Η προστασία και ανάδειξη ευαίσθητων περιβαλλοντικών περιοχών και πώς γίνεται. Η περίπτωση Ακάμα
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
05 Μαρτίου 2023Με το θέμα του μελλοντικού καθεστώτος διαχείρισης και ανάπτυξης του Ακάμα να μην έχει επιλυθεί ούτε καν με την οριστικοποίηση των κυβερνητικών αποφάσεων και την δημοσίευση του Τοπικού Σχεδίου στην Επίσημη Εφημερίδα, οι διαβουλεύσεις και επαφές διαφόρων εμπλεκομένων φορέων και τοπικών αρχών εξακολουθούν να συνεχίζονται. Ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται πλέον στις επιστημονικές προσεγγίσεις του ζητήματος, αφού κυρίως οι τοπικές αρχές της χερσονήσου εξακολουθούν να αντιδρούν με πλήρη καχυποψία σε οποιαδήποτε ενέργεια κρατικής κατεύθυνσης.
Υπό το πρίσμα αυτό, σημαντική θεωρείται η επιστημονική σύναξη που πραγματοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα στην Ίννια, όπου με πρωτοβουλία της κοινοτικής αρχής οργανώθηκε θεματικό εργαστήρι με τίτλο: « Διαβούλευση επί της Μεθοδολογίας Ίδρυσης Πρότυπων Κοινοτήτων Προστασίας και Ανάδειξης Ευαίσθητων Τουριστικών Περιοχών». Η συγκεκριμένη εκδήλωση είχε μάλιστα και ευρωπαικό υπόβαθρο, αφού εντασσόταν στα πλαίσια του διασυνοριακού έργου « Ανάπτυξη Διασυνοριακού Δικτύου Προώθησης Αειφόρου Παράκτιου Τουρισμού», στα πλαίσια του Προγράμματος Interreg V-A Ελλάδα-Κύπρος, 2014-2020.
Ο εκ των εισηγητών της ημερίδας, δρ. Λεωνίδας Αντωνίου από το ΤΕΠΑΚ, εστίασε στο πως αυτή η μεθοδολογία λειτουργεί, αλλά και πως μπορεί να βοηθήσει τις κοινότητες γύρω από την προστατευόμενη περιοχή της χερσονήσου του Ακάμα. Διευκρίνισε ότι στις σύγχρονες προσεγγίσεις συμμετοχικού σχεδιασμού, δεν είναι νοητή η μελέτη επέμβασης στα δημόσια τεκταινόμενα αν δεν επιδιωχθεί η μέγιστη δυνατή και ουσιαστική επιστημονική οργάνωση και αξιοποίηση της συμμετοχής των ενδιαφερομένων φορέων και προσώπων. « Από την δεκαετία του 1960 και μετά», ανέφερε, « ο συμμετοχικός σχεδιασμός χρησιμοποιείται για την διαχείριση των περιβαλλοντικών προβλημάτων. Αποτελεί τη σχεδιαστική διαδικασία με κέντρο τον χρήστη, κατά την οποία οι χρήστες εμπλέκονται ως συνεργάτες των σχεδιαστών σε όλα τα στάδια του σχεδιασμού και ότι αποτελεί μία δημοκρατική διαδικασία διαρκούς μάθησης όπου οι συμμετέχοντες αποκτούν γνώση για τον εαυτό τους, αλλά και τις αξίες και τις απόψεις των άλλων.
Αποτελεί επίσης ένα εργαλείο για τη σύνθεση ολοκληρωμένου οράματος και καθορισμό στόχων με επίκεντρο τον κάθε πολίτη, κάτοικο και ενδιαφερόμενο. Στην μεθοδολογία αυτή οι κάτοικοι μιας περιοχής από απλοί παρατηρητές μετατρέπονται σε μελετητές και αποφασίζοντες με την συνεισφορά τους στην κριτική, τις προτάσεις, τις λύσεις και τις νέες ιδέες. Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από την ενεργή συμμετοχή των πολιτών η οποία είναι κρίσιμη προϋπόθεση για την επιτυχία της μεθοδολογίας του συμμετοχικού σχεδιασμού. Η ενεργή συμμετοχή των ενδιαφερομένων, επίσης, πρέπει να είναι επί της ουσίας, και όχι να καλούνται τυπικά και προ τετελεσμένων λύσεων και ιδεών».
