Pafos Net

Περί ΜΜΕ και Πολιτικών Δημοσιότητας

title image

Του κ. Κωνσταντίνου Γ, Αθανασόπουλου

Πανεπιστημιακού*

 

Τα θέματα της επικοινωνίας μετά του Κοινού, των Δημο­σίων Σχέσεων δηλαδή, (με την ευρύτερη έννοια τον όρον), και τα θέματα των Μέσων, Διαδικασιών και Τεχνικών, μέσω των οποίων αυτή επιτυγχάνεται, δεν έχουν αποτελέσει στην Ελλάδα αντικείμενο εκτενούς, ενδελεχούς και συστηματικής έρευνας και μελέτης, παρά την σημαντική και ιδιάζουσα ση­μασία τους.

Το γεγονός αυτό οφείλεται σε σειρά λόγων, όπως η μη συστηματική επαγγελματική κατοχύρωση των συναφώς απασχολουμένων, η μη ολοκληρωθείσα τεχνολογική εξέλιξη του συνόλου του Τύπου, η με καθυστέρηση «εισβολή» της Τηλεό­ρασης στην Ελλάδα, η αδιαφορία τον ευρέος Κοινού για την κατάσταση των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, η «καταγγελλομένη αναξιοπιστία» των Μέσων, η συνειδητή ή μη ενασχό­ληση με άλλα κοινωνικά θέματα κ.λ.

H «πλήρης» ενασχόληση Ειδικών Ερευνητών, (ανεξαρτή­τως της επιστημονικής τους υποδομής και προέλευσης), με πτυχές του όλου ζητήματος, (π.χ. με θέματα Μέσων των Δη­μοσίων Σχέσεων κ.λ.), έχει οδηγήσει στην «παραγωγή» (ενίο­τε) λίαν αξιόλογων καταγραφών και συστηματικών Μελετών, αλλά εξ άλλης πλευράς, σημαντικά θέματα, (συνιστώντα ενίοτε τμήμα της πεμπτουσίας του όλου ζητήματος), παραμέ­νουν «ανέπαφα», «αδιερεύνητα», «άβατα», «αγνοούμενα».

Εάν στην κατάσταση αυτή προστεθεί και η «απροθυμία» (ή η «αδυναμία»;) του Νομοθέτου να προβεί στην λήψη των αναγκαίων σχετικών μέτρων, (μέσω ενός πλέγματος νομοθε­τικών ρυθμίσεων ορθολογικών, βιώσιμων, συστηματικών, λυσιτελών, τελεσφόρων), τότε το πράγμα προσλαμβάνει άλ­λες διαστάσεις, και, ενδεχομένως, οδηγεί στην δημιουργία συνθηκών ευχερούς, (υπό προϋποθέσεις), καταστρατήγησης των στόχων, των σκοπών και της αποστολής των Δημοσίων Σχέσεων και, βεβαίως, των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, μέσω των οποίων αυτές επιτελούν την αποστολή τους, όποτε δήποτε, υπό οίου δήποτε.

H γνωστή συνταγματική επιταγή, επαναλαμβανόμενη στερεοτύπως σε όλα τα τελευταία Συντάγματα της Χώρας [βλ. άρθρο 14 του ισχύοντος Συντάγματος, όπως αυτό ανα­θεωρήθηκε με το Ψήφισμα της 6ης Απριλίου 2001 της Ζ΄ Ανα­θεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, (...Νόμος ορίζει τις προϋ­ποθέσεις και τα προσόντα άσκησης του Δημοσιογραφικού Επαγγέλματος. Το ιδιοκτησιακό καθεστώς, η οικονομική κα­τάσταση και τα μέσα χρηματοδότησης των Μέσων Ενημέρω­σης πρέπει να γίνωνται γνωστά, όπως νόμος ορίζει...)], μη υλοποιηθείσα μέχρι τούδε, κάθε άλλο παρά λειτουργεί ως «ε­φαλτήριο», «προπομπός», «κατευθυντήριος οδηγία» και «ε­ρέθισμα» για τον Κοινό Νομοθέτη να αναλάβει την ευθύνη διευθέτησης θεμάτων Επικοινωνίας εν γένει, από μακρού λιμναζόντων και οδηγούντων σε κοινωνικές «αγκυλώσεις», «πολιτικές δυσλειτουργίες», «κομματικές παρεμβάσεις».

