Η «εκλιπούσα» Κυπριακή Δημοκρατία
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
01 Ιουλίου 2014Της Αντιγόνης Παπαδοπούλου
Η νέα ενέργεια της κατοχικής Τουρκίας να καταθέσει 64σέλιδο έγγραφο στο πλαίσιο του Συμβουλίου Σύνδεσης, με αναφορά στην «εκλιπούσα» (defunct) Κυπριακή Δημοκρατία, συνιστά θρασύτατη εξοντωτική πολιτική επίθεση κατά της χώρας μας. Αποδεικνύει πως οι τουρκικοί στρατηγικοί σχεδιασμοί κλιμακώνονται, επιδιώκοντας τόσο την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, όσο και την αποαναγνώρισή της, ώστε να διευκολυνθεί η παρθενογένεση ενός νέου πολιτειακού μορφώματος, της ΔΔΟ, με δύο ισότιμα «συνιστώντα κράτη», όπως επιδιώκει η Τουρκία.
Έζησα από κοντά, ως Ευρωβουλευτής –Μέλος της Μεικτής Διακοινοβουλευτικής Επιτροπής ΕΕ- Τουρκίας και όχι μόνο, τα οργιώδη παρασκήνια των φιλοτουρκικών λόμπυ, τις μεθοδεύσεις για προώθηση των τουρκικών αξιώσεων και τη λυσσαλέα άρνηση της Τουρκίας να συνεργαστεί και να αναγνωρίσει την Κυπριακή προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, κατά το β εξάμηνο του 2012. Γνωρίζω πως πολιτεύονται και πως διεκδικούν Τούρκοι και Τ/κύπριοι πολιτικοί, σε ευρωπαϊκό έδαφος. Ξέρουν να ελίσσονται. Να εκλιπαρούν και να παρουσιάζονται ως θύματα, όταν ζητούν κάτι. Να προκαλούν και να απειλούν, όταν δεν γίνεται το δικό τους. Ξέρουν πως η σημερινή ΕΕ δεν τολμά να ασκήσει κυρώσεις εναντίον τους και πως οι λεκτικές υποδείξεις δεν έχουν πραγματικό αντίκρυσμα. Από την άλλη, εκμεταλλεύονται και τη δική μας «πολιτική του καλού παιδιού», σαλαμοποιώντας παράλογες τουρκικές διεκδικήσεις και μετατρέποντας τις συνομιλίες στο κυπριακό, σε μια ατέρμονη και άκαρπη διαδικασία. Επανέρχονται διαρκώς στο θέμα του απευθείας εμπορίου, στη δήθεν θυματοποίηση των Τ/κ, στα τουρκικά εγγυητικά δικαιώματα, εμπεδώνοντας τελελεσμένα και παραβιάζοντας ασύστολα, το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο. Αφελέστατα ανεχθήκαμε κι εμείς, ένα καθαρό πρόβλημα εισβολής-κατοχής, να μετατραπεί σταδιακά σε πρόβλημα δικοινοτικής διαφοράς, κάτι εντελώς λανθασμένο.
Όπως φορτικά επαναλάμβανα και ως ευρωβουλευτής, ανάμενα πως κυβέρνηση και κόμματα, έπρεπε να βρίσκονται ένα βήμα πιο μπροστά από εμάς και μαζί μονόβουλα και συντονισμένα να διεκδικούν περισσότερα, από την ΕΕ. Ωστόσο, η υποτονική δήλωση του αναπληρωτή κυβερνητικού εκπροσώπου και η τετριμμένη αντίδραση των κομμάτων στη νέα πρόκληση της Άγκυρας , εύλογα προβληματίζουν.
Σύσσωμη η εκτελεστική και πολιτική ηγεσία οφείλουν να διαμαρτυρηθούν για το νέο τουρκικό έγγραφο, ξεκαθαρίζοντας πως θα ασκήσουν βέτο κατά της Τουρκίας στο άνοιγμα οποιωνδήποτε κεφαλαίων. Πρέπει να αρνηθούν να θυματοποιηθεί ξανά η Κύπρος γινόμενη το πειραματόζωο για εφαρμογή ενός διζωνικού, δικοινοτικού μορφώματος , αμφιβόλου περιεχομένου, που δεν υπάρχει πουθενά, γιατί αυτό επιδιώκει ετσιθελικά η Τουρκία.
Οφείλουν να διευκρινίσουν παντού, πως ο κόμπος έφτασε πια στο χτένι. Οι Κύπριοι ευρωπαϊοι πολίτες θα αρνηθούν οποιαδήποτε «κουρέματα» σε επίπεδο ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η περσινή ανοχή που επέδειξαν άλλωστε, τους δίδαξε πολλά. Η οργή τους συσσωρεύεται. Δεν ήταν τυχαία, η αυξημένη αποχή τους στις πρόσφατες ευρωεκλογές και η κοινή απαίτησή για τιμωρία των ενόχων της οικονομικής τραγωδίας. Δεν πείθονται πια από αισιόδοξα επικοινωνιακά τεχνάσματα, γιατί ο κόσμος βιώνουν με δυσπιστία, την ανεργία, τη δυσπραγία και τη φτώχεια. Δυσανασχετούν και για τη διαχρονική στασιμότητα στο κυπριακό, γιατί πιστεύουν πως και σήμερα, οι διεξαγόμενες συνομιλίες βρίσκονται στον αναπνευστήρα. Η κατοχική Τουρκία συνεχίζει τον αμανέ, εκμεταλλευόμενη την κακή κοινή δήλωση Αναστασιάδη- Έρογλου και τις απαράδεκτες «συγκλίσεις» της περιόδου, 2008-12.
Με δεδομένες τις πάγιες τουρκικές απειλές, τα βέτο κατά της ένταξης της Κύπρου σε διεθνείς οργανισμούς, τη μη εφαρμογή του Πρωτοκόλλου, την παραβίαση διεθνών ψηφισμάτων και δεσμεύσεων, το νέο τουρκικό έγγραφο πρέπει να σημάνει συναγερμό.
Κυβέρνηση και κόμματα, αντιπολιτευόμενα και συμπολιτευόμενα, οφείλουν να συστρατευτούν για να τερματίσουν τον αλαζονικό εμπαιγμό της Άγκυρας περί «εκλιπούσας» Κυπριακής Δημοκρατίας, με συγκεκριμένη στρατηγική και δράση. Οφείλουν να διεκδικήσουν δυναμικά, πολύ περισσότερα από την ΕΕ, στη βάση της αντιδήλωσης της Ε.Ε. της 20ης Σεπτεμβρίου, 2005.
Και εμείς ως ευρωπαϊοι πολίτες οφείλουμε να μην είμαστε παθητικοί αποδέκτες ή «εκλιπόντες» αλλά ενεργά παρόντες στην ΕΕ, διεκδικώντας ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, δικαιοσύνη, ισότιμη μεταχείρηση και κοινοτική αλληλεγγύη, ως μας αρμόζει, χωρίς συμβιβασμούς.