Pafos Net

Παραγωγή και Κατανάλωση Πολιτικής Επικοινωνίας: Το νέο βιβλίο του Χάρη Φ. Σοφοκλέους

title image

Το συγκεκριμένο βιβλίο εδράζεται στο γεγονός ότι ο ψηφοφόρος καταναλώνει την επικοινωνία, άρα και το ιδεολογικό προϊόν που παράγεται από το πολιτικό σύστημα. Επομένως, το ευρύτερο ερευνητικό διακύβευμα βασίζεται εν μέρει στο γεγονός ότι η εκλογική συμπεριφορά είναι πρακτική καταναλωτικής συμπεριφοράς και κατά συνέπεια ο ψηφοφόρος είναι ο εν δυνάμει καταναλωτής της «πολιτικής αγοράς». Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο απώτερος ερευνητικός στόχος του παρόντος βιβλίου είναι να αντιμετωπίσει την παραγωγή και κατανάλωση της εκλογικής επικοινωνίας και συνεπώς να προσπαθήσει να αποσαφηνίσει τη συσχέτιση μεταξύ των ιδεολογικών θέσεων που διαμορφώνουν τα κόμματα και των ιδεολογικών επιθυμιών που αντιλαμβάνονται και καταναλώνουν οι ψηφοφόροι. Επιπλέον, ο κύριος στόχος της σχετικής έρευνας ήταν να προσδιορίσει την κυκλική συσχέτιση μεταξύ της πολιτικής επικοινωνίας, της πολιτικής συμπεριφοράς και της συμμετοχής στις εκλογικές διαδικασίες, εστιάζοντας στον αντίκτυπο που έχει η αντίληψη στους θεσμούς, σε κάθε στάδιο της κυκλικής αυτής διαδικασίας.

Σε όρους πολιτικού μάρκετινγκ, η υφιστάμενη έρευνα βασίζεται στην αντίληψη ότι η εκλογική συμπεριφορά είναι μια πρακτική της συμπεριφοράς του καταναλωτή και ως εκ τούτου, ο ψηφοφόρος είναι ο δυνητικός καταναλωτής της «πολιτικής επικοινωνίας» και εν γένει του «πολιτικού μάρκετινγκ». Συνεπακόλουθα, το συγκεκριμένο βιβλίο επιχειρεί να διατυπώσει πώς παράγεται, πώς γίνεται αντιληπτή και πώς καταναλώνεται η επικοινωνία και το ευρύτερο μείγμα πολιτικού μάρκετινγκ των πολιτικών κομμάτων, κυρίως κατά τις προεκλογικές περιόδους, από τους εν δυνάμει ψηφοφόρους. Επιπλέον, επιχειρείται να διευκρινιστεί πώς και σε ποιο βαθμό, ο μέσος ψηφοφόρος «καταναλώνει» αυτήν την πολιτική επικοινωνία. Ως εκ τού- του, μέσω της σχετικής έρευνας, έχει μελετηθεί η κατανάλωση της πολιτικής επικοινωνίας ως προς την πειθώ, τη συμπάθεια, την κατανόηση στάσεων και την παράδοση μηνυμάτων.

Γιατί το συγκεκριμένο θέμα

Η εκλογική συμπεριφορά, και συνεπώς και η εκλογική επιλογή ενός έθνους ή ενός κράτους, από κοινού με τις ενέργειες και τα χαρακτηριστικά του πολιτικού του συστήματος και των πολιτικών του θεσμών, αποτελούν τους κύριους διεκπεραιωτές της δημοκρατίας, της ευημερίας και της γενικότερης προοπτικής του συγκεκριμένου κράτους. Επιπλέον, τόσο οι πολιτικοί θεσμοί και το υφιστάμενο πολιτικό περιβάλλον αφενός, όσο και οι επικοινωνιακές προθέσεις και το ευρύτερο πολιτικό μάρκετινγκ κομμάτων ή υποψηφίων αφετέρου, έχουν τον δικό τους αντίκτυπο στην εκλογική συμπεριφορά και συνεπώς στην εκλογική επιλογή μιας χώρας. Με βάση αυτή τη λογική, κρίθηκε απαραίτητο να εξεταστεί η αλληλεπίδραση των προαναφερθεισών εννοιών και να μετρηθεί πρώτον, η εκλογική επίδραση της πολιτικής επικοινωνίας και δεύτερον η επιρροή των εμπλεκόμενων θεσμών στην επικοινωνιακή διαδικασία.

