«… επί θεμελίων αρχαίου ελληνικού ναού…»
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
09 Δεκεμβρίου 2015Νίκος Παλιός
Λειτουργός Πολιτιστικών Θεμάτων
και Δημοσίων Σχέσεων Δήμου Γεροσκήπου
Τα διάσπαρτα λείψανα πέριξ του ναού της Αγίας Παρασκευής (τμήματα κιόνων και άλλα αρχιτεκτονικά απομεινάρια) ανέκαθεν προκαλούσαν αμηχανία σε ιστορικούς και μελετητές, ενώ δεν έμεναν ασχολίαστα από διάφορους περιηγητές.
Για τους μελετητές, η ύπαρξη αρχιτεκτονικών μελών στον αυλόγυρο αποτελούσε επαρκές τεκμήριο για υποστήριξη της άποψης περί παρουσίας άλλου παλαιότερου ναού στο σημείο εκείνο. Μάλιστα, ο Κύπριος πολιτικός, νομικός και δημοσιογράφος Γεώργιος Σ. Φραγκούδης, στο βιβλίο του «Κύπρις» (1890), θεωρεί ότι τα ερείπια στον χώρο συνδέονται με τη λατρεία της θεάς Αφροδίτης: «Εν τη ενταύθα 6 θόλους εχούση εκκλησία πολλά βλέπομεν κιονόκρανα και κίονας, εξ ου δυνάμεθα να εικάσωμεν, ότι εδώ υπήρχεν αρχαίος ναός ή θυσιαστήριον εκ των προς τιμήν της Αφροδίτης πολυαρίθμων ενταύθα». Ο Αθανάσιος Σακελλάριος, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και ιστορικός συγγραφέας, στον πρώτο τόμο του βιβλίου του «Τα Κυπριακά» (1891), ισχυρίζεται ότι ο υφιστάμενος ναός είναι κτισμένος πάνω στα θεμέλια αρχαιοελληνικού: «Εν τη κώμη δε Γεροσκήπου υπάρχει και Βυζαντινός ναός του Σταυρού μετά πέντε θόλων, ιδρυμένος επί θεμελίων αρχαίου ελληνικού ναού, ούτινος λείψανα πέριξ είνε διασκορπισμένα ˙ οίον κίονες, λείψανα ζωνών κλπ.». Ο δε George Jefffery, στο έργο του «A description of the Historic Monuments of Cyprus» (1918), προχωρεί και σε χρονολόγηση του ερειπωμένου ναού: «Κατάλοιπα ενός μικρού ρωμαϊκού ναού που καταλάμβανε κάποτε την τοποθεσία αυτή βρίσκονται γύρω από την εκκλησία, και, στη βόρεια πλευρά της, δύο κίονες στέκονται ακόμα όρθιοι, θαμμένοι κατά το ήμισυ στη γη. Οι στήλες αυτές έχουν, ως συνήθως, δύο πόδια διάμετρο». Παρόμοιες πληροφορίες, λιγότερο λεπτομερείς, δίνει και ο ιστορικός ερευνητής Rupert Gunnis, στη μελέτη του «Historic Cyprus» (1936).
Η θεωρία αυτή ανατράπηκε στα πρόσφατα σε μας χρόνια, όταν έγιναν διάφορες, μικρής κλίμακας, έρευνες κάτω από τον ναό και δεν εντοπίστηκαν πρωιμότερες θεμελιώσεις. Όταν αντικαταστάθηκε το πάτωμα της εκκλησίας στα μέσα της δεκαετίας του 1970 έγιναν δοκιμαστικές τομές, οι οποίες κατέδειξαν ότι ο ναός είναι κτισμένος κατευθείαν στον βράχο και δεν υπάρχει προγενέστερο κτίσμα. Οπόταν, τα λείψανα στην αυλή της εκκλησίας δεν αποτελούν κατάλοιπα αρχαίου ελληνικού ή ρωμαϊκού ναού.
