Στέφανος Στεφάνου: Χάσαμε το τρένο της υγραεριοκίνησης, ας επικεντρωθούμε στην ηλεκτροκίνηση
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
27 Μαΐου 2018Η Κύπρος βρίσκεται περίπου στο μέσο του καταλόγου των 28 χωρών μελών της ΕΕ όσον αφορά στο κόστος των καυσίμων βάσει του φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται από κάθε κράτος. Στις φθηνότερες χώρες είναι πρώην ανατολικά κράτη, όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία ή η Εσθονία, ενώ ακριβότερες από την Κύπρο είναι μεγάλες χώρες όπως η Βρετανία, η Ολλανδία ή η Γερμανία, κάποιες εκ των οποίων μάλιστα είναι και παραγωγοί αργού πετρελαίου.
Αυτό τονίζει σε σημερινή του συνέντευξη στο PafosNet ο πρόεδρος του Παγκυπρίου Συνδέσμου Πρατηριούχων Πετρελαιοειδών, Στέφανος Στεφάνου, ο οποίος διευκρινίζει ότι η τιμή έχει να κάνει καθαρά με τους φόρους που επιβάλλει κάθε κράτος, τον φόρο κατανάλωσης, τον ΦΠΑ, αλλά και με το βιοκαύσιμο, το οποίο μπήκε εσχάτως στην καθημερινότητα μας με την είδηση για την σημαντική αύξηση στις τιμές των καυσίμων που θα επιφέρει με το νέο χρόνο.
« Η απόφαση της ΕΕ για εισαγωγή βιοκαυσίμου στο πετρέλαιο κίνησης, ως μέτρο περιβαλλοντικής προστασίας, άρχισε από το 2% επί της ποσότητας του πετρελαίου, περάσαμε στο 5%, στο 7% και του χρόνου θα πάμε στα 10%.
Η παρασκευή ενός λίτρου βιοκαυσίμου στοιχίζει περισσότερο από ότι στοιχίζει ένα λίτρο πετρελαίου κίνησης, άρα προσθέτεις στην ουσία στο πετρέλαιο ένα ακριβότερο προιόν το οποίο φυσιολογικά θα αυξήσει και την τιμή πώλησης. Αυτός είναι ο λόγος που του χρόνου η τιμή θα ανέβει προς τα πάνω».
Ο πρόεδρος των πρατηριούχων πετρελαιοειδών επαναλαμβάνει ότι οι αυξήσεις των τιμών των καυσίμων είναι ένα θέμα παρεξηγημένο από το καταναλωτικό κοινό. Δεν έχουν επί της ουσίας να κάνουν με ενέργειες ούτε των πρατηριούχων, ούτε των εταιρειών καυσίμων, εξηγεί:
« Είναι καθαρά ένα προιόν που έρχεται εισαγόμενο στην Κύπρο, με συγκεκριμένες φορολογίες και το περιθώριο κέρδους που υπάρχει είναι περίπου στα 14-14,5 σεντ. Από το ποσό αυτό, δίνονται τα πέντε στους πρατηριούχους και το υπόλοιπο στις εταιρείες, που επωμίζονται το κόστος της μεταφοράς και το κόστος ενοικίασης της γης των πρατηρίων.
Ας καταλάβουν λοιπόν όλοι ότι το ζήτημα είναι οι κρατικοί και οι εισαγόμενοι δασμοί, σε τρεις συνεχόμενες συνεδρίες της Επιτροπής Εμπορίου της Βουλής τα αναλύσαμε όλα αυτά και ο πρόεδρος της, Άγγελος Βότσης, βγήκε και δήλωσε ότι τελικώς είναι καθαρά θέμα φόρων, ούτε εταιρειών, ούτε πρατηριούχων».
Ουδέν αναληθέστερο, επίσης, το ότι οι αυξήσεις πετάνε ως ρουκέτα, ενώ η μείωση πέφτει με τον ρυθμό φτερού, παρατηρεί ο Στέφανος Στεφάνου. Επιστημονική μελέτη καθηγητή του Πανεπιστημίου Κύπρου, καταδεικνύει ότι οι ρυθμοί των αυξήσεων και των μειώσεων, είναι ταυτόσημοι.
«Έρχεται το εμπόρευμα στις μεγάλες δεξαμενές καυσίμων της Λάρνακας. Το Τελωνείο κρατά αρχείο για τα αποθέματα κάθε προιόντος σε κάθε δεξαμενή. Από αυτά τα αποθέματα βγαίνει το μέσο όρο κόστους ανά λίτρο. Όταν τώρα έρχεται ένα φορτίο με αύξηση 5 σεντ το λίτρο, πχ, αυτή η ποσότητα μπαίνει μέσα στη δεξαμενή με το υπόλοιπο προιόν που είναι ήδη μέσα. Δεν σημαίνει ότι όλο αυτό το προιόν πάει 5 σεντ πάνω, συναθροίζεται με τον μέσο όρο κόστους που υπήρχε στο υφιστάμενο εντός της δεξαμενής προιόν και πάει αναλόγως πάνω, μπορεί δηλαδή να βγει μια αύξηση 2 σεντ.