Εξ άλλου, πολλά συναφή θέματα, ιδιαιτέρας δε σημασίας, παραμένουν πάντοτε, δυστυχώς εκτός του πεδίου τόσον της ενδελεχούς και συστηματικής έρευνας υπό μεμονωμένων Ερευνητών, όσον και των αντίστοιχων «λειτουργικών» νομο­θετικών ή διοικητικών παρεμβάσεων και πρωτοβουλιών προς περαιτέρω ρυθμίσεις.

Μεταξύ των θεμάτων αυτής της κατηγορίας περιλαμβά­νονται και τα ακόλουθα, περί των οποίων, πλην ελαχίστων περιπτώσεων, το εκδηλωθέν ερευνητικό ενδιαφέρον είναι μι­κρής έκτασης ή ανύπαρκτο:

α. H οριοθέτηση κατ’ αρχάς αυτής ταύτης της έννοιας των Δημοσίων Σχέσεων και ιδίως η οριοθέτηση των προσόντων και των ιδιοτήτων, τα οποία πρέπει να διαθέτει ο Σύμβουλος Δημοσίων Σχέσεων. Εν προκειμένω η καταχρηστική χρήση αυτού του τίτλου υπό πλήθους «ασχέτων» είναι ιδιαζόντως υπερβολική.

β. Το «ετερόκλητο» καθεστώς ιδιοκτησίας των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, (τα οποία καλούνται να «υπηρετή­σουν» τις Δημόσιες Σχέσεις), περί το οποίο οι ρυθμίσεις ποι­κίλλουν, απαιτουμένης, κατά περίπτωση, ονομαστικοποίησης των μετοχών των ανωνύμων εταιρειών ιδιοκτησίας των Μέσων, επιτρεπομένης ενίοτε της κατοχής μετοχών ποσο­στού συγκεκριμένου «πλαφόν» για τους επί μέρους μετόχους εταιρειών δραστηριοποιουμένων στον χώρο των Μέσων Μα­ζικής Επικοινωνίας, απαγορευομένης της κατοχής, ενίοτε και υπό προϋποθέσεις, μετοχών εταιρειών δραστηριοποιουμένων στον τομέα των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας υπό προσώπων αναλαμβανόντων δημόσια έργα κ.ά..

Επί του τελευταίου σημείου διετυπώθη η άποψη κατά πό­σον είναι «ισχυρός» ο περιορισμός αυτής της μορφής, υπό το καθεστώς της επιταγής του ισχύοντος εν Ελλάδι Συντάγμα­τος περί της δυνατότητας εκάστου «να διαδίδει ελευθέρως προφορικώς και εγγράφως τους στοχασμούς τον...». Εν πάση περιπτώσει, το όλο θέμα πρέπει «να κρατηθεί» προς περαιτέ­ρω έρευνα, επί σκοπώ εναρμόνισης της σχετικής κατάστασης προς τα ισχύοντα σε άλλες Χώρες, ιδίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένης της παντοειδούς σημασίας του και υπό το φως μάλιστα του εκδηλουμένου τεραστίου ενδιαφέροντος, (λόγω της ευχερούς πλέον μετακίνησης των διεθνών κεφαλαί­ων), των πολυεθνικών επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως πεδίου άλ­λων δραστηριοτήτων, να «εμπλακούν» και στον τομέα των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, είτε ως αποκλειστικοί ιδιο­κτήτες, είτε ως ασκούντες «δεσπόζουσα» επιρροή ως συνιδιο­κτήτες των Μέσων, είτε, τέλος, ως εμφανείς χρηματοδότες υπό άλλες μορφές.

γ. Το «μέγεθος» της Ιδιωτικής Ραδιοφωνίας και της Ιδιω­τικής Τηλεόρασης, τόσον ως Μέσων γενικής Δημοσιότητας, όσον και ως Μέσων Δημοσίων Σχέσεων. Το εν λόγω θέμα εί­ναι εκ των πλέον αμφιλεγομένων, διατυπωθεισών εν προκειμένω διαφόρων και ετεροκλήτων απόψεων, των μεν τασσομένων αναφανδόν υπέρ της Δημόσιας Ραδιοφωνίας και της Δημόσιας Τηλεόρασης και των δε υπέρ ελευθέρως ιδρυομένων και άνευ κρατικών παρεμβάσεων, υπό την μορφή προη­γουμένων αναγκαίων αδειών λειτουργίας, Ιδιωτικών σταθ­μών Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης.