Γιατί η Κύπρος

Μπορούν να δοθούν ποικίλες εξηγήσεις στο γιατί να προτιμηθεί η Κυπριακή Δημοκρατία, ως παράδειγμα περίπτωσης για το εν λόγω εγχείρημα. Κυρίως, το μεγαλύτερο μέρος της σχετικής τρέχουσας μελέτης στον κλάδο της εκλογικής συμπεριφοράς και της εκλογικής επικοινωνίας αφορά στις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ευρώπη και την Ασία, αλλά δεν υπάρχει σημαντική ή σχετική ερευνητική δραστηριότητα σε χώρες της Ανατολικής Μεσογείου και ειδικότερα στην Κύπρο. Κατά δεύτερον, έπειτα από την ανεξαρτησία της το 1960, η Κυπριακή Δημοκρατία βίωσε διάφορους πολιτικούς αγώνες, σε σχέση με την ενότητα των δύο κοινοτήτων, (Ελληνοκύπριων και Τουρκοκυπρίων), οι οποίοι εν τέλει οδήγησαν στην τουρκική εισβολή του 1974 και στην έκτοτε κατοχή σημαντικού μέρους του νησιού.

Επιπλέον, δεν υπάρχουν πολλά ευρωπαϊκά κράτη, και προπάντων σχετικά νεοσύστατα, που να έχουν αντιμετωπίσει εξίσου ποικίλα πολιτικά ζητήματα, τα οποία επηρέασαν τους θεσμούς, την εξέλιξη, τη δομή και τη συνέπεια του κατεστημένου. Ως εκ τούτου, οι προαναφερθέντες παράγοντες σκιαγραφούν μια υπόθεση, η οποία είναι άξια έρευνας, ως προς την εκλογική κουλτούρα, την εκλογική συμπεριφορά και την κατανάλωση πολιτικής επικοινωνίας.

xaris-sofokleous-2

Υποθέσεις

Σύμφωνα με τη σχετική επισκόπηση, οι ακόλουθες ειδικές ερευνητικές υποθέσεις θα μπορούσαν να διακριθούν με τρόπο που μπορεί να ενισχύσει τη διατύπωση σαφών σκοπών και στόχων της σχετικής έρευνας.

Υπόθεση 1: Η σαφήνεια των επικοινωνιακών στρατηγικών των πολιτικών κομμάτων

Η σαφήνεια των πολιτικών θέσεων (ημερήσια διάταξη) και ως εκ τούτου η σαφήνεια και η αντιπροσωπευτικότητα της επικοινωνίας και του ευρύτερου πολιτικού μάρκετινγκ που παράγεται και επιδεικνύεται από τα μεγάλα πολιτικά κόμματα και κατά συνέπεια η ιδεολογική απόσταση μεταξύ των κομμάτων καθώς και οι εναλλακτικές πολιτικές, είναι ασαφείς και αβέβαιες.

Υπόθεση 2: Οι αντιλήψεις και η πολιτική κουλτούρα και παιδεία του ψηφοφόρου

Η προεκλογική πολιτική επικοινωνία και το ευρύτερο μείγμα πολιτικού μάρκετινγκ επηρεάζουν την εκλογική κουλτούρα. Τα κίνητρα και οι αντιλήψεις αποτελούν μια βασική διάσταση της επικοινωνιακής διαδικασίας και ως εκ τούτου επηρεάζουν σε κάποιο βαθμό τον ψηφοφόρο, την εκλογική του συμπεριφορά και τον εκλογικό χάρτη.

Υπόθεση 3: Ο αντίκτυπος των θεσμών στην καταναλωτική συμπεριφορά

Οι βασικοί πολιτικοί θεσμοί έχουν αντίκτυπο στη διαμόρφωση των αντι- λήψεων των ψηφοφόρων και επηρεάζουν τα εκλογικά τους κίνητρα, την εκλογική τους συμπεριφορά και ως εκ τούτου τις εκλογικές τους ενέργειες.

Σύμφωνα με τις πιο πάνω ερευνητικές υποθέσεις, ο βασικός ερευνητικός στόχος του βιβλίου ήταν να ασχοληθεί με την παραγωγή και κατανάλωση πολιτικής επικοινωνίας. Συνεπώς καταβάλλεται προσπάθεια εξήγησης της ξεκάθαρης σχέσης μεταξύ των ιδεολογικών καταστάσεων που διαμορφώνονται από τα κόμματα και τις ιδεολογικές/επικοινωνιακές απαιτήσεις που καταναλώνονται από τα εκλογικά σώματα. Επιπλέον, όμως, το βιβλίο προσπαθεί να καθιερώσει μια σειρά από συγκεκριμένους ερευνητικούς στόχους που θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με τρόπο που θα διευκολύνει την επίτευξη του κεντρικού στόχου του έργου.