Ομοίως, γίνεται στην περίπτωση της μείωσης. Η διαφορά είναι ότι ο πολίτης αν ακούσει πχ 10 σεντ μείωση, αναμένει ότι θα έχει στο αυτοκίνητο του 10 σεντ μείωση. Δεν είναι έτσι, πάει πάλι ο υπολογισμός με τον μέσο όρο κόστους όπως είπαμε για την αύξηση, άρα η μείωση θα πάει στα 5 ή στα 4 σεντ και όχι στα 10, αυτή είναι η διαδικασία».
Η διακύμανση του περιθωρίου κέρδους του πρατηριούχου πετρελαιοειδών, τονίζει ο πρόεδρος τους, κυμαίνεται στο ένα με ενάμιση σεντ ανά λίτρο. Κάποιοι ωστόσο, παρατηρεί, ενεργούν με τρόπο καταστροφικό για τους ίδιους, συμπαρασύροντας μάλιστα και άλλους.
Οι πρατηριούχοι αυτοί, τονίζει ο Στέφανος Στεφάνου, νομίζοντας ότι αν μειώσουν σε 3 ή 3,5 σεντ την τιμή τους θα πάρουν πελάτες, δεν αντιλαμβάνονται ότι οδηγούνται ολοταχώς σε λουκέτο.
«Αυτό είναι συνάρτηση των πολλών πρατηρίων που υπάρχουν πλέον. Στην Πάφο δεν υπάρχει ακόμη τέτοιο πρόβλημα, αν πάτε στη Λευκωσία ή τη Λεμεσό όμως, με την υπερπληθώρα πρατηρίων, θα δείτε διαφορές δύο και τριών ευρώ σε πρατήρια. Οι αποκλείσεις αυτές δεν είναι λογικές και δείχνουν ξεκάθαρα την πορεία επαγγελματικής καταστροφής που χαράζει αυτός που την ακολουθεί.
Έτσι θα πρέπει να υπολογίζεται το θέμα και όχι με τη δημοσιογραφική προσέγγιση του πού είναι τα φθηνότερα και ακριβότερα πρατήρια. Δηλαδή, αν εντοπίσεις ένα πρατήριο με τρία σεντ φθηνότερο καύσιμο ανά λίτρο κάπου στην Αγλαντζιά, είναι λογικό να ξεκινήσεις από την άλλη άκρη της Λευκωσίας ή από άλλη πόλη να πας να γεμίσεις; Αν είναι δύο πρατήρια απέναντι το ένα από το άλλο, αυτό έχει λογική. Από τη στιγμή που θα ταξιδεύσεις όμως, παύει αυτόματα να έχει όφελος η διαφορά για τον καταναλωτή.
Κατά μέσο όρο ο πολίτης πληρώνει 200 ευρώ τον μήνα σε καύσιμα. Αυτό σημαίνει 150 λίτρα περίπου και με το ένα σεντ διαφορά το λίτρο, σημαίνει ενάμιση ευρώ τον μήνα διαφορά. Για ενάμιση ευρώ τώρα, ποιος λογικός άνθρωπος θα κάτσει να σκέφτεται πού να πάει για να το εξοικονομήσει και να κάνει διαδρομές χιλιομέτρων, όταν δίπλα του υπάρχει πρατήριο».
Όταν ανέλαβε την προεδρία του Συνδέσμου το 2007, τονίζει ο κ. Στεφάνου, υπήρχαν 240 πρατήρια παγκυπρίως. Σήμερα, επισημαίνει, τα πρατήρια είναι 315.
« Η πίτα της αγοράς καυσίμων τότε», αναφέρει, «ήταν ένα δισεκατομμύριο λίτρα καύσιμα τον χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι κάθε πρατήριο έκανε τότε 4,1 εκατομμύρια λίτρα κατά μέσο όρο.
Σήμερα η πίτα έχει μειωθεί βάσει των στοιχείων, στα 850 εκατομμύρια από το ένα δις. Διαιρώντας το με τα 315 πρατήρια, βρίσκουμε ότι ο μέσος όρος ανά πρατήριο ετησίως έπεσε στα 2,7 εκατομμύρια λίτρα. Χάθηκε ενάμιση εκατομμύριο λίτρα για κάθε πρατήριο, που αν το πολλαπλασιάσουμε με τα πέντε σεντ του κέρδους του πρατηριούχου ανά λίτρο, βρίσκουμε ότι κάθε πρατήριο έχασε σήμερα 80 χιλιάδες ευρώ εισόδημα λόγω της αύξησης των πρατηρίων και της μείωσης της αγοράς».
Η κατάσταση αυτή, εξηγεί ο πρόεδρος των πρατηριούχων, συνέτεινε στο να εξαγορασθούν πολλά πρατήρια από τις ίδιες τις εταιρείες πετρελαιοειδών. Ενώ πριν 10 χρόνια δεν υπήρχε κανένα πρατήριο ιδιοκτησία των εταιρειών, αλλά μόνο των πρατηριούχων, σήμερα ο ολοένα και αυξανόμενος αριθμός των πρατηρίων που δεν πάει καλά οικονομικά ωθεί σε εξαγορά τους από τις εταιρείες.