Πλην των ως άνω δύο «ακραίων» θέσεων η συναφής διε­θνής φιλολογία περί το θέμα προσθέτει άλλους τρόπους «μετριασμού» των «παρενεργειών» της εφαρμογής της μίας ή της άλλης άποψης εμφανίζουσα σειρά λύσεων, ως η Δημοτι­κή Ραδιοφωνία και η Δημοτική Τηλεόραση (N.2644/1998), η Ραδιοφωνία και η Τηλεόραση, η ελεγχόμενη ιδιοκτησιακώς υπό υφισταμένων ήδη συγκροτημένων σχημάτων, (π.χ. Εκκλησία, η οποία, εξ άλλης πλευράς, συνιστά ιδιαιτέρα μορ­φή «έννομης τάξης»), η ελεγχόμενη υπό νομίμως λειτουργούντων αποκεντρωμένων και αυτοδιοικουμένων λειτουργιών τον Κράτους (π.χ. Πανεπιστημίων), η ελεγχόμενη υπό πληθυσμιακών ή άλλης υφής Μειονοτήτων κ.ά..

δ. Το πλαίσιο δραστηριότητας των Μέσων Μαζικής Επι­κοινωνίας ανεξαρτήτως των στόχων αξιοποίησής τους, (για σκοπούς Ειδησεογραφικούς, Διαφημιστικούς, Δημοσίων Σχέσεων κ.ά.), και το θέμα των επ’ αυτών ρυθμίσεων, εάν δη­λαδή θα δεσπόζουν εν προκειμένω νομοθετικής ή διοικητι­κής υφής μέτρα κ.ά..

ε. Το θέμα του ελέγχου της λειτουργίας και των οικονομι­κών των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, ελέγχου ο οποίος πρέπει να είναι αντικειμενικός, διαφανής, καθολικός, άνευ εξαιρέσεων δηλαδή, αδιάβλητος, λυσιτελής και περί του οποίου άλλως τε υπάρχει και σχετική συνταγματική πρόνοια.

Στην Ελλάδα με θέματα Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης, πέραν των άλλων Νομοθετικών και Διοικητικών Αρχών, α­σχολούνται και δύο Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές: H Εθνι­κή Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων και το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης.

Μεταξύ του σημαντικού έργου των εν λόγω Αρχών συγ­καταλέγονται ο έλεγχος εφαρμογής υπό των Μέσων της κειμένης νομοθεσίας, τόσον εκείνης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον και εκείνης Εθνικής προέλευσης, η πάταξη της πειρατίας των ερτζιανών, η τήρηση των ορίων ισχύος των πομπών, η ποιότητα του μεταδιδομένου Προγράμματος, η ανακριβής πληροφόρηση κ.ά.

Σημειώνεται, ότι το έργο των εν λόγω Αρχών καθίσταται δυσχερές και εκ του γεγονότος, ότι εντός Ελλάδος εκπέ­μπουν σήμα περισσότεροι των 1.500 ραδιοφωνικών σταθ­μών, μερικοί των οποίων στερούνται νομιμοποιητικών εγ­γράφων.

Προς αντιμετώπιση (και) αυτού του προβλήματος η Εθνι­κή Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων εξεπόνισε και εφαρμόζει προσφάτως ειδικά πιλοτικά προγράμματα λειτουργίας σταθερών σταθμών ελέγχου ραδιοφωνικών συ­χνοτήτων κ.λ.

στ. Το θέμα της «έμμεσης» λογοκρισίας επί του καθ’ οίον δήποτε τρόπον μεταδιδομένου «υλικού» από τα Μέσα Μαζι­κής Επικοινωνίας, είτε αυτό είναι Ειδησεογραφικής υφής, εί­τε Διαφημιστικής, είτε Δημοσίων Σχέσεων κ.ά.