Από πλευράς του ο Θεοχάρης Τσούτσος, καθηγητής του Πολυτεχνείου Κρήτης, επικεντρώθηκε στην διαμόρφωση σχεδίων βιώσιμου τουρισμού, θέτοντας θέματα όπως ο ρόλος της κοινωνίας, ως κινητήρια δύναμη για την «από την βάση προς την κορυφή» προσέγγιση (bottom-up), και η εργαλειοθήκη σχεδιασμού έργων βιώσιμης ανάπτυξης, η οποία παρέχει εργαλεία σχεδιασμού για την ανάπτυξη έργων και τεχνικούς οδηγούς και χρήσιμους συνδέσμους για την ανάπτυξη τεχνικών λύσεων.
« Ο ρόλος της κοινωνίας σε αυτή την προσέγγιση είναι κεντρικός αφού ο καθορισμός και η επιλογή στόχων γίνεται από την ίδια την κοινωνία των πολιτών με την υποστήριξη όλων των υπόλοιπων ενδιαφερόμενων φορέων, και δεν εφαρμόζεται ο καθορισμών των στόχων από τρίτους», υποστήριξε. « Μέσα από αυτή τη μεθοδολογία, λαμβάνονται υπόψη όχι μόνο οι τεχνικές παράμετροι, αλλά και κοινωνικοοικονομικές και περιβαλλοντικές παράμετροι. Μια τέτοια μεθοδολογία αποτελεί καλή πρακτική για την ελαχιστοποίηση αρνητικών επιπτώσεων και την διασφάλιση της βιωσιμότητας του έργου.
Η εργαλειοθήκη σχεδιασμού έργων βιώσιμης ανάπτυξης παρέχει πρόσβαση σε εργαλεία σχεδιασμού για την μελέτη έργων, βάσεις δεδομένων για αξιόπιστο καθορισμό του κοινού σημείου βάσης, τεχνικούς οδηγούς και συνδέσμους για την ανάπτυξη τεχνικών λύσεων, ευρωπαϊκές και εθνικές πολιτικές και υποστηρικτικά χρηματοδοτικά εργαλεία».
Οι εισηγητές του συνεδρίου της Ίννιας, πρέτρεψαν όλους τους εμπλεκόμενους στην υπόθεση του Ακάμα να υιοθετήσουν έξι βήματα για την υλοποίηση του σχεδιασμού βιώσιμης ανάπτυξης.
Το πρώτο βήμα, ανέφεραν, είναι η επιλογή προβλήματος μέσα από την κατανόηση των αναγκών, των ευκαιριών και των εμποδίων που αντιμετωπίζει η εκάστοτε τοπική κοινότητα, οι εμπλεκόμενοι φορείς και το οικοσύστημα. Αυτό οδηγεί στην απλοποίηση των διαδικασιών εντοπισμού κατάλληλων μέτρων για την αειφόρο τουριστική ανάπτυξη σε ευαίσθητες περιοχές, όπως η χερσόνησος του Ακάμα, τόνισε ο κ. Τσούτσος:
« Το δεύτερο βήμα είναι η δημιουργία τοπικής ομάδας δράσης με στόχο την ανταλλαγή ιδεών και τη διαβούλευση με εμπλεκόμενους φορείς και την κινητοποίηση τους. Τρίτο βήμα αφορά στην πρόκληση που επιφέρει η σύνοψη αποτελεσμάτων και αποφάσεων από τις εργασίες της τοπικής ομάδας δράσης για την διαμόρφωση ενός τοπικού σχεδίου δράσης ώστε να είναι πλέον εγκεκριμένο από τους ίδιους εμπλεκόμενους φορείς.
