Δημογραφικό πρόβλημα: Υπογεννητικότητα και επιπτώσεις στην Κυπριακή κοινωνία
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
24 Μαρτίου 2017ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Άνδρες γαρ πόλις, και ου τείχη ουδέ νήες ανδρών κεναί» (Θουκυδίδης Η-77)
Κάθε γενιά για να αναπαραχθεί χρειάζεται κατ’ ελάχιστον 2.1 (δείκτης γεννητικότητας / παιδιά κατά μέσο όρο ανά γυναίκα, η ελληνική οικογένεια της Κύπρου σύμφωνα με μετρήσεις πριν από την κρίση γεννά 1,3 αριθμός εφιαλτικά χαμηλός–που θα έχει γίνει σήμερα σημαντικά εφιαλτικότερος λόγω κρίσης. Σύμφωνα με αυτόν τον αριθμό, υπολογίζεται το 2100 οι απόγονοι των σημερινών Ελλήνων της Κύπρου θα είναι περίπου 355 χιλιάδες. Αναλογιστείτε λίγο τον αριθμό αυτό και συγκρίνετε τον με το πληθυσμό των κατεχομένων σήμερα που υπολογίζεται σε 500 χιλιάδες και με τον δείκτη γεννητικότητας στο 2,6 θα φτάσουν στον αριθμό των 1 εκατομμυρίου. Να αναλογιστούμε φυσικά και το τι πρόκειται να γίνει στην περίπτωση ομοσπονδιακής λύσης όπου θα ανοίξουν πλέον οι πύλες και επίσημα στον ισλαμικό εποικισμό της νήσου, το αποτέλεσμα θα είναι η αντιστροφή των ποσοστών των σημερινών πλειοψηφιών.
Τα οικονομικά προβλήματα, η αδυναμία διατήρησης κοινωνικού κράτους με ένα ασύμμετρα περιορισμένο πληθυσμό νέων εργαζομένων που θα καλείται να σιτίζει με την εργασία του έναν ασύμμετρα εκτεταμένο αριθμό συνταξιούχων πολιτών. Η μαζική μετανάστευση των πιο δυναμικών στοιχείων της νεολαίας στο εξωτερικό και η παραμονή τους εκεί αδυνατίζει την παραγωγική οικονομία και την ανταγωνιστικότητα της χώρας. Η ανεξέλεγκτη είσοδος αλλοεθνών και ιδιαίτερα μουσουλμάνων στην ελληνική κοινωνία της Κύπρου θα αποδεικνύεται όλο και μεγαλύτερη. Πέρα από τον καθαρά αριθμητικό παράγοντα, μια ηττημένη κοινωνία που έχει πάρει την «κάτω βόλτα» δεν προσφέρει κίνητρα αλλά αντικίνητρα για την υιοθέτηση της εθνικής της ταυτότητας, θα παραχωρεί ολοένα και περισσότερο χώρο στους μετανάστες. Μετανάστες που απλώς δεν θα έχουν λόγο να ενσωματωθούν σε μια ηττώμενη, ελαχιστοποιούμενη κοινωνία, μια κοινωνία παρακμιακών.
Ενώ η πλειοψηφία των Ελληνίδων της Κύπρου θα ήθελαν να κάνουν 2 και 3 παιδιά, λόγω της οικονομικής δυσχέρειας, γεννούν ακριβώς τα μισά.
Το κόστος κύησης και ανατροφής, η δυσκολία της ανατροφής των παιδιών, η απουσία δημοσίου χώρου και σχετικής κρατικής μέριμνας για παιδιά, το ενίοτε προβληματικό καθεστώς των αδειών μητρότητας και ανατροφής στον ιδιωτικό τομέα και ένα πλήθος άλλων παραγόντων οδηγεί τη νέα κυπριακή οικογένεια στην επιλογή της μη τεκνοποιίας, επιλογή συνήθως ριζικά αντίθετη με τις επιθυμίες της. Το κράτος θεωρεί ασύμφορο οικονομικά της τεκνοποίηση ελληνόπουλων και προτιμά χωρίς αιδώ να προωθεί την αντικατάσταση τους με νέους μετανάστες, λαθραίους και μη που δεν στοιχίζουν σχεδόν τίποτα. Η προπαγανδιστική απεικόνιση των πολυτέκνων σαν αδύναμη και με πολλές δυσκολίες τάξη που παρουσιάζεται από αρκετά ΜΜΕ καλλιεργεί το αντικίνητρο για πολλούς νέους να δημιουργήσουν μεγάλη οικογένεια.