ζ. Το πρόβλημα της πηγής των πληροφοριών και της δυνα­τότητας πρόσβασης στην πηγή όλων των τυχόν ενδιαφερομέ­νων, «αποκλειομένης» της επιλεκτικής παροχής αυτής της δυνατότητας κατά το δοκούν στον «συνιστώντα» ή «ελέγχοντα» την πηγή. Επί μέρους πτυχή του θέματος συνιστά και η παρεχομένη ή μη δυνατότητα ελέγχου στοιχείων δημοσκο­πήσεων, βάσει των οποίων ανακοινώνονται «θέσεις» της Κοι­νής Γνώμης κ.λ.

η. H προστασία της ιδιωτικής ζωής των Προσωπικοτήτων και των απλών Πολιτών, έναντι του «αδηφάγου» ενδιαφέρο­ντος των Μέσων και των Καταναλωτών των υπηρεσιών τους να υπεισέρχονται στα «άδυτα των αδύτων» της ζωής Προσώ­πων, ευρισκομένων μονίμως ή προσκαίρως στο προσκήνιο της επικαιρότητας, για διαφόρους λόγους, σημαντικούς ή μη, παρά το γεγονός, ότι πολλές φορές είναι αρκετοί εκείνοι, οι ο­ποίοι μέσω «Συμβούλων» Δημοσίων Σχέσεων διαχέουν οι ίδι­οι πληροφορίες ιδιαιτέρως προσωπικής υφής, για διάφορους λόγους (διαφημιστικούς κ.ά.).

θ. Τα προσόντα των Στελεχών του χώρου της Δημοσιότη­τας εν γένει, ο τρόπος εκπαίδευσής τους, ο τρόπος επιλογής τους από τα Μέσα, οι συνθήκες εργασίας τους, ενίοτε ιδιαζό­ντως επικίνδυνες, -ο αριθμός των δολοφονηθέντων Δημοσιο­γράφων σε διάφορες Χώρες είναι δηλωτικός του φαινομένου: ανήλθαν σε 99 κατά την τελευταία επταετία, η «θωράκισή» τους έναντι πιθανών επιρροών κατά την άσκηση των κα­θηκόντων τους, πέραν των ορίων των ρυθμίσεων των Κωδί­κων Επαγγελματικής Δεοντολογίας των οικείων Επαγγελ­ματικών Ενώσεων, η σχέση τους με την Εξουσία κ.ά..

Ειδικώτερον, σε σχέση με τα θέματα του Προσωπικού των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας και ιδίως του Τύπου, βασικού οργάνου των Δημοσίων Σχέσεων εξ άλλης πλευράς, σημειώ­νεται εδώ, ότι η τρέχουσα κατάσταση εμφανίζεται παγκοσμίως όλως ετερόκλητη.

Σε επίπεδο πολλών Χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης λό­γω του μεγάλου ανταγωνισμού, ιδίως στον χώρο του Τύπου, (ΙNTERNET, έκδοση εφημερίδων διανεμόμενων δωρεάν, δικτυακές εκδόσεις, μείωση εσόδων εκ διαφημίσεων κ.ά.), οι α­πολύσεις Στελεχών (Δημοσιογράφων, Τεχνικών κ.ά.) τείνουν να λάβουν ενδημική μορφή.

H κατάσταση στην αντίπερα όχθη τον Ατλαντικού είναι πλέον σύνθετη: οι κυκλοφορίες πολλών εφημερίδων, βασι­κών Μέσων Δημοσίων Σχέσεων, παραμένουν κατά την τε­λευταία πενταετία σταθερές και τα έσοδα εκ διαφημίσεων αυξάνουν, αλλά εντείνονται οι απολύσεις Δημοσιογράφων.

H συνήθης ερμηνεία του φαινομένου των απολύσεων εί­ναι η αυτή: οι Μέτοχοι των Εκδοτικών Εταιρειών, εισηγμέ­νων κατά κανόνα στα οικεία τοπικά Χρηματιστήρια, μη δυνάμενοι να συμπιέσουν τα άλλα στοιχεία κόστους, (τιμές χάρτου, αμοιβές διανεμητών, ασφαλιστικές εισφορές κ.ά.), επιλέ­γουν την οδό της μείωσης του Στελεχιακού Δυναμικού, ενίο­τε και προληπτικώς, πράγμα, το οποίο, εξ άλλης πλευράς, κα­τά την άποψη των Ενώσεων των Δημοσιογράφων, «συνεφέλκεται εκπτώσεις επί των τομέων περιεχομένου, ποιότητας και αντικειμενικότητας».