Στο τέταρτο βήμα της μεθοδολογίας αυτής, οι εμπλεκόμενοι καλούνται να δημιουργήσουν συμπράξεις που θα δεσμευτούν για την υλοποίηση του έργου, το πέμπτο βήμα αποτελεί την προετοιμασία διαδικασιών υλοποίησης της ιδέας ακολουθώντας τις αναγκαίες διαδικασίες, ενώ το έκτο και τελικό βήμα αποτελεί την παρακολούθηση και αξιολόγηση για την βελτιστοποίηση της διαδικασίας υλοποίησης και αξιοποίησης των αποτελεσμάτων σε αντίστοιχα μελλοντικά έργα».
Με την εφαρμογή των έξι αυτών βημάτων, σύμφωνα με τους εισηγητές, οι πολιτικές και οι δεξιότητες των εμπλεκόμενων φορέων και της τοπικής κοινωνίας θα ενισχυθούν. Μέσα από τη δημιουργία του σχεδίου ανάπτυξης ικανοτήτων και την υιοθέτηση των κατάλληλων εργαλείων και υλικών ανάπτυξης ικανοτήτων, οι στοχευμένες δράσεις θα υλοποιηθούν και οι τοπικοί φορείς, υπάλληλοι, το τεχνικό προσωπικό θα λάβουν το κατάλληλο εκπαιδευτικό υλικό για μελλοντική χρήση.
Ο σχεδιασμός και οι τελικές αποφάσεις για μείζονα θέματα περιβαλλοντικής σημασίας όπως ο Ακάμας, ανέφεραν οι εισηγητές της ημερίδας της Ίννιας, έχει κεφαλαιώδη σημασία για την επιτυχή υλοποίηση των όποιων αποφάσεων.
Ο δρ. Αντωνίου είπε χαρακτηριστικά ότι εννοείται ότι το βασικό πλεονέκτημα είναι η άμεση σύνδεση των αναγκών των πολιτών και το γεγονός ότι η μεθοδολογία ανταποκρίνεται καλύτερα και γρηγορότερα σε αυτές. Οι άμεσα ενδιαφερόμενοι γνωρίζουν καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον τις συνθήκες που επικρατούν στις περιοχές τους, και αυτό προσφέρει μια ολοκληρωμένη και ενημερωμένη ανάλυση των υφιστάμενων συνθηκών, παρατήρησε.
« Έπειτα, μέσα από όσα προαναφέρθηκαν, δημιουργείται ένα κλίμα συναίνεσης και συνυπευθυνότητας για την υλοποίηση των στόχων και έτσι διασφαλίζεται η βιωσιμότητα του έργου, καθώς οι επωφελούμενοι τρέφουν το αίσθημα της ευθύνης για τους το έργο αυτό. Με αυτό τον τρόπο, ενδυναμώνεται το αίσθημα των πολιτών για ουσιαστική συμβολή στη διαμόρφωση του μέλλοντος του τόπου τους και επιτυγχάνεται η μέγιστη δυνατή υποστήριξη των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στόχων τους. Επίσης, ένα από τα οφέλη της μεθοδολογίας αποτελεί και η μαζικότερη συμμετοχή των τελικών προτάσεων υλοποίησης των στόχων της στρατηγικής που θα ακολουθηθεί».
Μέσα από την δέσμευση και την πίστη των πολιτών σε ένα κοινό όραμα, η μεθοδολογία μπορεί να προσδώσει το απαραίτητο κύρος και να θεμελιώσει ένα ικανό πλαίσιο επίτευξης των στόχων, ήταν το καταληκτικό συμπέρασμα της επιστημονικής σύναξης: «Αυτό έρχεται να δέσει με το γεγονός ότι η μεθοδολογία προωθεί τις τεχνικές δημιουργικής επίλυσης διαφορών μέσα από την καταγραφή διαφορετικών απόψεων, την ανάλυση των κινήτρων πίσω από την κάθε άποψη, και την τροφοδότηση με γνώση που θα οδηγεί στο μετασχηματισμό των αρχικών θέσεων. Αυτό προϋποθέτει την ανάπτυξη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των μελετητών και των πολιτών στα πλαίσια της ειλικρίνειας και της διαφάνειας».