Τα μοντέλα προσέγγισης για τη μουσική σύνθεση ταινιών και media
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
15 Αυγούστου 2018Δρ. Στάλω Γεωργίου*
To θέμα το οποίο διερεύνησε κατά διάρκεια της διδακτορικής της διατριβής στη μουσική σύνθεση με τίτλο «Beyond Narrative: A Cross-Modal Approach to Soundtrack Composition» η Δρ. Σ. Γεωργίου, καταπιάνεται με την σύνθεση για ταινίες. Συγκεκριμένα, το ζήτημα το οποίο απασχολεί την ερευνήτρια, είναι ότι ο συνθέτης, εν τη απουσία αφηγηματικού περιεχομένου σε μια ταινία, στο οποίο θα μπορούσε να βασιστεί προκειμένου να συνθέσει, αντιμετωπίζει ένα θεμελιώδες πρόβλημα: σε ποια άλλα στοιχεία ή παραμέτρους μπορεί να βασιστεί προκειμένου να δημιουργηθεί μια ουσιαστική σχέση ανάμεσα στα προβαλλόμενα γεγονότα και στη μουσική σύνθεση για ταινίες;
Προς απάντηση του συγκεκριμένου ερωτήματος, η συγκεκριμένη διδακτορική διατριβή ερευνά τη δυνατότητα εφαρμογής των αρχών των διαφόρων τρόπων σύνθεσης (cross-modal principles) σε σύνθεση ενός soundtrack, μέσα από τη συστηματική εκμετάλλευση της ικανότητας του ανθρώπου να βιώνει και να ερμηνεύει πληροφορίες, οι οποίες διοχετεύονται από το οπτικό επίπεδο στο ακουστικό επίπεδο σε ταινίες από τις οποίες απουσιάζει η αφήγηση.
Δεδομένου ότι η μουσική και ο κινηματογράφος δραστηριοποιούνται στον ίδιο χώρο και αμφότερες θεωρούνται τέχνες βασισμένες στο χρόνο, τα παραδείγματα μεταφοράς οπτικοακουστικών εκφράσεων αφθονούν. Όπως συμβαίνει στον κινηματογράφο, έτσι και στη μουσική δύναται να γίνουν αντιληπτά ο ρυθμός, η κίνηση, οι χειρονομίες, τα χρώματα, η ενέργεια και ούτω καθεξής. Όπως επισημαίνεται στη διατριβή της Δρ. Γεωργίου, οποιαδήποτε από τις παραπάνω παραμέτρους μπορεί να χαρτογραφηθεί από το ένα πεδίο στο άλλο.
Η εκπόνηση της συγκεκριμένης διατριβής, επιχειρεί να εφεύρει εναλλακτικές μεθόδους και παραμέτρους, συνθέτοντας μουσική για ταινίες και media, βάσει της ταινίας που προβάλλεται. Η ερευνήτρια, με βάση τις κινήσεις, τα χρώματα και τις εικόνες που προβάλλονται στην ταινία, κατόρθωσε να δημιουργήσει μια δική της φόρμουλα την οποία και ονόμασε «Πίνακα Οπτικοακουστικής Ανταπόκρισης» (“Table of audio- visual correspondences”) και στην οποία αναλύονται όλες οι πιθανές παράμετροι, συνθέτοντας μουσική, όχι με αυθαίρετο τρόπο, αλλά πάντοτε βάσει της συγκεκριμένης φόρμουλας.
Σε συνδυασμό με τη χρήση του «Πίνακα Οπτικοακουστικής Ανταπόκρισης» εφαρμόστηκαν οι ακόλουθες τρεις συστηματικές στρατηγικές στη σύνθεση ταινιών και Media:
Αναγνώριση γεγονότων βάσει της ομοιότητας (acknowledging events by similarity)
Αναγνώριση (γεγονότων) από την αντίθεση (acknowledging events by opposition)
Μη αναγνώριση (not acknowledging)
Η ερευνήτρια χρησιμοποίησε διάφορες συστηματικές τακτικές, προκειμένου να εξετάσει κατά πόσο η φόρμουλά της ήταν εφαρμόσιμη και επιτυχημένη.
Συνεπώς, η συγκεκριμένη διατριβή, πέραν του θεωρητικού μέρους της έρευνας, συνοδεύεται από το πρακτικό της μέρος, το οποίο θεωρείται και το πιο καθοριστικό στη συγκεκριμένη έρευνα.