ι. H αντικειμενικότητα των διαχεομένων πληροφοριών, εί­τε πρόκειται περί ειδήσεων, είτε περί μηνυμάτων Δημοσίων Σχέσεων, είτε περί Διαφημιστικών μηνυμάτων κ.ά.

ια. Οι συνθήκες του εν γένει ανταγωνισμού μεταξύ των Μέ­σων Μαζικής Επικοινωνίας, οι οποίες τείνουν συνεχώς να καταστούν κυριολεκτικώς αδυσώπητες και εξοντωτικές, ιδία μετά την έξαρση του φαινομένου της «περιφερειοποίησης» των Μέσων, ιδίως του Τύπου.

Υπενθυμίζεται, ότι οι νέες συνθήκες λειτουργίας των Μέ­σων Μαζικής Επικοινωνίας και ιδίως εκείνες περί Τύπου, χα­ρακτηριζόμενες από την ένταση του ανταγωνισμού, την ψη­φιοποίηση της διαδικασίας παραγωγής, τις δικτυακές εκδό­σεις κ.ά., οδηγούν σε επείγουσες αναζητήσεις νέων προσεγ­γίσεων.

Έτσι, δεν πρέπει να θεωρηθεί τυχαίο το γεγονός, ότι προσφάτως Επίτροπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπεύθυνος για τα συναφή θέματα επεδίωξε, μέσω ενός «Brainstorming», με την συμμετοχή Εκδοτών εκ Χωρών της Δυτικής Ευρώπης, να διατυπωθούν προτάσεις αντιμετώπισης των νέων συνθηκών και προκλήσεων.

Επισημαίνεται, ότι τα νέα προβλήματα είναι ενίοτε ιδιάζουσας υφής και σύνθετα, τείνοντα να λάβουν παγκόσμια διά­σταση. Ενδεικτικώς αναφέρεται εδώ σχετική πρόσφατη πρω­τοβουλία της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου (FIFA), η οποία επεδίωξε να θέσει νέους όρους για την κάλυψη των α­γώνων ποδοσφαίρου μέσω δικτυακών εκδόσεων εφημερίδων, περιλαμβάνοντες περιορισμό του αριθμού των φωτογραφιών, οι οποίες θα παρουσιάζονται σε ηλεκτρονικές εκδόσεις των ε­φημερίδων, η τυχόν μετάδοσή τους να πραγματοποιείται δύο ώρες μετά την λήξη των αγώνων κ.ά.

Είναι αυτονόητο, ότι ενέργειες αυτής της μορφής, κατά την άποψη των Εκδοτών εφημερίδων, περιορίζουν την ελεύ­θερη κυκλοφορία και διάχυση των πληροφοριών, οδηγούν σε μειώσεις κυκλοφοριών κ.ά.

ιβ. H ευθύνη των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας έναντι της Κοινωνίας, η οποία απασχολεί πλέον όχι μόνον επί μέρους Πολίτες ή Ενώσεις Πολιτών, αλλά σχηματισμούς, όπως η Ευ­ρωπαϊκή Ένωση, επί μέρους Κράτη κ.ά..

Υπενθυμίζεται εδώ, ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απασχοληθέν προ τινός χρόνου με σχετική Έκθεση της Επιτρο­πής Πολιτικών και Εσωτερικών Υποθέσεων, διεπίστωσε, ότι στα σημερινά Κράτη το δικαίωμα της πληροφόρησης εν γένει το ασκούν Κοινωνικές Ομάδες και Επιχειρήσεις από την σκοπιά συνήθως της πολιτικής τους τοποθέτησης. Οι εν λόγω Φορείς, όμως, είναι αναγκαίο να αντικατοπτρίζουν την πολυμέρεια της Κοινωνίας, προς την οποία απευθύνονται και να προάγουν ένα πραγματικό διάλογο μεταξύ Μέσων και Κοινωνίας. Παραλλήλως, ετονίσθη, ότι πρέπει να συνδυασθούν αρμονικώς η ελευθερία έκφρασης και η ελευθερία επι­χειρηματικής δράσης και να διασφαλισθεί το δικαίωμα των Πολιτών να διαδίδουν ελευθέρως τις σκέψεις των. Πέραν αυ­τών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, υιοθέτησε προσφάτως «Έκθεση σχετικά με τα Κρατικά Ραδιοτηλεοπτικά Μέσα στην ψηφιακή εποχή: το μέλλον του διττού συστήμα­τος».

