Ανδρέας Μασούρας: «Αλληλένδετα, κοινό ανακοινωθέν για το Κυπριακό και συμφωνία για τις Βάσεις».
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
11 Φεβρουαρίου 2014Η συμφωνία για τις Βρετανικές Βάσεις λειτούργησε κατά κάποιο τρόπο ως πιλοτική ενέργεια για το κοινό ανακοινωθέν σχετικά με το Κυπριακό. Αυτό υποστηρίζει με σημερινή του συνέντευξη στο pafosnet το μέλος του Κινήματος Οικολόγων Περιβαλλοντιστών και πρόεδρος των Νέων Επιστημόνων του Κινήματος, ακαδημαικός Ανδρέας Μασούρας. Πρόκειται για δύο ενέργειες, υποστηρίζει, που επί της ουσίας συντείνουν στην αναίρεση της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης της Δημοκρατίας και που η χρονική περίοδος εκδήλωσης τους δεν ήταν τυχαία.
-Αναφερθήκατε σε μια πρόσφατη τοποθέτησή σας στην διασύνδεση της συμφωνίας για τις Βρετανικές Βάσεις με το Κυπριακό. Πως ακριβώς συνδέεται το ένα με το άλλο;
Για να γίνει κατανοητή η φιλοσοφία του κοινού ανακοινωθέντος που υπέγραψε η Κύπρος με το Ηνωμένο Βασίλειο για την ανάπτυξη ιδιωτικών περιουσιών εντός των Βρετανικών Βάσεων θα πρέπει πρώτα να επεξηγηθεί πως αντιμετωπίζεται ένα κράτος από το διεθνές δίκαιο. Η παραδοσιακή θεωρητική αντιμετώπιση του κράτους στο διεθνές δίκαιο συνδυάζει τη συρροή τριών απαραιτήτων συστατικών: του λαού, του εδάφους και της αυθυπόστατης πολιτικής εξουσίας.
Στην μελέτη του για τις βρετανικές βάσεις ο νομικός Λουκής Παπαφιλίππου αναφέρει ότι «οι Βρετανικές Βάσεις λειτουργούν ως «οιονεί» βρετανικό κράτος από τη στιγμή που διαθέτουν μόνιμο πληθυσμό, σύνορα, κυριαρχία, κυβέρνηση – διοίκηση, χωρικά ύδατα, τελωνειακές και δικαστικές Αρχές, διαθέτουν δηλαδή τα ελάχιστα κριτήρια μιας κρατικής οντότητας».
Άρα με βάση τα πιο πάνω βασικά στοιχεία για το έδαφος του κράτους, οι βρετανικές βάσεις πληρούν όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διαθέτει ένα κράτος με βάση το δημόσιο διεθνές δίκαιο. Και τι εννοούμε ότι ένα κράτος διαθέτει αυτά τα χαρακτηριστικά; Εννοούμε ότι αυτό το κράτος μπορεί να αναγνωριστεί από την διεθνή κοινότητα ως αυτόνομη κρατική οντότητα. Μια τέτοια αναγνώριση μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους και όχι κατ’ ανάγκη με άμεσους ή επίσημους.
Το ζήτημα που προκύπτει εδώ με την συγκεκριμένη συμφωνία είναι ο τρόπος με τον οποίο επισυνάπτεται και ο οποίος κάθε άλλο πάρα μια «άτυπη συνεννόηση» είναι. Υπάρχουν δύο επίπεδα εδώ προσέγγισης που θα πρέπει να μας απασχολήσουν: Πρώτον, το διπλωματικό επίπεδο το οποίο στοχεύει στην δημιουργία εθιμικού προηγούμενο το οποίο θα διασφαλίζει τα συμφέροντα της Βρετανίας στην περιοχή και δεύτερον, το διαδικαστικό – που κατά την γνώμη μου ένα τέτοιο σοβαρό ζήτημα θα έπρεπε τουλάχιστον να περνούσε από την Ολομέλεια της Βουλής.
-Άρα το κοινό ανακοινωθέν αποτελεί συνέχεια αυτής της συμφωνίας;
Σαφώς. Η εννοιολογική προσέγγιση είναι ταυτόσημη. Στην ουσία και τα δύο περιεχόμενα αναιρούν την «Συνθήκη Εγκαθίδρυσης». Θα έλεγα ότι το περιεχόμενο για τις βρετανικές βάσεις αποτελεί πρότυπο – εμπνευσμένο από το σχέδιο Ανάν – πάνω στο οποίο βασίζεται και η φιλοσοφία του κοινού ανακοινωθέντος. Ουσιαστικά έχουμε να κάνουμε με κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας με ότι συνεπάγεται αυτό.
-Πως βλέπεται την διασύνδεση οικονομίας – Κυπριακού;
To τόνισα αρκετές φόρες. Θα έπρεπε ήδη να υπήρχε αποσύνδεση των δύο ζητημάτων. Δυστυχώς, η ανικανότητα διαχείρισης του όλου θέματος οδήγησε την Κυβέρνηση στην διασύνδεση οικονομίας και Κυπριακού. Σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές για την οικονομία του τόπου σίγουρα η διασύνδεση της οικονομικής πτυχής με το κυπριακό πρόβλημα αποτελεί μεγάλη και επικίνδυνη απειλή για την δίκαιη και βιώσιμη επίλυση που επιζητούμε εδώ και χρόνια. Το αποτέλεσμα βέβαια διαφαίνεται τώρα πια ξεκάθαρα και στο περιεχόμενο του κοινού ανακοινωθέντος.
Να υπενθυμίσω ότι και ως Κίνημα Οικολόγων προειδοποιούσαμε για την κατάσταση με τις ενέργειες του κ. Ντάουνερ που υποδήλωναν ξεκάθαρα τόσο τις προθέσεις της Τουρκίας όσο και τις προθέσεις των υποστηρικτών τους σε μια προσπάθεια να προωθήσουν τα επεκτατικά τους – και άλλα – σχέδια εις βάρος των Ελληνοκυπρίων.
-Υπάρχει τρόπος διαφυγής από το κοινό ανακοινωθέν
Ναι, αν και θα προσπαθήσουν να δώσουν στενά χρονικά περιθώρια χωρίς καν ουσιαστικές διαδικασίες. Όπως ακριβώς έγινε και στην περίπτωση της συμφωνίας για τις βρετανικές βάσεις. Εντούτοις, θεωρώ ότι υπάρχει ακόμα λίγος χρόνος μέχρι το στάδιο της επικύρωσης του περιεχομένου του εγγράφου. Εδώ ακριβώς θα διαφανεί και η διάθεση των πολιτικών κομμάτων να αναλάβουν δυναμική πολιτική στάση και πρωτοβουλία για την διασφάλιση των εθνικών συμφερόντων.