Ο Κυριάκος Δρουσιώτης μιλά στο PafosNet για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και την μεταρρύθμιση της
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
25 Φεβρουαρίου 2019Η μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όπως έχει μελετηθεί και ετοιμαστεί, δεν αξιολογεί ούτε αγγίζει τα πραγματικά προβλήματα του θεσμού. Η ετοιμασία του νομοσχεδίου βασίζεται σε προϋποθέσεις ανύπαρκτες, που απλώς κρύβουν τα πραγματικά προβλήματα τα οποία θα γίνουν με την μεταρρύθμιση πολύ μεγαλύτερα.
Αυτό υποστηρίζει στη σημερινή του συνέντευξη στο PafosNet ένας ειδικός του χώρου, ο Κυριάκος Δρουσιώτης. Οικονομολόγος – εγκεκριμένος λογιστής, πρώην πρόεδρος του ΕΒΕ Πάφου, της Εταιρείας Τουριστικής Ανάπτυξης και του Δ.Σ. της Ελληνικής Τράπεζας, έχει μακρά πείρα για την τοπική αυτοδιοίκηση, αφού διετέλεσε κατά καιρούς οικονομικός σύμβουλος σε όλους τους Δήμους της επαρχίας Πάφου, παρουσίασε διαλέξεις επισημαίνοντας τον ερασιτεχνισμό με τον οποίο γίνεται η διαχείριση αλλά και η εποπτεία ελέγχου των Δήμων από το κράτος, ενώ έργο του, επί δημαρχίας Αβέρωφ Νεοφύτου, ήταν ο σχεδιασμός λειτουργίας του περιφερειακού σφαγίου Πόλεως Χρυσοχούς που εξυπηρετεί όλη την επαρχία, με υιοθετημένη πολιτική διαχείριση για να μην υπάρχουν ή να συσσωρευτούν ζημιές που να επιβαρύνουν τον Δήμο.
Ο κ. Δρουσιώτης τονίζει ότι η όλη προσέγγιση για την μεταρρύθμιση δεν διαφέρει από τον τρόπο αντιμετώπισης όλων των υπολοίπων κεφαλαίων ζωτικής σημασίας για την Κυπριακή κοινότητα και τα δημόσια οικονομικά.
« Αυθαίρετα, χωρίς τεκμηρίωση, έχει τεθεί ένας αριθμός Δήμων που πρέπει να μειωθεί και πρόχειρα χωρίς αντικειμενικά κριτήρια, γίνεται προϋπόθεση η μεταρρύθμιση να χωρέσει σε αυτό τον αριθμό», υποστηρίζει. « Η μεταρρύθμιση φαίνεται να βασίζεται σε ένα αριθμό Δήμων που πρέπει να μειωθεί, χωρίς ουσιαστικά να υπεισέρχεται σε αυστηρά αντικειμενικά κριτήρια ή ιδιαίτερες προσεγγίσεις, κάτι που είναι απαραίτητο.
Επειδή είναι ιδιαίτερα δύσκολο να απαριθμηθούν οι αδυναμίες, τα προβλήματα και οι στρεβλώσεις που θα δημιουργηθούν από τυχόν υλοποίηση της Νομοθεσίας, η εστίαση σε συγκεκριμένα σημεία της φιλοσοφίας του Νομοσχεδίου, θα μπορούσε να δώσει δείγματα τα οποία θα μπορούσαν να επιλύσουν τουλάχιστον τα σημαντικότερα από αυτά.
Η διαδικασία υλοποίησης της μεταρρύθμισης πρέπει να γίνει σταδιακά με χρονοδιάγραμμα και ιεράρχιση των δεδομένων και των προβλημάτων. χωρίς εκ των προτέρων να καθοριστεί αριθμός».
Από τα κυριότερα προβλήματα, αναφέρει ο Κυριάκος Δρουσιώτης, είναι ότι η συνένωση ή απορρόφηση Δήμων έπρεπε να γίνει ταυτόχρονα με ένα προκαταρκτικό σχέδιο προγραμματισμού για την εξέλιξη των κοινοτήτων και την πιθανή συνένωση ή απορρόφηση τους από Δήμους, με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα. Χωρίς αυτή την παράμετρο υπάρχει τεράστιο κενό στον τρόπο προσέγγισης της μεταρρύθμισης, αναφέρει.