Επισημαίνεται, ότι στο νέο ψηφιακό περιβάλλον η δωρεάν δημόσια προσφορά των δικτύων αποτελεί πρόβλημα για πολλά εμπορικά σήματα.

Πέραν αυτών, τα θέματα των Μέσων Μαζικής Επικοινω­νίας ανεξαρτήτως των στόχων, τους οποίους κατά περίπτω­ση υπηρετούν (Ειδησεογραφίας, Διαφήμισης, Δημοσίων Σχέσεων κ.ά.), απησχόλησαν και κατά το παρελθόν εκ νέου το Κοινοβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την κα­τεύθυνση θέσπισης νέων ρυθμίσεων και προσεγγίσεων, όχι μόνον λόγω της σύνολης σημασίας τους, αλλά και λόγω των παρατηρούμενων συναφών ραγδαίων αλλαγών σε εθνικό, διεθνές και παγκόσμιο επίπεδο.

Σχετικώς αναφέρεται Ειδική Έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην οποία, πέραν σειράς καταγραφόμενων σημαντικών διαπιστώσεων, (όπως π.χ. η διαπίστωση, ότι τα τηλεοπτικά προγράμματα, περιλαμβάνοντα, ως εκ της φύσεως του πράγματος, εμφανή ή αφανή μηνύματα Δημοσίων Σχέσεων κ.λ., τα οποία εισάγονται από τις Η.Π.Α. στην Ε.Ε. ανέρχονται σε ποσοστό έως και 70% των μεταδιδόμενων προγραμμάτων, ενώ τα τηλεοπτικά προγράμματα ευρωπαϊ­κής προέλευσης τα οποία εισάγονται στις Η.Π.Α. μετά βίας ανέρχονται σε ποσοστό 1% του μεταδιδόμενου στις Η.Π.Α. τηλεοπτικού υλικού κ.ά.), διατυπώνονται και κρίσιμες επιση­μάνσεις, όπως:

- Είναι αναγκαία μία νέα πολιτική «επιθετικού χαρακτή­ρα» από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την κατεύθυν­ση της εξασφάλισης της βιωσιμότητας της ευρωπαϊκής βιο­μηχανίας οπτικοακουστικών μέσων και υλικού, δεδομένου τον γεγονότος, ότι ο εν γένει κύκλος εργασιών του τομέα των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας υπερβαίνει κατ’ έτος το ποσό των 400.000.000.000 ΕΥΡΩ εντός της Ε.Ε.

Είναι αναγκαία η εξασφάλιση και η διατήρηση της πολυ­μορφίας των διαφόρων πολιτισμικών παραδόσεων και των επί μέρους εθνικών γλωσσών εντός της Ε.Ε., πράγμα το οποίο πρέπει να υποστηριχθεί και μέσω Προγραμμάτων Προβολής.

Είναι αναγκαία η εφαρμογή πολιτικών στήριξης της δυ­νατότητας ανταγωνισμού της βιομηχανίας οπτικοακουστικών μέσων και υλικού ως παράγοντος οικονομικής ανάπτυ­ξης, αλλά εξ ίσου αναγκαία εμφανίζεται η δι’ αυτής αναπα­ραγωγή της πολιτιστικής ταυτότητας της Ευρωπαϊκής Ηπεί­ρου, η οποία φαλκιδεύεται ποικιλοτρόπως εκ πολλών πλευ­ρών και ιδίως από πλευράς Η.Π.Α., και μέσω Προγραμμά­των Δημοσίων Σχέσεων, (π.χ. Ιδρυμάτων χορήγησης υποτρο­φιών σε νέους Επιστήμονες κ.ά.).