Στα πλαίσια της πρακτικής εφαρμογής της φόρμουλας η Δρ. Σ. Γεωργίου, βασιζόμενη αυστηρά στην φόρμουλά της και στις προαναφερθείσες στρατηγικές, προχώρησε σε εφαρμογή τους σε 11 μη αφηγηματικές, μικρού μήκους ταινίες:
1. 'Triangle' by Erica Russell
2. 'Slap Stick' by Clive Walley
3. 'The Flat' by Jan Svankmajer
4. 'Meshes of the Afternoon' by Maya Deren
5. 'Eraserhead' by David Lynch
6. 'Soup' by Zbig Rybczynski
7. 'Baraka' by Ron Fricke
8. 'The Club of the Laid Off' by Jirí Barta
9. 'A Painful Glimpse Into My Writing Process' by Chel White
10. 'Blooddrop' by Alexei Popogrebsky
11. 'We Have Decided Not To Die' by Daniel Askill
Καταλυτικό ρόλο στην εκπόνηση της συγκεκριμένης διατριβής, διαδραμάτισε η μελέτη του Nicholas Cook (1980), από τον οποίο συνέλαβε και την ιδέα για εφαρμογή των τριών στρατηγικών που προαναφέρθηκαν. Αυτό που συμπεραίνεται από την μελέτη του Cook είναι ότι βασική προϋπόθεση για να επιτευχθεί ο μέγιστος βαθμός αλληλεπίδρασης είναι η επίτευξη υψηλού βαθμού μεταφοράς χαρακτηριστικών (μεταξύ των media) μέσω χαμηλού βαθμού δομικής ομοιότητας. Με βάση αυτό το δεδομένο, η συγκεκριμένη διατριβή έθεσε ως σκοπό την επινόηση στρατηγικών για την όσο το δυνατόν καλύτερη μεταφορά οπτικοακουστικών ερεθισμάτων σε όλους τους τομείς αντίληψης. Η στρατηγική του Cock βοήθησε στο να γίνει κατανοητό κατά πόσο οι προβαλλόμενες σκηνές αναφέρονται σε μία από τις πιο κάτω επιλογές: αναγνώριση βάσει της ομοιότητας, αναγνώριση από την αντίθεση ή μη αναγνώριση.
Σύμφωνα με τον Cook (1980), συμμόρφωση (conformance) υπάρχει όταν η σχέση μεταξύ της μουσικής και των άλλων media είναι συνεπής, συμπληρωματικότητα (complementation) όταν η μουσική και τα υπόλοιπα media συμπληρώνουν το ένα το άλλο και διαγωνισμός (contest) όταν η μουσική βρίσκεται σε άμεση αντίθεση με τα άλλα media.
Τα τρία μοντέλα της θεωρίας της υποδοχής, το Κυρίαρχο (Dominant), το Διαπραγματεύσιμο (negotiated) και το Αντιθετικό (Oppositional), αντιστοιχούν στην συμμόρφωση, τη συμπληρωματικότητα και τον συναγωνισμό για τα οποία έκανε λόγο ο Cook. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον «Πίνακα Οπτικοακουστικής Ανταπόκρισης» (Table of Audio-Visual Correspondences) της ερευνήτριας, στον οποίο εφαρμόζεται η αναγνώριση σκηνών μέσω της Ομοιότητας, της Μη αναγνώρισης και της αναγνώρισης μέσω της αντίθεσης.
Ο Cook υποστηρίζει ότι η «συναισθησία» (synaesthesia) μπορεί να παρέχει ενδείξεις ως προς το τι είναι τα πολυμέσα, αλλά το πιο σημαντικό φέρνει στο προσκήνιο τι δεν είναι τα πολυμέσα. Ο ίδιος πιστεύει ότι είναι καλύτερα να κοιτάξουμε τα στοιχεία, τις διαφορές και τις αλληλεπιδράσεις των πολυμέσων για να αποκτήσουμε μια πλήρη κατανόηση παρά να βασιζόμαστε στην ομοιότητα, την επικάλυψη και τη μετάφραση, που αποτελούν χαρακτηριστικά της συναισθησίας. Ωστόσο, η συναισθησία μπορεί να παρέχει μια ευνοϊκή συγκυρία για τα πολυμέσα, ακόμη και αν είναι ατελής.
Εκτός από τον Cook η ερευνήτρια επηρεάστηκε σημαντικά και από τον Γάλλο συνθέτη Michel Chion (1994) ο οποίος την ώθησε να διερευνήσει τη δυνατότητα εφαρμογής των αρχών των διαφόρων τρόπων σύνθεσης (cross-modal principles) σε σύνθεση ενός soundtrack και προχώρησε στη δημιουργία του «Πίνακα Οπτικοακουστικής Αναγνώρισης».
Θετική συμβολή στην εκπόνηση και πρακτική εφαρμογή της διατριβής είχε για την ερευνήτρια και η μελέτη του Laban, αφού δύο από τις παραμέτρους που υπάρχουν στον Πίνακα Οπτικοακουστικής Αναγνώρισης είναι ίδιες με εκείνες που χρησιμοποιεί ο Laban.
Σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε επίσης η θεωρία του Lipscombe (1995), η οποία υποστηρίζει ότι η μουσική δεν συμβάδιζε απόλυτα με το οπτικό πεδίο ώστε να είναι αποτελεσματική και ότι υπήρχαν μόνο μερικοί θεμελιώδεις κανόνες που εφαρμόζονται κατά τη σύνδεση των ακουστικών και οπτικών στοιχείων.
