Στο βωμό του εκσυγχρονισμού
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
23 Οκτωβρίου 2013Tου δρος Θάνου Σαββίδη
Μέλους Δ.Σ. ΠΟΕΔ
Ο εκσυγχρονισμός είναι η λέξη που χρησιμοποιείται με συχνότητα στη μετά μνημονίου εποχή κυρίως από πολιτικούς. Αυτοί, με την τακτική επανάληψη της και την αναμετάδοσή της μέσα από φερέφωνα διαφόρων τύπων, καταφέρνουν την προβολή της ως τη λύση όσων κακών συμβαίνουν προσπαθώντας να πείσουν τους πολίτες για το άμεσο και επείγον της εφαρμογής μέτρων εκσυγχρονισμού.
Το πώς ο καθένας όμως ερμηνεύει την έννοια του εκσυγχρονισμού είναι ουσιαστικό για την επίτευξη της απαραίτητης συναίνεσης για την υλοποίηση του. Στην περίπτωση της πρότασης του ΥΠΠ για το Νέο Σχέδιο Πρόσληψης εκπαιδευτικών αναφέρονται ως επιχειρήματα/λόγοι για τον «εκσυγχρονισμό» του υφιστάμενου συστήματος τα εξής (αυτούσια από το κείμενο):
Το σύνολο των υποψήφιων εκπαιδευτικών λειτουργών που είναι εγγεγραμμένοι αναμένοντας διορισμό ανέρχεται σε 43 546.
Ο μέσος όρος ηλικίας των εκπαιδευτικών που διορίστηκαν ανέρχεται στα 41 χρόνια.
Τα παιδιά μας αξίζουν να διδάσκονται από το καλύτερο διαθέσιμο ανθρώπινο δυναμικό.
Να εξασφαλίσουμε τα εχέγγυα παροχής ποιοτικής εκπαίδευσης στους μαθητές μας.
Λογικά και εύηχα τα επιχειρήματα του ΥΠΠ στην πρώτη ανάγνωσή τους. Η ερμηνεία, όμως, ως αντίλογος στο καθένα ξεχωριστά, αναιρεί την όλη επιχειρηματολογία της πρότασης:
Η οποιαδήποτε αλλαγή του σχεδίου με κανένα τρόπο δε θα μειώσει τον αριθμό των υποψηφίων. Οι αναφορές που γίνονται από την επίσημη πλευρά για την ευαισθησία που πρέπει να δείξουμε όλοι για τους ανέργους μας είναι ουτοπικές αφού με τις πρόσφατες αποφάσεις για παγοποιήσεις των προαγωγών, μη πλήρωσης κενών οργανικών θέσεων, κατάργηση θέσεων απόσπασης, μειώσεις ωρών ειδικής εκπαίδευσης, δραστική μείωση των ωρών αλλογλώσσων και ενισχυτικής διδασκαλίας έχουν μείνει ήδη εκτός υπηρεσίας δεκάδες εκπαιδευτικοί. Επομένως, το προτεινόμενο σχέδιο δεν προτείνει καμιά μαγική συνταγή για νέες θέσεις και ταυτόχρονη μείωση του καταλόγου.
Υπάρχει αντίφαση ανάμεσα στην προσδοκία για εισδοχή νέων στο εκπαιδευτικό προσωπικό με την πρόσφατη ψήφιση της αύξησης του ορίου συνταξιοδότησης. Προβλέπεται οι εκπαιδευτικοί να φτάσουν σταδιακά το 65ο έτος για συνταξιοδότηση στα επόμενα 15 χρόνια χωρίς αυτό να είναι η κορυφή. Στη δημοτική εκπαίδευση που οι αφυπηρετήσεις θα είναι μόνο 140 – 180 για τα επόμενα 12 χρόνια εκτιμάται ότι η συντριπτική πλειοψηφία των δασκάλων θα είναι πέραν των 41 χρόνων σε λίγα χρόνια. Οι μέσοι όροι δε φαίνεται να αλλάζουν, έστω και αν διορίζονται κάθε χρόνο υποψήφιοι 24 χρόνων (που και αυτό φαντάζει δύσκολο να διορίζεται κάποιος που θα έχει μόνο πτυχίο με δεδομένη την πριμοδότηση 20 μονάδων για διδακτορικό, άρα οι νεοεισερχόμενοι θα είναι τουλάχιστον 28 χρονών).