Είναι αναγκαία η ρύθμιση των θεμάτων των μεταδιδόμε­νων διαφημίσεων, οι οποίες συνιστούν αληθή και ουσιαστικό αιμοδότη των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, ιδίως εκείνων ιδιωτικής ιδιοκτησίας και εντός του χώρου της Ε.Ε. Επισημαίνεται εν προκειμένω, ότι ενίοτε πληροφορίες εκ του χώ­ρου των Δημοσίων Σχέσεων δημοσιοποιούνται ευρέως ή μη υπό των Μέσων (και) αναλόγως των διαφημιστικών δαπα­νών, εκείνων στους οποίους αναφέρονται.

Είναι αναγκαία η επανεξέταση προς ρεαλιστικώτερες προσεγγίσεις του θέματος των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας των διαφόρων Δημιουργών, η πάταξη της πειρατίας πάσης μορφής εν γένει κ.ά.

Πέραν του Κοινοβουλίου και η Επιτροπή της Ευρωπαϊ­κής Ένωσης υπέβαλε προ τινός στο Συμβούλιο κείμενο Οδη­γίας για την «Τηλεόραση χωρίς σύνορα», εντός των 25 Χω­ρών Μελών της Ένωσης, με βάση και σχετικές υποδείξεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Υπενθυμίζεται, ότι το τελευταίο εκφράζει κατ’ αυτάς ου­σιώδεις ενστάσεις για την συνεχιζόμενη υπερσυγκέντρωση Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας από άτομα ή επιχειρηματι­κούς Ομίλους, επιθυμεί βελτίωση των όρων προώθησης ευ­ρωπαϊκών τηλεοπτικών συμπαραγωγών κ.ά.

Αναλυτικώς:

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε από την Επιτροπή την λήψη μέτρων σε διάφορους τομείς, όπως:

H προαγωγή της ευρωπαϊκής οπτικοακουστικής βιομη­χανίας, η ενίσχυση Ανεξάρτητων Ευρωπαίων Παραγωγών κ.ά.

H ενίσχυση του Προγράμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης MED1A για την στήριξη της παραγωγής και διανομής τηλεο­πτικών προγραμμάτων ευρωπαϊκής προέλευσης, προκειμένου οι Παραγωγοί τους να αντιμετωπίσουν ευχερώς τον εισαγόμενο από τις Η.Π.Α. ανταγωνισμό.

Επειδή η οπτικοακουστική βιομηχανία υπό καθεστώς πλουραλισμού συνιστά αφ’ ενός παράγοντα οικονομικής ανάπτυξης, λόγω των δημιουργούμενων θέσεων απασχόλη­σης και αφ’ ετέρου παράγοντα πολιτιστικής ανέλιξης και εμ­πέδωσης δημοκρατικών θεσμών, πρέπει να ενισχυθεί στο με­γαλύτερο εφικτό επίπεδο.

H επιδίωξη δημιουργίας συνθηκών συγκρότησης τόσον ε­νός ανεξάρτητου δημόσιου οπτικοακουστικού τομέα, όσον και ενός ιδιωτικού εμπορικού τομέα, εξασφαλιζόμενης με παρεμβάσεις ρυθμιστικού χαρακτήρα της μεταξύ των ισορ­ροπίας.

H εξασφάλιση της ποιότητας των προγραμμάτων.

O διαχωρισμός κυρίως προγράμματος, διαφημιστικών μηνυμάτων και μηνυμάτων Δημοσίων Σχέσεων.

H υπαγωγή των νέων μορφών Τηλεόρασης μέσω δικτύων ADSL, INTERNET και μεταφερόμενων τηλεφώνων, στους αυτούς κανόνες λειτουργίας με την «παραδοσιακή» Τηλεό­ραση.

H ενίσχυση των Πολιτικών των επί μέρους Κρατών Με­λών κατά της συγκέντρωσης Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας από Άτομα ή Ομίλους, δεδομένου, ότι αυτή συνιστά απειλή για τους δημοκρατικούς θεσμούς, την πολιτιστική πολυφω­νία, την καταχρηστική μετάδοση μηνυμάτων των Δημοσίων Σχέσεων κ.ά.