« Το περιεχόμενο του Νομοσχεδίου περιέχει τόσες ανακρίβειες και αντιφάσεις, που όχι μόνο την ουσία των προβλημάτων δεν αγγίζει, αλλά τυχόν εφαρμογή του θα δημιουργήσει πολύ περισσότερα από τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Υπάρχει πρόνοια για δημιουργία Δήμων όταν οι κοινότητες που μπορούν να συνενωθούν θα έχουν 10.000 κατοίκους και ταυτόχρονα υπάρχει περίπτωση να διαλυθούν Δήμοι που είναι πέραν των 10.000, είναι βιώσιμοι οικονομικά, οργανωμένοι, με διαφάνεια και προοπτικές. Στις περιπτώσεις αυτές επιβάλλεται να γίνει αξιολόγηση των δεδομένων αυτών των Δήμων με τις γειτονικές κοινότητες, από την αρχή. Υπάρχει η περίπτωση επομένως, να απορροφηθεί ένας υγιής Δήμος και οι γειτονικές κοινότητες μετά από κάποια χρόνια να δημιουργήσουν ένα νέο Δήμο.
Σε πολλούς Δήμους και κοινότητες υπάρχει σοβαρό πρόβλημα οργάνωσης, ελέγχου και διαδικασιών για λήψη αποφάσεων. Η οικονομική διαχείριση είναι επίσης χωρίς συγκεκριμένα πλαίσια προγραμματισμού και ελέγχου. Οι περισσότερες κοινότητες δεν έχουν ελεγχθεί για μια δεκαετία περίπου. Αν το κράτος ήθελε να προχωρήσει σε μεταρρύθμιση, το πρώτο βήμα θα ήταν η αξιολόγηση της οργανωτικής δομής, του ελέγχου της παραγωγικότητας και του εσωτερικού ελέγχου των Δήμων και του ελέγχου των κοινοτήτων. Για να υπάρξει αποτέλεσμα, σ' αυτά τα θέματα απαιτείται τουλάχιστον μια περίοδος τριών χρόνων, όπου ο διαρκής έλεγχος για αναδιάρθρωση των υπηρεσιών θα στόχευε πρώτιστα στην αλλαγή νοοτροπίας σε όλο το φάσμα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης».
Το Νομοσχέδιο, δηλώνει ο κ. Δρουσιώτης, δεν έχει συγκεκριμένους αντικειμενικούς στόχους και κριτήρια, άρα αφήνει υπόνοιες για πολύ πρόχειρο εγχείρημα. Είναι ένα Νομοσχέδιο που στοχοποιεί συγκεκριμένους Δήμους που έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και προοπτικές, τονίζει, ενώ δημιουργεί επίσης προϋποθέσεις Δήμων με τεράστια γεωγραφική έκταση και πληθυσμό, ενώ ταυτόχρονα αφήνει να λειτουργούν Δήμοι με πολλά προβλήματα και πολύ περιορισμένες προοπτικές, λόγω γεωγραφικής θέσης.
Με απαραίτητη προϋπόθεση την τροχοδρόμηση της επίλυσης των προβλημάτων αυτών, συνεχίζει ο πρώην πρόεδρος του ΕΒΕ Πάφου, η πιο ασφαλής διαδικασία να προχωρήσει το κράτος σε μεταρρύθμιση είναι αυτό να γίνει σταδιακά σε δύο φάσεις κατά τις οποίες να αξιολογούνται οι αδυναμίες στην εφαρμογή.
« Σαν πρώτη φάση της μεταρρύθμισης», υποστηρίζει, « πρέπει να γίνει ετοιμασία του αριθμού των προβληματικών Δήμων με ειδικά κριτήρια, που αδυνατούν να λειτουργήσουν μόνοι τους και η απορρόφηση ή συνένωση με άλλους Δήμους θα ήταν επωφελής τόσο για τους δημότες αλλά και για το δημόσιο συμφέρον. Τα γεωγραφικά κριτήρια από μόνα τους πρέπει να είναι άσγετα με τα κριτήρια που θα αξιολογούν ένα Δήμο «προβληματικό».