Ερευνητικό Κενό

Όπως έχει παρατηρηθεί στις διάφορες ενότητες του τρέχοντος μέρους, αρκετοί μελετητές έχουν σχηματίσει ένα ουσιαστικό επίπεδο κατανόησης. Το συγκεκριμένο πεδίο μελέτης, ωστόσο, παραμένει σχετικά αδιερεύνητο, καθώς τα δεδομένα ερευνητικά αποτελέσματα έχουν υπαγορευτεί συχνότερα από δεδομένα και όχι από θεωρητικές προσδοκίες. Μια πιο διαφανής ερμηνεία των αποτελεσμάτων της εκστρατείας, όχι μόνο απαιτεί πιο κατανοητά δεδομένα, αλλά απαιτεί επίσης μια θεωρητική αποδοχή ότι οι διαυγείς εκστρατείες αντικατοπτρίζουν μια επικοινωνία που συνδέει υποστηρικτές και υποψηφίους. Η συνεκτίμηση, της ικανότητας και των κινήτρων των σχετικών παραγόντων σε μια πολιτική εκστρατεία μας βοηθά να αναπτύξουμε ευρύτερες θεωρητικές προσδοκίες σχετικά με το πότε, γιατί, πώς και για ποιον έχουν σημασία οι εκστρατείες.

Κατά συνέπεια, μια ποικιλία τόσο στη λήψη αποφάσεων για τους εκλογείς όσο και στην προσέγγιση των υποψηφίων θα διαμορφώσει το δυναμικό όσον αφορά τα προφανή αποτελέσματα της εκστρατείας. Με αυτή την έννοια, αυτό το έργο στοχεύει να εμπλουτίσει και να δώσει φως στους τομείς που συζητήθηκαν παραπάνω με τρόπο που επιχειρεί να συνδέσει τις έννοιες και το θεωρητικό υπόβαθρο της εκλογικής συμπεριφοράς και των πολιτικών προτάσεων, με τις έννοιες και το θεωρητικό πλαίσιο του πολιτικού μάρκετινγκ και της συμπεριφοράς κατανάλωσης, και έτσι, να εξεταστεί ο ψηφοφόρος υπό την προοπτική του υποψήφιου πελάτη της λεγόμενης πολιτικής αγοράς, όπως αυτή διαμορφώνεται στην περίπτωση της Κύπρου.

Επιπλέον, η ανασκόπηση προηγούμενων ερευνητικών εργασιών μας οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η συγκεκριμένη έρευνα παραμένει ανολοκλήρωτη, καθώς τα διάφορα συστατικά της μπορεί να εξετάζονται μεμονωμένα, αλλά το κοινό σημείο που συνδέει αυτές τις έννοιες και τις συσχετίζει με το συγκεκριμένο πλαίσιο της δοκιμασμένης κατάστασης, απουσιάζει. Τέλος, οι τεράστιες διαφορές στην προσέγγιση των υποψηφίων και στη λήψη αποφάσεων από τους ψηφοφόρους πρέπει να εντοπιστούν από κοινού, κάτω από μια κοινή προοπτική, ως ευκαιρία και πρόκληση για τους ερευνητές. Με αυτό τον τρόπο, η συγκεκριμένη έρευνα επιχειρεί να καλύψει το διαπιστωμένο ερευνητικό κενό, επιτυγχάνοντας μια πιο διαφανή απεικόνιση σχετικά με τη συσχέτιση τόσο του πολιτικού μάρκετινγκ του υποψηφίου όσο και των εκλογικών αντιλήψεων και κινήτρων του ψηφοφόρου, καθώς και αξιολόγηση των παραγόντων που επηρεάζουν την ισορροπία μεταξύ της παραγωγής και της κατανάλωσης της πολιτικής επικοινωνίας.

