Pafos Net

Ο ακαδημαικός Γεώργιος Παυλίδης στο PafosNet: Το Qatargate και οι ευρωπαικοί θεσμοί

title image

Το πρόσφατο σκάνδαλο διαφθοράς, στο οποίο φαίνεται να εμπλέκονται μέλη και προσωπικό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΚ), πρέπει να αποτελέσει αφορμή για σοβαρό προβληματισμό και υιοθέτηση πρωτοβουλιών για ενίσχυση της διαφάνειας και την καταπολέμηση φαινομένων δωροδοκίας στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό τονίζει σε σημερινή του συνέντευξη στο PafosNet ο καθηγητής στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Οικονομικό Δίκαιο στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφος και κάτοχος της έδρας Jean Monnet που απονέμει η Ευρωπαϊκή Ένωση, Γεώργιος Παυλίδης.

Το σκάνδαλο είναι πλέον γνωστό ως Qatargate, από το όνομα του κύριου κράτους που φαίνεται να εμπλέκεται, εντούτοις οι αποκαλύψεις στα μέσα μαζικής ενημέρωσης δείχνουν ότι σημαντικά κεφάλαια καταβλήθηκαν με αθέμιτο τρόπο και από άλλες ξένες χώρες, που επιθυμούσαν να επιτύχουν ευνοϊκή μεταχείριση από το ΕΚ, παρατηρεί ο κ. Παυλίδης, επισημαίνοντας ότι η ποινική Δικαιοσύνη σε κράτη μέλη της ΕΕ, ιδίως στο Βέλγιο και στην Ιταλία, ερευνά με εντατικούς ρυθμούς τις δραστηριότητες, τις διασυνδέσεις και τα περιουσιακά στοιχεία πρώην και νυν ευρωβουλευτών και συνεργατών τους.

« Πέρα από τη δικαιολογημένη απογοήτευση, ανησυχία και ενδεχομένως αποστροφή μας για τις καταγγελλόμενες πράξεις διαφθοράς, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και συμμετοχής μελών του ΕΚ ουσιαστικά σε μία εγκληματική οργάνωση, τίθεται εδώ ένα διπλό νομικό και θεσμικό ζήτημα», εξηγεί. « Πρώτον, οι υπάρχοντες μηχανισμοί του ΕΚ και πολλών κρατών μελών της ΕΕ απέτυχαν να εντοπίσουν τη διαφθορά και πρέπει να καταλάβουμε τι πήγε λάθος. Δεύτερον, με δεδομένα τα ισχυρά οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα ξένων δυνάμεων και κέντρων συμφερόντων, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος τα φαινόμενα αυτά να επαναληφθούν, εκτός αν εντοπίσουμε τα νομικά και θεσμικά κενά και ενισχύσουμε άμεσα τις δικλείδες ασφαλείας και τους μηχανισμούς ελέγχου.

Αναφορικά με τη λειτουργία του ΕΚ, οι ευρωβουλευτές και οι πολιτικές ομάδες ασκούν ήδη πίεση για φιλόδοξες αλλαγές και ακόμα πιο γρήγορη πρόοδο για την ενίσχυση της διαφάνειας και την καταπολέμηση φαινομένων διαφθοράς. Κάποιες μεταρρυθμίσεις έχουν ήδη συμφωνηθεί από τη Διάσκεψη των Προέδρων του ΕΚ και συνιστούν ένα μικρό, αλλά απαραίτητο πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Θυμίζουμε επίσης ότι στις 14 Φεβρουαρίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ότι θα καταθέσει πρόταση για ένα ανεξάρτητο όργανο δεοντολογίας, με στόχο να καλύψει όλα τα θεσμικά όργανα και τους φορείς που αναφέρονται στο άρθρο 13 της Συνθήκης για την ΕΕ. Είναι θετικό ότι διεξάγονται ήδη διαπραγματεύσεις για αυτό το ανεξάρτητο όργανο δεοντολογίας, είναι όμως σημαντικό αυτή η διαδικασία να ολοκληρωθεί το συντομότερο, ιδανικά πριν από την επόμενη καλοκαιρινή διακοπή των εργασιών του ΕΚ».

Ο καθηγητής Παυλίδης τονίζει επίσης ότι σε μία άλλη πρόσφατη εξέλιξη, το ΕΚ ενέκρινε δύο ψηφίσματα σχετικά με το θέμα της διαφάνειας και της ακεραιότητας στη λήψη αποφάσεων στην ΕΕ. Στα ψηφίσματα διατυπώνονται ενδιαφέρουσες προτάσεις που αξίζει να ακουστούν, επισημαίνει:

« Αυστηρότερη εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας των ευρωβουλευτών με πρόβλεψη οικονομικών κυρώσεων και απαγόρευση οποιασδήποτε αμειβόμενης δραστηριότητας που θα μπορούσε να δημιουργήσει σύγκρουση συμφερόντων.

Διαδικασία έγκρισης για ταξίδια ευρωβουλευτών που πληρώνονται από τρίτες χώρες και πρόσθετος έλεγχος για το προσωπικό του ΕΚ και τους βοηθούς των ευρωβουλευτών που εργάζονται σε ευαίσθητους τομείς, όπως στις εξωτερικές υποθέσεις, την ασφάλεια και την άμυνα.

Δηλώσεις περιουσιακών στοιχείων από ευρωβουλευτές στην αρχή και στο τέλος κάθε θητείας.