Να αξιολογηθούν επίσης οι Δήμοι, που παρουσιάζονται ως υποψήφιοι να απορροφήσουν τους προβληματικούς Δήμους, από εποπτικό σώμα, να γίνει σχέδιο για πιθανή συνένωση προβληματικών Δήμων, εάν πρακτικά είναι αδύνατη η απορρόφηση τους από άλλο μεγαλύτερο Δήμο, να αξιολογηθούν περιπτώσεις Δήμων που μπορεί να απορροφήσουν κοινότητες, με ειδικά κριτήρια, ενώ για τους Δήμους που είναι υποψήφιοι να απορροφήσουν τους «προβληματικούς» Δήμους, είναι απαραίτητη προϋπόθεση να γίνει μελέτη από ειδικό εποπτικό σώμα, που πρέπει να συσταθεί, για να αξιολογήσει αυτούς τους Δήμους, αν είναι δυνατόν με συμμετοχή ελεγκτικού οίκου. Η αξιολόγηση είναι απαραίτητη για να διαπιστωθεί κατά πόσο οι Δήμοι αυτοί μπορούν να ανταπεξέλθουν σε πιο διευρυμένες ανάγκες εξυπηρέτησης των δημοτών, σε συνάρτηση με την απορρόφηση και την δίκαιη με αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγηση του προσωπικού των «προβληματικών» Δήμων».
Το πιο πιθανόν είναι η αξιολόγηση να μην είναι σε βαθμό που να μπορεί να γίνει τέτοια απορρόφηση ή να απαιτούνται διορθωτικά μέτρα στο μεγάλο Δήμο, για τα οποία να δοθούν εισηγήσεις και χρονοδιαγράμματα για νέα αξιολόγηση, μέχρι που να πληρούνται τα κριτήρια, εκτιμά ο εισηγητής της πρότασης. Το να πάρεις ένα προβληματικό Δήμο και να τον συνενώσεις με κάποιον άλλο που σε μέγεθος είναι μεγαλύτερος, αλλά όχι έτοιμος να δεχτεί την απορρόφηση, θα δημιουργήσει ένα νέο Δήμο με πολύ περισσότερα προβλήματα, τονίζει.
« Μαζί με την αξιολόγηση των Δήμων που φαίνονται υποψήφιοι για να απορροφήσουν «προβληματικούς» Δήμους, πρέπει η αξιολόγηση να γίνει και σε όλους τους υπόλοιπους Δήμους σαν επιβεβλημένη διαδικασία και μέρος της μεταρρύθμισης για την χρηστή διοίκηση, την παραγωγικότητα και την διαφάνεια. Το πρόγραμμα και η υλοποίηση της απορρόφησης, προβληματικών Δήμων και Δήμων που προορίζονται να απορροφήσουν άλλους Δήμους, πρέπει να έχει για την κάθε περίσταση ξεχωριστό χρονικό ορίζοντα, με την επίβλεψη και βοήθεια ειδικού σώματος που πρέπει να συσταθεί.
Βασικές προϋποθέσεις επομένως, για την πρώτη φάση είναι να υιοθετηθούν κριτήρια προβληματικών Δήμων και η αξιολόγηση της επάρκειας οργάνωσης στους Δήμους που θα τους απορροφήσουν».
Όσον αφορά στην προτεινόμενη από τον ίδιο Β’ φάση, ο Κυριάκος Δρουσιώτης, παρατηρεί ότι δεν μπορεί η γεωγραφική θέση να είναι κριτήριο απορρόφησης, εάν ένας Δήμος όχι μόνο δεν είναι προβληματικός, αλλά αποδεδειγμένα είναι ένας οργανισμός με άριστη διαχείριση και διαφάνεια. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να υιοθετηθούν άλλα κριτήρια, μεταξύ των οποίων και η ένταξη γειτονικών κοινοτήτων, αναφέρει:
« Πέραν της ιδιαιτερότητας των περιπτώσεων αυτών, πιθανόν o υποψήφιος μεγάλος Δήμος που προγραμματίζεται να απορροφήσει ένα υγιή με προοπτικές Δήμο, να μην έχει ούτε την επάρκεια της οργανωτικής δομής χωρίς αξιολόγηση.