Παρενθετικά, ας σημειωθεί ότι οι δύο όρθιοι κίονες, που αναφέρει ο G. Jefffery, ενδεχομένως να είναι οι δύο κίονες που βρίσκονται σήμερα στο εσωτερικό του ναού (βλ. εικ. αρ. 1), οι οποίοι αξιοποιήθηκαν για τη δυτική του επέκταση το τελευταίο τέταρτο του 19ου αι. (ίσως το 1886, ταυτόχρονα με την κατασκευή του κωδωνοστασίου). Μάλλον, όμως, οι δύο κίονες του G. Jeffery είναι αυτοί που στέκονταν όρθιοι στα βόρεια της εκκλησίας μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1980(;), όταν και μετακινήθηκαν κατά την κατασκευή πλακόστρωτου στον αυλόγυρο (βλ. εικ. αρ. 2). Αυτοί βρίσκονταν ξεχασμένοι στην αυλή της εκκλησίας μέχρι και πριν από λίγα χρόνια – κίονες, κιονόκρανα και άλλα λείψανα μεταφέρθηκαν στο Επαρχιακό Μουσείο Πάφου με την έναρξη των εργασιών ανάπλασης της Πλατείας Γεροσκήπου (βλ. εικ. αρ. 3).
Απάντηση στο ερώτημα για την προέλευση των αρχιτεκτονικών λειψάνων φαίνεται πως έδωσε η ανακάλυψη, στις αρχές του αιώνα μας, παλαιοχριστιανικών καταλοίπων, πλησίον της τοποθεσίας «Άγιοι Πέντε», γνωστή στους ντόπιους ως «Χρυσοχώραφον». Όπως κατέδειξε η έρευνα, τα ερείπια ανήκουν σε πολυτελή βασιλική, μάλλον κτίσμα του 5ου αιώνα, η οποία δέσποζε της περιοχής για τρεις σχεδόν αιώνες. Η (βίαιη) καταστροφή της τον 8ο αι. ήταν ίσως ο λόγος που οδήγησε στην οικοδόμηση, 800 μέτρα περίπου νοτιότερα, ναού, αφιερωμένου αρχικά στον Τίμιο Σταυρό και μετέπειτα (τέλη του 19ου αι.) στην Αγία Παρασκευή – νέα αρχαιολογικά στοιχεία που έφερε πρόσφατα στο φως ο Βυζαντινολόγος Ανδρέας Φούλιας πηγαίνουν τη χρονολογία οικοδόμησης του ναού της Αγίας Παρασκευής στον 8ο αι. Όπως υποστήριξε ο υπεύθυνος της ανασκαφής, Καθ. Δημήτρης Μιχαηλίδης, τα μικρά τμήματα κιόνων που βρέθηκαν στο «Χρυσοχώραφον» «είναι αρκετά όμοια με τα κιονόκρανα που βρέθηκαν ανάμεσα στα spolia γύρω από την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής». Πολύ πιθανόν, συνεπώς, υλικά της ερειπωμένης βασιλικής μεταφέρθηκαν από τους κατοίκους και κάποια απ’ αυτά χρησιμοποιήθηκαν για την ανέγερση του νέου ναού (βλ. εικόνα αρ. 4).
Ο ναός της Αγίας Παρασκευής είναι ένα από τα σπουδαιότερα Βυζαντινά μνημεία της Κύπρου και συμπεριλαμβάνεται στα μνημεία που είναι υποψήφια για να κηρυχθούν ως Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Η μεγάλη του αξία (αρχαιολογική, αρχιτεκτονική και ιστορική) επιβάλλει τον περιορισμό της λειτουργικής του χρήσης. Η Εκκλησία, με τη βοήθεια της Τοπικής Αρχής, θα πρέπει να εγκύψει πάνω στο θέμα της εξεύρεσης χώρου για την ανέγερση νέας εκκλησίας έτσι ώστε να τερματιστεί η αλλοίωση του χαρακτήρα του ναού της Αγίας Παρασκευής (η χρήση του μπορεί να περιοριστεί σε συγκεκριμένες γιορτές π.χ. Πάσχα, 26η Ιουλίου κ.ά.).
Υστερόγραφο
Με την ολοκλήρωση της μετατροπής του κτηρίου του πρώην Α’ Δημοτικού Σχολείου Γεροσκήπου σε Βυζαντινό Μουσείο, θα πρέπει να μεταφερθούν σε αυτό όλα τα αρχιτεκτονικά απομεινάρια που κάποτε βρίσκονταν στην αυλή της εκκλησίας (σήμερα βρίσκονται στο Επαρχιακό Μουσείο και στο Βυζαντινό Μουσείου Πάφου).