Η δημογραφική συρρίκνωση δυσχεραίνει την προάσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας, αφού περιοχές με τον «εποικισμό» θα ανατρέπονται οι πληθυσμιακές ισορροπίες στην εκάστοτε ακριτική περιοχή, στην ύπαιθρο καθώς επίσης στις «γκετοποιημένες» αστικές περιοχές. Αυτή η συρρίκνωση θα δημιουργήσει πλέον σοβαρά κοινωνικά προβλήματα, αναρχία, περεταίρω υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της χώρας και κοινωνικό αποκλεισμό της τρίτης ηλικίας των Ελλήνων.
Η κυβέρνηση είναι ανίκανη να αντιμετωπίσει το σημαντικότατο εθνικό πρόβλημα της υπογεννητικότητας και της αντικατάστασης των Ελλήνων με μετανάστες και φιλοτουρκικά και αμιγώς τουρκικά φύλα, αγνοώντας να θέσει επί τάπητος τις εθνικές προτεραιότητες που θα κρίνουν την ύπαρξη ή την ανυπαρξία του έθνους μας και του λαού μας, αν η light πολιτική και το lifestyle έχουν αντικαταστήσει τόσο πολύ την ουσία και έχουν διαβρώσει τόσο πολύ τις συνειδήσεις του πολιτικού κόσμου. Εάν τα προβλήματα της μακροπρόθεσμης συλλογικής επιβίωσης τους αφήνουν αδιάφορους αφού οι ψήφοι έχουν περισσότερη σημασία από τις ψυχές τότε η διαδικασία είναι σίγουρα τερματική και αναπόφευκτη.
Ως αντίδραση, πρέπει πρώτα από όλα να αναγνωρίσουμε το πρόβλημα και να αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας, να ξεπεραστεί το σύνδρομο του «αντιρατσισμού» που έχει σχεδόν επιβληθεί στους πολίτες. Σήμερα εάν κάποιος ελεύθερα πει την γνώμη του για την μετανάστευση αμέσως περιθωριοποιείται. Η «ισλαμοφοβία» θεωρείται κακή αλλά η «Χριστιανοφοβία» θεωρείται πρόοδος. Η πρόσφατη προτροπή του Ερτογάν στους τούρκους που διαμένουν στην Ευρώπη να τεκνοποιούν 4-5 παιδιά είναι σαφής ένδειξη ότι η Ευρώπη βρίσκεται υπό ομηρία, για εμάς χιλιοστή επιβεβαίωση για το τι μας περιμένει. Σαν περεταίρω μέτρα θα πρέπει να επικεντρωθούμε στην ανάσχεση των μεθοδεύσεων για την ισλαμοποίηση της Κύπρου μέσω της λύσης Ομοσπονδίας, στην εφαρμογή μεταναστευτικής πολιτικής, στην κατάργηση οικονομικών μέτρων που λειτουργούν ως αντικίνητρα για την τεκνοκποίηση, την προτεραιότητα στις προσλήψεις στο δημόσιο σε πολύτεκνους, η δημιουργία δικτύου βρεφονηπιακών σταθμών, η αύξηση της άδειας μητρότητας, η αυστηρή εφαρμογή του νόμου για τις εκτρώσεις, η δωρεάν Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για όλους και η σύσταση μόνιμης διακομματικής επιτροπής της βουλής για το δημογραφικό πρόβλημα, τέλος η δημιουργία εθνικής συνείδησης για αντιμετώπιση της κατάστασης.