Στην περίπτωση Δήμων που είναι εμφανής η οικονομική ευρωστία, η αποτελεσματική οργανωτική δομή, η χρηστή διοίκηση, η διαφάνεια και κυρίως με απεριόριστους ορίζοντες επέκτασης γεωγραφικά, είναι αδιανόητο να προορίζονται να απορροφηθούν από άλλο γειτονικό Δήμο, με μόνο κριτήριο την γεωγραφική θέση. Αυτό φανερώνει επιφανειακή προσέγγιση του τρόπου με τον οποίο επιδιώκεται η μεταρρύθμιση ή η σκοπιμότητα. Η προσέγγιση αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί και ιδιαίτερα επιλεκτική εάν κάποιοι άλλοι Δήμοι λόγω της γεωγραφικής θέσης τους δεν θα απορροφηθούν, παρά το γεγονός ότι δεν παρουσιάζουν τα ίδια πλεονεκτήματα και προοπτικές. οι υγιείς με προοπτικές Δήμοι πρέπει να μελετηθούν πρωτίστως σαν ειδική περίπτωση, με αντικείμενο τις προοπτικές και την δική τους επέκταση.
Η απορρόφηση ενός Δήμου υγιούς με προοπτικές με τα πιο πάνω κριτήρια χρήζει ιδιαίτερης προσοχής και επαναξιολόγησης. Ο Δήμος αυτός πρέπει πρώτιστα να μελετηθεί με την προοπτική επέκτασης του. Το πρόβλημα θα καθίσταται ιδιαίτερα επικίνδυνο με σοβαρότατες συνέπειες σε περίπτωση εμμονής για απορρόφηση. χωρίς την αξιολόγηση του μεγαλύτερου Δήμου σε θέματα οργανωτικής δομής, παραγωγικότητας και εσωτερικού ελέγχου».
Ένα από τα πιο σημαντικά προβλήματα στην περίπτωση απορρόφησης τέτοιων Δήμων, επισημαίνει, είναι η διαχείριση των πλεονασμάτων τα οποία αποδειγμένα θα διαθέτει ο υγιής Δήμος και τα οποία θα τυγχάνουν διαχείρισης στην ουσία από το μεγαλύτερο Δήμο, που η οργανωτική του δομή θα είναι χωρίς αξιολόγηση.
« Κάτι επίσης ιδιαίτερα αξιοσημείωτο», τονίζει, « είναι η μεταχείριση του προσωπικού του Δήμου που απορροφάται. Είναι δεδομένο πως οι υπάλληλοι του μεγαλύτερου Δήμου θα τύχουν προνομιακής μεταχείρισης. Δεν αποκλείεται να δοθούν και προαγωγές ή αναβαθμίσεις ή επανατοποθετήσεις πριν την απορρόφηση. Το εποπτικό σώμα θα πρέπει να έχει στους όρους εντολής του την επίβλεψη αυτής της μετακίνησης. Με τα υφιστάμενα δεδομένα της μεταρρύθμισης δεν υπάρχει καμία διασφάλιση ή κατοχύρωση για την εξέλιξη της σταδιοδρομίας τους».
Η πιο πάνω προσέγγιση, καταλήγει ο κ. Δρουσιώτης, δεν απαριθμεί τις αδυναμίες του Νομοσχεδίου το οποίο φαίνεται να έγινε χωρίς την αξιολόγηση της υφιστάμενων προβλημάτων. Ωστόσο, τονίζει, οι εισηγήσεις αναδεικνύουν κάποια από τα σοβαρότερα προβλήματα, τα οποία χρήζουν ξανά ιδιαίτερης μελέτης και προσοχής.
« Ταυτόχρονα επισημαίνω την επιφανειακή προσέγγιση που καθιερώνει η μεταρρύθμιση. Αυθαίρετα έχει τεθεί ένας αριθμός Δήμων που δεν έχει τεκμηριωθεί και η μεταρρύθμιση χωρίς εμπεριστατωμένη μελέτη πρέπει να χωρέσει σε αυτό τον αριθμό».