Ναι, το αξίζουν και αυτό πρέπει να επιδιώκουμε όλοι. Καμιά έρευνα όμως δεν κατέδειξε ότι ο άριστος σε γραπτές εξετάσεις θα είναι και ικανότερος εκπαιδευτικός. Αντίθετα, η εκπαιδευτική πείρα (στην προκειμένη, πείρα χρόνων) είναι καταγεγραμμένο ότι προσθέτει αξία στην ποιότητα της παρεχόμενης διδασκαλίας και μάθησης. Με την πρόταση του ΥΠΠ η προϋπηρεσία υποσκελίζεται από τα επιπρόσθετα προσόντα. ΄Ετσι, μεταξύ δύο κατόχων ιδίου πτυχίου προηγείται κατά 7 μονάδες (και θεωρείται επομένως ικανότερος εκπαιδευτικός με βάση το προτεινόμενο σχέδιο) αυτός που δεν έχει εργαστεί ποτέ του ως εκπαιδευτικός αλλά έχει κάνει διδακτορικό σε μη σχετικό με την εκπαίδευση τομέα (15 μονάδες) σε σχέση με έναν άλλο που εργάστηκε για 6 χρόνια στα σχολεία ως συμβασιούχος, μάχιμος εκπαιδευτικός και με συνεχή τριβή, με αξιολογημένη δράση και τακτική επιμόρφωση (8 μονάδες).
Η παροχή ποιοτικής εκπαίδευσης στους μαθητές μας εξασφαλίζεται με την διασφάλιση των απαραίτητων πόρων στο σχολείο και την συνεχή στήριξη και ανάπτυξη του προσωπικού. Δυστυχώς, παρά τις εξαγγελίες και τα παχιά λόγια των αρμοδίων και των πολιτικών ότι οι περικοπές δε θα αγγίξουν την παιδεία, είμαστε μάρτυρες μιας πολιτικής μείωσης των κονδυλίων των σχολικών εφοριών, έλλειψης πόρων στα σχολεία, αδυναμία αναπλήρωσης και επιδιόρθωσης μηχανημάτων και τεχνολογίας, εκπτώσεις στις ώρες που δίνονται για τις πραγματικές ανάγκες των σχολείων (αλλόγλωσσα, ενίσχυση, ειδική εκπαίδευση στήριξη μαθητών με παραβατική συμπεριφορά) και αφαίρεση χρόνου διοίκησης στα κοινοτικά τμήματα των νηπιαγωγείων. Η ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης πλήττεται κύρια από αυτά και όχι από τον αν θα αλλάξει το σχέδιο πρόσληψης των εκπαιδευτικών.
Υπάρχει τρόπος για βελτίωση μέσα από ένα παραγωγικό διάλογο με τις εκπαιδευτικές οργανώσεις. Οι επιδοτήσεις τελεσιγραφικού τύπου δεν προωθούν οποιαδήποτε πορεία αλλαγής. Βασικές αρχές για οποιοδήποτε εκσυγχρονισμό του συστήματος θα πρέπει να είναι η βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης και η εξασφάλιση του αισθήματος δικαίου. Αυτά επιτυγχάνονται με τη διασφάλιση του διορισμού όλων των συμβασιούχων εκπαιδευτικών (ως έμπειρων και ικανών αφού αξιολογήθηκαν ήδη από το σύστημα) προτού τεθεί σε εφαρμογή η οποιαδήποτε αλλαγή στο σχέδιο πρόσληψης. Επίσης, με την ισορροπία που θα υπάρχει ανάμεσα στην προϋπηρεσία και τα επιπρόσθετα προσόντα ώστε να μη δίνεται ανυπέρβλητο προβάδισμα σε κάποιον. Τέλος, κατάργηση της παραμέτρου για γραπτές εξετάσεις και αντικατάστασή της με τον παράγοντα «αξία πτυχίου». Οι εκπαιδευτικοί είναι επιστήμονες και έχουν αποδείξει την αξία τους με την απόκτηση του πτυχίου τους. Αντί για γραπτή εξέταση που δίνει βάρος 50% της συνολικής βαθμολογίας εισηγούμαι την προσμέτρηση της αξίας του πτυχίου (βαθμός) με απόδοση 10% μόνο στη συνολική βαθμολογία.
Οι εκπαιδευτικοί της Κύπρου έχουν αποδείξει μέσα από τους συλλογικούς αγώνες τους και την προσωπική τους δράση ότι είναι πρωτοπόροι στον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας και ειδικότερα της παιδείας. Δεν πρέπει όμως στο βωμό της λέξης «εκσυγχρονισμός» να εθελοτυφλούμε και να ακολουθούμε μόνο συνθήματα. Ούτε τα στενά χρονοδιαγράμματα προωθούν προσπάθειες βελτίωσης. Γιατί τόση βιασύνη με αυτό το σχέδιο; Εδώ η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, παρόλο που ξεκίνησε να υλοποιείται μετά από προσπάθειες χρόνων, τέθηκε τώρα σε χειμερία νάρκη για να γίνει αξιολόγηση της πορείας της. Υπάρχουν σοβαρές αδυναμίες στο προτεινόμενο σχέδιο και οι εκπαιδευτικοί με τη θυελλώδη αντίδρασή τους είναι οι πρώτοι που το καταμαρτυρούν.