Ενίσχυση του Μητρώου Διαφάνειας για τις δραστηριότητες lobbying και υποχρέωση για τους ευρωβουλευτές, το προσωπικό τους και τους υπαλλήλους του ΕΚ να δηλώνουν συναντήσεις εργασίας με διπλωμάτες τρίτων χωρών, στις περιπτώσεις που θα είχαν ενεργό ρόλο και άμεση επιρροή στις εργασίες του ΕΚ.

Εναρμόνιση των εσωτερικών κανόνων του ΕΚ με τους κανόνες της ΕΕ για την προστασία των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος (Whistleblower Directive).

Επέκταση των μέτρων που ελήφθησαν σε σχέση με τους εκπροσώπους του Κατάρ ώστε να συμπεριληφθεί και το Μαρόκο.

 Αυστηρός έλεγχος της χρηματοδότησης των ΜΚΟ».

eu2

Ο καθηγητής Παυλίδης χαρακτηρίζει το τελευταίο αυτό σημείο ως ιδιαίτερα κρίσιμο. Όπως αναγνωρίζει και το ΕΚ, εξηγεί, οι ΜΚΟ φαίνεται να έχουν χρησιμοποιηθεί ως εργαλεία αθέμιτης παρέμβασης στο πρόσφατο σκάνδαλο, για το λόγο αυτό επείγει η αναθεώρηση των υφιστάμενων κανονισμών για να ενισχυθεί η διαφάνεια στη διακυβέρνησή τους, τον προϋπολογισμό, την ξένη επιρροή και τα πρόσωπα που έχουν σημαντικό έλεγχο.

« Οι ΜΚΟ που λαμβάνουν χρήματα από μέρη που δεν χρειάζεται να εγγραφούν στο Μητρώο Διαφάνειας (π.χ. τρίτες χώρες) πρέπει να αποκαλύψουν τις πηγές της χρηματοδότησής τους», αναφέρει. « Εάν αυτές οι πληροφορίες δεν δοθούν, το ΕΚ ζητά τον αποκλεισμό αυτών των ΜΚΟ από τις ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις και προγράμματα. Θα ήταν επίσης χρήσιμος ένας ολοκληρωμένος οικονομικός προκαταρκτικός έλεγχος, προτού καταχωρηθεί μια ΜΚΟ στο Μητρώο Διαφάνειας της ΕΕ, με σαφή ορισμό του ποιες ΜΚΟ επιτρέπεται να εγγραφούν και είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από την ΕΕ. Ωστόσο, όπως σωστά επισημαίνει και το ίδιο το ΕΚ, το πρόσφατο σκάνδαλο διαφθοράς δεν πρέπει να αποτελέσει αφορμή για μια εκστρατεία συκοφαντικής δυσφήμισης κατά των ΜΚΟ, ούτε για τη διάδοση παραπληροφόρησης σχετικά με την έλλειψη διαφάνειας της χρηματοδότησής τους, καθώς η πλειονότητα των ΜΚΟ και των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών εργάζονται σκληρά για τα ανθρώπινα δικαιώματα, το περιβάλλον, τη δημοκρατία και τον πλήρη σεβασμό των κανόνων δικαίου».

eu3

Πρέπει να υπογραμμίσουμε εδώ τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, της Eurojust, της Europol και της Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης της ΕΕ (OLAF), τονίζει ιδιαίτερα ο καθηγητής του Ευρωπαικού Οικονομικού Δικαίου. Στα όργανα αυτά θα προσθέσουμε, καλώς εχόντων των πραγμάτων, και τη νέα ευρωπαϊκή Anti-Money Laundering Authority (AMLA), εφόσον ολοκληρωθεί αισίως και συντόμως η διαδικασία ίδρυσής της, επισημαίνει.

« Η ύπαρξη όμως ευρωπαϊκών οργάνων και αρμοδιοτήτων δεν αρκεί για να καταπολεμηθούν σύνθετα και δυσεπίλυτα προβλήματα, όπως η διαφθορά. Τρεις ακόμα προϋποθέσεις πρέπει να συντρέχουν. Πρώτον, απαιτείται ουσιαστική ενίσχυση των ικανοτήτων των οργάνων αυτών, με οικονομικούς πόρους και εξειδικευμένο προσωπικό, ώστε να μπορούν να διενεργούν αποτελεσματικά και γρήγορα τους ελέγχους, ακόμα και σε περίπλοκες υποθέσεις με ογκώδεις φακέλους και διασυνοριακή διάσταση.

Δεύτερον, απαιτείται ενισχυμένη συνεργασία των εθνικών αρμόδιων αρχών στα κράτη μέλη της ΕΕ, που θα κληθούν να συνδράμουν ουσιαστικά σε έρευνες, ανακρίσεις προσώπων, εντοπισμό και κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων, ανταλλαγή πληροφοριών, ιδίως χρηματοοικονομικών πληροφοριών, κλπ. 

Τρίτον, είναι αναγκαία μία συνεχής προσπάθεια ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού για τα φαινόμενα διαφθοράς, η διαμόρφωση μιας κουλτούρας ακεραιότητας και λογοδοσίας, καθώς και η εξασφάλιση της συμμετοχής όλων των ενδιαφερομένων, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνίας των πολιτών, στην ανάπτυξη των πολιτικών σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο με διαφάνεια και δυνατότητες ανοικτής διακυβέρνησης.

Σε αντίθετη περίπτωση, η ΕΕ δεν πρόκειται ποτέ να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των ευρωπαίων πολιτών στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, καθώς η εμπιστοσύνη αυτή έχει δικαιολογημένα καταρρακωθεί μετά το σκάνδαλο Qatargate».

pavlidis