Περίληψη ευρημάτων

Τα αποτελέσματα της έρευνας υποδεικνύουν ότι το ευρύτερο μείγμα πολιτικού μάρκετινγκ, και πιο συγκεκριμένα τα 4 Ps (Τόπος, Προϊόν, Τιμή, Προώθηση), έχουν ένα ορισμένο επίπεδο αντίκτυπου στη διαμόρφωση της εκλογικής συμπεριφοράς και των ενεργειών των εκλογικών αντιλήψεων και συνεπώς στην ψήφο των Κυπρίων ψηφοφόρων, με το τελευταίο στοιχείο (Προώθηση) που αναφέρεται στην πραγματική καμπάνια να φαίνεται περιέργως να έχει χαμηλότερο επίπεδο επιρροής σε σύγκριση με τα άλλα τρία στοιχεία του ευρύτερου μείγματος πολιτικού μάρκετινγκ. Επιπλέον, η μελέτη καταδεικνύει μια συσχέτιση μεταξύ των εκλογικών αντιλήψεων των ψηφοφόρων για τους βασικούς θεσμούς, το κατεστημένο των πολιτικών κομμάτων και την εκλογική συμπεριφορά των Κυπρίων. Επιπρόσθετα, τα ευρήματα της συγκεκριμένης μελέτης υποδηλώνουν ότι τα δημογραφικά στοιχεία, και πιο συγκεκριμένα η ηλικία και το μορφωτικό επίπεδο, ενδέχεται να επηρεάσουν και να διαφοροποιήσουν σχετικά την εκλογική συμπεριφορά των Κυπρίων ψηφοφόρων.

Ερμηνείες Δεδομένων

Το νόημα των αποτελεσμάτων μπορεί να φαίνεται προφανές στον ερευνητή. Ωστόσο, κρίθηκε απαραίτητο να διευκρινιστεί η σημασία τους και να φανεί πώς ακριβώς ανταποκρίνονται στα ερευνητικά ερωτήματα. Σε αυτή τη λογική, επεξηγούνται τα απροσδόκητα αποτελέσματα και αξιολογείται η σημασία τους, εξετάζοντας πιθανές εναλλακτικές διευκρινίσεις. Επιπλέον, η συζήτηση οργανώνεται γύρω από βασικά θέματα, υποθέσεις και ερευνητικά ερωτήματα που διευκρινίστηκαν στα προηγούμενα μέρη και ακολουθεί μια παράλληλη δομή, όπως η ενότητα των αποτελεσμάτων, προκειμένου να επιτευχθεί η αποτελεσματική και σφαιρική αποτύπωση της έρευνας στο πεδίο εφαρμογής.

Περιορισμοί & Συστάσεις για περαιτέρω έρευνα

Η σχετική έρευνα ανταποκρίνεται στην επίτευξη των διατυπωμένων σκοπών και στόχων της, οι οποίοι σε γενικές γραμμές επιβεβαιώνουν τις βασικές υποθέσεις του έργου σε ικανοποιητικό επίπεδο.

Κατ’ αυτό τον τρόπο επαληθεύεται το εξεταζόμενο μοντέλο της κυκλικής σχέσης μεταξύ της ιδεολογικής σαφήνειας, της πολιτικής ατζέντας, του πολιτικού μάρκετινγκ, της συμπεριφοράς των ψηφοφόρων και της συμμετοχής των ψηφοφόρων. Ωστόσο μπορεί να υποστηριχθεί ότι έχουν προκύψει ορισμένοι ερευνητικοί περιορισμοί και παραμένει ένα σχετικό ερευνητικό κενό. Πρώτον, εδώ δεν υπήρξε επαρκής διασύνδεση των εκλογικών αποτελεσμάτων, της ιδεολογικής σαφήνειας και της πολιτικής ατζέντας, με τρόπο που να επαληθεύει στο σύνολό του το προτεινόμενο κυκλικό μοντέλο διασύνδεσης μεταξύ της πολιτικής επικοινωνίας και της εκλογικής συμπεριφοράς. Επιπλέον, η διατύπωση ότι η έννοια των «επιπτώσεων» δε γίνεται κατανοητή σφαιρικά από τους ψηφοφόρους, υποδηλώνει έναν περιορισμό της έρευνας. Κατά συνέπεια, ο πραγματικός «αντίκτυπος» των επικοινωνιακών εκστρατειών μπορεί να διαφέρει από τον «αντίκτυπο», όπως αυτός γίνεται κατανοητός από τους εκλογικούς συντελεστές.

Σύμφωνα με το ερευνητικό τεκμήριο, ο «αντίκτυπος» των επικοινωνιακών εκστρατειών θα μπορούσε να διαφέρει από τον «αντίκτυπο», όπως αυτός γίνεται αντιληπτός από τους συντελεστές, γεγονός που συνιστά ότι η πιθανή έρευνα μπορεί να αντικατοπτρίζει την ευρύτερη εφαρμογή ενός ποιοτικού ερευνητικού εργαλείου (π.χ. ομάδα εστίασης), το οποίο αναμένεται να παρέχει μια πιο ακριβή και απτή διάσταση του λεγόμενου «αντίκτυπου» των προεκλογικών επικοινωνιακών εκστρατειών.Εν κατακλείδι, συνιστάται περαιτέρω έρευνα σε σχετικά θέματα, όπως είναι η διαδικασία λήψης εκλογικών αποφάσεων και η εκλογική εργονομία.