Pafos Net

Σχέση Εργοδότη – Εργοδοτούμενου, βάσει του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου

title image

ΚΑΛΥΨΩ ΘΕΟΧΑΡΙΔΟΥ

Νομικός

 

Η έννοια του εργοδοτούμενου καθορίζεται στο άρθρο 2 του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου[1]. Αναφέρει το εν λόγω άρθρο: «Εργοδοτούμενος» σημαίνει πρόσωπον εργαζόμενον δι' έτερον πρόσωπον είτε δυνάμει συμβάσεως εργασίας ή μαθητείας είτε υπό τοιαύτας περιστάσεις εκ των οποίων δύναται να συναχθή η ύπαρξις σχέσεως εργοδότου εργοδοτούμενου, ο δε όρος «εργοδότης» θα ερμηνεύηται αναλόγως και θα περιλαμβάνη την Κυβέρνησιν της Δημοκρατίας. Νοείται ότι ο όρος «εργοδοτούμενος» περιλαμβάνει και κάθε πρόσωπο το οποίο είναι μέτοχος σε ιδιωτική εταιρεία, όπως ο όρος αυτός καθορίζεται στον περί Εταιρειών Νόμο και εργάζεται στην εταιρεία αυτή όχι όμως με σύμβαση εργασίας ή κάτω από περιστάσεις από τις οποίες μπορεί να συναχθεί η ύπαρξη σχέσης εργοδότη και εργοδοτούμενου.

Δικαστικό προηγούμενο επί του συγκεκριμένου θέματος είναι η υπόθεση Prousi v. Redundant Employees Fund[2] όπου το Δικαστήριο επισήμανε ότι, η διαπίστωση της σχέσης εργοδότη και εργοδοτούμενου αποτελεί πραγματικό ζήτημα και τα γεγονότα που αφορούν την κάθε υπόθεση θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη. Η καταβολή μισθού δεν αποτελεί το μοναδικό κριτήριο για τον προσδιορισμό της σχέσης αλλά θα πρέπει ακόμα να θεμελιωθεί ότι ο εργοδότης μπορεί να ασκεί έλεγχο πάνω στη δουλειά του άλλου[3]. Το άλλο δικαστικό προηγούμενο είναι η υπόθεση Christofides v. Redundant Employees Fund[4] , που μνημονεύει και υιοθετεί την υπόθεση Ready Mixed Concrete (South East) Ltd v. Minister of Pensions & National Insurance[5] .

Η τελευταία αυτή υπόθεση επικροτεί και επαναλαμβάνει τη θέση ότι ακόμη και αυτή η έκφραση της πρόθεσης των μερών για το χαρακτήρα της συμφωνίας τους, αν και λαμβάνεται υπόψη, δεν είναι παράγων αποφασιστικής σημασίας για να προσδιοριστεί η αληθινή της φύση. Από την ίδια υπόθεση ο δικαστής παραθέτει στη συνέχεια περικοπή που επεξηγεί τους όρους που συγκροτούν τη σύμβαση εργασίας ή τη σχέση κυρίου - υπηρέτη με προεξάρχον συστατικό στοιχείο το δικαίωμα του εργοδότη να εποπτεύει και ελέγχει το μισθωτό αποτελεσματικά κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. 

Τα ίδια κριτήρια ακολουθήθηκαν και στην απόφαση Tsapaco Catering Ltd v. Δημοκρατίας[6] , όπου αναφέρονται τα ακόλουθα: «Η κατηγορία των μισθωτών συμπεριλαμβάνει πρόσωπα των οποίων η απασχόληση καθορίζεται από σύμβαση εργασίας που παρέχεται κάτω από συνθήκες που υποδεικνύουν σχέση εργοδότη και εργοδοτουμένου (master and servant). Δεν υπάρχει συγκεκριμένος καθορισμός της σχέσης εργοδότη και εργοδοτουμένου και η ύπαρξη της εξαρτάται από διάφορα ενδεικτικά στοιχεία που μπορούν να οδηγήσουν σε εύρημα κατά πόσο ένα συμβόλαιο είναι συμβόλαιο που καθιερώνει τη σχέση εργοδότη εργοδοτούμενου (master and servant) ή είναι ένα συμβόλαιο παροχής υπηρεσιών (contract of service). Μπορεί να λεχθεί ότι η σχέση εργοδότη εργοδοτούμενου προϋποθέτει μεταξύ άλλων το δικαίωμα εκλογής του εργοδοτούμενου από τον εργοδότη, την απασχόληση για συγκεκριμένες ώρες σε συγκεκριμένο χώρο, την ύπαρξη κάποιου ελέγχου, τη διασφάλιση της συνέχισης της εργοδότησης και την καταβολή απολαβών[7] Ο καθορισμός της ανταμοιβής για τις υπηρεσίες που προσφέρονται είναι ένα στοιχείο που μπορεί να υποστηρίξει την ύπαρξη της σχέσης εργοδότη και εργοδοτούμενου, χωρίς όμως από μόνο του να θεμελιώνει τη σχέση. Η σχέση μπορεί να αποδειχθεί κατά κύριο λόγο,

(α) από την υποχρέωση του εργοδοτούμενου να παρέχει τις υπηρεσίες του και

(β) από το δικαίωμα του εργοδότη να ελέγχει την εργασία του εργοδοτούμενου».

 

 

 

[1] Ν.24/67

[2] (1988) 1 C.L.R. 363 

[3] Θεοδούλου v. Ασπίς Πρόνοια Ασφαλ. Ετ. Ζωής  (1997) 1 Α.Α.Δ.1551

[4] (1978) 1C.L.R. 208

[5] [1968] 1 All E.R. 433

[6] (1998) 3 Α.Α.Δ. 796

[7] (Chitty on Contracts (Specific Contracts) 27th Edition p.698).