Σημαντικό ρόλο στην διδακτορική διατριβή της Γεωργίου διαδραμάτισε η συναισθησία (synesthesia), βάσει της οποίας προσπάθησε να συνθέσει μουσική στις ταινίες μικρού μήκους. Η ερευνήτρια επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον Schoenberg και συγκεκριμένα το έργο του «Die Glückliche Hand» (1913) αλλά και τον συνθέτη Messiaen ο οποίος περιέγραφε τη μουσική ως «πρόοδο χρωμάτων». Παράλληλα, όσον αφορά τη συναισθησία, καταλυτική ήταν και η μελέτη του Ρώσου συγγραφέα Vladimir Nabokov, ο οποίος είχε αναφερθεί στο μοναδικό τρόπο με τον οποίο το κάθε άτομο αντιλαμβάνεται τον κόσμο αλλά και στη λεπτή αλληλεπίδραση που υπάρχει ανάμεσα στα σχήματα και τους ήχους. Τέλος, όσον αφορά τη συναισθησία, η ερευνήτρια δέχτηκε επιδράσεις από τον Korsakov και το έργο του «Prometheus» (1978).
Η διδακτορική διατριβή της Γεωργίου (2014), αποτελεί μια εξαίρετη προσπάθεια η οποία μπορεί να βοηθήσει τα μέγιστα και να συμβάλει περαιτέρω στην έρευνα για θέματα που άπτονται της μουσικής. Η συγκεκριμένη έρευνα ασχολείται με έναν τομέα όπου η ελληνική βιβλιογραφία είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Πέραν ωστόσο του θεωρητικού της σκέλους, η διατριβή ξεχωρίζει και στο πρακτικό της κομμάτι. Η ερευνήτρια εκμεταλλευόμενη τις γνώσεις και τις εφαρμογές των ερευνητών που μελέτησε, κατόρθωσε να δημιουργήσει τον «Πίνακα Οπτικοακουστικής Αναγνώρισης», που αποτελεί μια μοναδική φόρμουλα σύνθεσης μουσικής σε μη αφηγηματικές ταινίες και ασφαλώς θα μπορούσε να αποτελέσει το έναυσμα για μια πιο οργανωμένη έρευνα στο συγκεκριμένο τομέα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Cook, Nicholas (1998). Analysing Musical Multimedia, Oxford: Oxford University Press.
Chion, M. (1994) Audio – Vision: Sound on Screen. New York: Columbia University Press
Marshall, S., & Cohen, A. (1988). “Effects of musical soundtracks on attitudes toward animated geometric figures.” Music Perception, 6, 95-112.
Bernard, Jonathan (1986), “Messiaen’s Synaesthesia: The Correspondence between Color and Sound Structure in his Music’, Music Perception, 4 (1986), 41–68.
Nabokov, V. (1989). Speak, Memory: An Autobiography Revisited. New York: Random House
ΔΡ. ΣΤΑΛΩ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
* Η Δρ. Στάλω Γεωργίου είναι καταξιωμένη μουσικoσυνθέτρια με σημαντικές διακρίσεις στην Κύπρο και το εξωτερικό. Είναι πτυχιούχος μουσικής, μουσικολογίας και σύνθεσης (Πανεπιστήμιο Hull), ενώ κατέχει Μεταπτυχιακό Δίπλωμα στη Μουσική Σύνθεση και Διδακτορικό Δίπλωμα στη Μουσική Σύνθεση για ταινίες και Media (Πανεπιστήμιο Hertfordshire). Είναι επίσης κάτοχος Μεταπτυχιακού στη Δημόσια Διοίκηση (Πανεπιστήμιο Νεάπολις) και πτυχίου επικοινωνίας και δημοσιογραφίας (Intercollege) Η Σ. Γεωργίου είναι διεθνώς αναγνωρισμένη και έχει πετύχει πολλές διακρίσεις στο χώρο της Μουσικής τόσο στην Κύπρο όσο και διεθνώς. Αξιοσημείωτη είναι η συμμετοχή με δική της σύνθεση στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου, με την παρουσίασή της από την Παροικιακή Χορωδία του Λονδίνου, την οποία και διεύθυνε.
Έχει συνθέσει για αρκετές θεατρικές παραστάσεις και μιούζικαλ στην Κύπρο και την Αγγλία ενώ κέρδισε αρκετά βραβεία τόσο σε παγκύπριους όσο και σε διεθνείς διαγωνισμούς ενώ υπήρξε διοργανωτής και κριτής σε μουσικούς διαγωνισμούς ταλέντων. Επιπλέον, έχει εκδώσει σημαντικό αριθμό ψηφιακών δίσκων σε συνεργασία με διάσημους Έλληνες και ξένους καλλιτέχνες. Παράλληλα έχει εκδώσει τρεις ψηφιακούς δίσκους για εκπαιδευτικούς σκοπούς, με την Παροικιακή Χορωδία του Λονδίνου, σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου ενώ, έχει επενδύσει μουσικά αρκετές ταινίες μικρού μήκους.