ιγ. Το θέμα της οικονομικής ενίσχυσης των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας παρά του Κράτους, είτε ευθέως, είτε εμμέσως με την μορφή παροχής υπηρεσιών στα Μέσα από Κρατικές Υπηρεσίες ή Δημόσιες Επιχειρήσεις, με εκπτώσεις επί των ισχυόντων για άλλους χρήστες τιμολογίων κ.ά., ανεξαρτήτως των ρυθμίσεων για την δημοσίευση ή μετάδοση διαφημίσεων, σημαντικότατης πηγής εσόδων για όλα τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, η οποία (δημοσίευση ή μετάδοση) ρυθμίζεται (συνήθως...) υπό Κωδίκων Δεοντολογίας.

Σε σχέση με την οικονομική κατάσταση των Μέσων Μαζι­κής Επικοινωνίας αναφέρονται εδώ όλως ενδεικτικώς μερικά πρόσφατα στοιχεία για τις τηλεοπτικές επιχειρήσεις σε Χώρες Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτά καταγράφονται στην έκδοση  Yearbook του παρελθόντος έτους του Ευρωπαϊ­κού Οπτικοακουστικού

 

 

 

Παρατηρητηρίου:

- Τα έσοδα των τηλεοπτικών επιχειρήσεων των Χωρών Με­λών έχουν αυξηθεί κατά την τελευταία πενταετία, παρά τις περί του  αντιθέτου δυσοίωνες προβλέψεις σε ποσοστό 4,4% εν σχέσει με την προηγουμένη πενταετία..

Ποσοστό 90% των συνολικών εσόδων της τηλεοπτικής βιομηχανίας των Χωρών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης προέρχεται από ανταποδοτικά τέλη, διαφημίσεις και συν­δρομές. Το υπόλοιπο ποσοστό εσόδων 10% συγκροτούν έσο­δα εκ πωλήσεων τηλεοπτικών προγραμμάτων, μισθώσεις ε­ξοπλισμού κ.ά.

O ρυθμός ανάπτυξης της εν γένει τηλεοπτικής αγοράς ε­ντός των Χωρών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ανομοιογενής, προηγουμένης εν προκειμένω της Γαλλίας, ενώ εν σχέσει με πραγματοποιηθέντα κατά διάφορες χρονικές πε­ριόδους έσοδα προηγείται η Μεγάλη Βρεταννία και ακολου­θούν η Γερμανία, η Ιταλία, η Ισπανία κ.ά.

Πέραν όλων αυτών για την διαμόρφωση πληρέστερης και ευκρινέστερης εικόνας επί του θέματος της συλλογής, αξιο­λόγησης, διάχυσης δωρεάν ή μη των πληροφοριών εν γένει, είναι αναγκαία ενδεικτική αναφορά στο INTERNET.

Όπως είναι γνωστόν, το INTERNET έχει δημιουργηθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες της Βόρειας Αμερικής περί τα τέλη του έ­τους 1960 υπό Eρευνητών, οι οποίοι ανεζήτουν τρόπους σύνδε­σης ηλεκτρονικών υπολογιστών εγκατεστημένων σε διάφορες πόλεις, κυρίως των Ηνωμένων Πολιτειών, με προέχοντα τον «ακαδημαϊκό» χαρακτήρα του πράγματος.

Η χρήση του συστήματος λόγω των πολλαπλών δυνατοτή­των, εφαρμογών και πλεονεκτημάτων του έχει γενικευθεί α­πό των αρχών του έτους 1990 και είναι σήμερα δυνατή η πρό­σβαση σ’ αυτό από περισσότερες των 150 Χωρών, ενώ οι χρή­στες του συστήματος ανέρχονται πλέον σε δισεκατομμύρια, παρά το θρυλούμενο, ότι αποτελεί μία μη προβλέψιμη μηχα­νή (non trivial machine).

Τέλος, εκφράζεται η ευχή όπως, ούτως εχόντων των πραγμάτων, τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας αποτελούσαν εφεξής «συνεκτικό» κρίκο των Ανθρωπίνων Κοινωνιών εν πνεύματι Δημοκρατίας, κατανόησης και ειρηνικής συνύπαρξης.

 

*Ο Κωνσταντίνος Αθανασόπουλος είναι καθηγητής της Σχολής Νομικών και Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφου, Επισκέπτης Καθηγητής Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ομοτ. Καθηγητής του Παντείου, Ex Ch. L. U. L. Bruxelles, Ex. Int. I.I.A.P., Paris