« Οι κυβερνήσεις πρέπει να κατευθύνουν την δράση τους προς τους τομείς που οι αγορές αποδεδειγμένα δεν μπορούν να λειτουργήσουν, αλλά και όπου υπάρχουν ενδείξεις ότι η παρέμβαση τους μπορεί να προκαλέσει σημαντικές διαφορές στην λειτουργία της κοινωνίας και οικονομίας».