«Είναι εκείνα τα πρατήρια που θα έβαζαν λουκέτο επειδή δεν είχαν δουλειά για να κερδοφορήσουν», τονίζει, « και απλώς τα εξαγόρασαν οι εταιρείες. Σήμερα όμως που οι εταιρείες πήραν όσα πρατήρια χρειάζονταν, όσα πρατήρια κινδυνεύουν στο εξής με πτώχευση, απλώς θα κλείνουν».
Αν δει κάποιος τους πίνακες που δίνονται κατά περιόδους στη δημοσιότητα με τις τιμές ανά πρατήριο, θα προσέξει, τονίζει ο Στέφανος Στεφάνου, ότι πάντοτε τα φθηνότερα βενζινάδικα είναι τα εταιρικά.
«Οι σταθμοί που εξαγόρασαν από τους πρατηριούχους οι ίδιες οι εταιρείες πετρελαιοειδών, πωλούν φθηνότερα καθότι η εταιρεία έχει ιδιόκτητα περίπτερα, έχει το ποσοστό της και συνεπώς μπορεί να πωλήσει φθηνότερα κατά ένα και ενάμιση σεντ. Γενικά όμως, μέσα στην Πάφο οι τιμές όλων των πρατηρίων είναι ίδιες, με μισό σεντ απόκλιση, άρα όπου και να πάει ο οδηγός για να γεμίσει το ένα και το αυτό».
Ο πρόεδρος του Παγκυπρίου Συνδέσμου Πρατηριούχων επισημαίνει ότι σε αντίθεση με το τι επικρατεί στην κοινή γνώμη, ο Σύνδεσμος δεν αντιτίθεται στην αδειοδότηση και λειτουργία νέων επιχειρήσεων, νοουμένου όμως ότι δικαιολογείται κάτι τέτοιο από την πληθυσμιακή διαφοροποίηση και την χωροταξική επέκταση μιας περιοχής.
« Για παράδειγμα η Λακατάμια ήταν ένα χωριό, χωρίς σταθμό βενζίνης. Η σημερινή Λακατάμια όμως, με τη ραγδαία ανάπτυξη της, δικαιολογεί και με το παραπάνω το να φιλοξενήσει σταθμούς βενζίνης. Το ίδιο συνέβη στο Γέρι, στο Τσέρι ή στην Πάνω Δευτερά.
Στην περίπτωση της Πάφου, αντιθέτως, δεν υπάρχει τέτοια ανάγκη. Η κεντρική λεωφόρος Ευαγόρα Παλληκαρίδη, στην καρδιά του εμπορικού κέντρου της πόλης, φιλοξενεί τέσσερις σταθμούς βενζίνης. Υπάρχει λόγος να δώσουμε πέμπτη άδεια;
Στη λεωφόρο Μεσόγης επίσης, υπάρχουν τρία άλλα πρατήρια. Τι δικαιολογεί την τέταρτη αίτηση;
Άρα, θέση μας είναι να δίνονται άδειες εκεί που υπάρχει όντως ανάγκη. Σε αυτό συμφωνεί μαζί μας και η Πολεοδομία. Δυστυχώς όμως, στην Κύπρο πάνε όλοι κατά παρέκκλιση και παίρνουν άδειες με τους τρόπους που όλοι ξέρουμε».
Ο κ. Στεφάνου ξεκαθαρίζει ότι η Κύπρος έχασε ήδη το τρένο του υγραερίου, ενώ ούτε και στην Ευρώπη γενικότερα αποδείχθηκε δημοφιλής η τάση αυτή της κίνησης.
«Υπάρχουν κάποια πρατήρια που παρέχουν υγραέριο», εξηγεί, «ενώ στην Πολεοδομία εκκρεμούν 40 αιτήσεις για τέτοια ανάπτυξη, που ακόμη αναμένουν έγκριση. Δυστυχώς όμως, χάσαμε το τρένο, είμαστε κατά πολύ καθυστερημένοι χρονικά. Και μιλούμε για μια τεράστια σε έξοδα επένδυση, την οποία όσοι την κάνουν εκτιμώ ότι δεν θα την καλύψουν ποτέ.
Το νέο ζητούμενο διεθνώς πλέον, είναι η ηλεκτροκίνηση στο αυτοκίνητο, όχι το υγραέριο. Στην Ευρώπη το υγραέριο δεν πέτυχε, μέσος όρος χρήσης του είναι μόλις το 5%. Άρα πρέπει να αποδειχθούμε προνοητικοί και να προωθήσουμε από τώρα να πάμε κατευθείαν στις εγκαταστάσεις ηλεκτροκίνησης.
Μας πρόλαβαν ήδη τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, σε πολλές ευρωπαικές πόλεις είναι διάσπαρτα πια τα σημεία ταχείας ηλεκτρικής φόρτισης αυτοκινήτου».