Ευρωεκλογές 2014: Συνέντευξη του Καθηγητή του «Νεάπολις», Σπύρου Βλιάμου.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
25 Μαΐου 2014-Κύριε Καθηγητά, ποιο είναι κατά την γνώμη σας το νόημα των Ευρωεκλογών; Γιατί οι πολίτες της Ευρώπης πρέπει να συμμετάσχουν σ’ αυτές;
« Σήμερα, οι Ευρωπαίοι πολίτες καλούμαστε να εκλέξουμε 751 ευρωβουλευτές για να μας εκπροσωπήσουν τα επόμενα πέντε χρόνια στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και να συμβάλουν στη διαμόρφωση των ευρωπαϊκών πολιτικών. Οι εκλογές αυτές είναι διαφορετικές από αυτές των προηγουμένων ετών στο ότι αυτοί οι 751 ευρωβουλευτές από τα 28 κράτη μέλη θα εκλέξουν για πρώτη φορά τον επόμενο Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Βεβαίως είναι πιθανόν πολλοί από μας να πουν : Δεν βαριέσαι. Τι θα αλλάξει;Γιατί λοιπόν να μπούμε στον κόπο να ψηφίσουμε. Κυριακή είναι, ας κάνουμε κάτι άλλο.Αυτοί λοιπόν θα πρέπει να σκεφθούν ότι οι ευρωπαϊκές εκλογές θα δώσουν στους Ευρωπαίους πολίτες τη δυνατότητα να συμβάλουν στην πολιτική κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η ΕΕ τα επόμενα πέντε χρόνια».
-Δηλαδή μπορούμε να μιλάμε για μια Ευρώπη που αλλάζει;
«Άλλαξε και αλλάζει ριζικά το ευρωπαϊκό σκηνικό τα τελευταία δέκα χρόνια. Από την εποχή της μεγάλης ευφορίας στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα, όπου είχαμε μια νέα Ευρώπη με νέο κοινό νόμισμα, με μεγαλύτερη διεύρυνση και με ένα ευρωπαϊκό σύνταγμα, τότε που οι περισσότεροι είχαμε πιστέψει ότι η Ευρώπη έμπαινε σε μια νέα φάση ανάπτυξης και ένα μεγαλύτερο συντονισμό πολιτικών, φτάσαμε τα τελευταία χρόνια να μιλάμε για πιθανή κατάρρευση του ευρώ ή ακόμη και διάλυση της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
-Κατά πόσο όμως η πρόσφατη κρίση επηρέασε την πορεία της;
«Σίγουρα, η κρίση είναι πολύ μεγάλη, ίσως η πιο επικίνδυνη μέχρι τώρα στην πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η έννοια της Ενωμένης Ευρώπης δεν πείθει πλέον αρκετά και επομένως δεν μπορεί να ενεργοποιήσει τους Ευρωπαίους πολίτες, οι οποίοι άρχισαν να αμφιβάλλουν και να δυσπιστούν στην πορεία της Ευρώπης .
Επομένως είναι σίγουρο ότι η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα σε επικίνδυνο σταυροδρόμι».
-Ο ευρωπαίος πολίτης έχει αποκομίσει εμπειρίες από την πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
«Πιστεύω ότι στην διάρκεια αυτής της πορείας μάθαμε πολλά. Δεν ήταν όμως πάντοτε ευχάριστα. Για πολλούς, η εμπειρία των τελευταίων χρόνων μοιάζει με μια ανώμαλη προσγείωση στην σκληρή πραγματικότητα που συνθέτουν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, οι παγκόσμιες αγορές και η γεωπολιτική δυναμική. Για παράδειγμα, καταλάβαμε ότι υπάρχει χάσμα αρκετά βαθύ ανάμεσα σε πολιτικές ηγεσίες και πολίτες σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Επίσης διαπιστώσαμε ότι ενώ η ένταξη νέων μελών ήταν επιβεβλημένη, αυτή είχε ένα σοβαρό τίμημα. Οι αλλεπάλληλες διευρύνσεις της ΕΕ είχαν αρνητικές επιπτώσεις στην εσωτερική συνοχή της. Πολλές γνώμες, 28 αρχηγοί κυβερνήσεων, πολλές και διαφορετικές πολιτικές, χάνεται πλέον η αίσθηση της συνεκτικής ομάδας. Όπως αναφέρει και ο καθηγητής κ. Λουκάς Τσούκαλης σε πρόσφατο κείμενο του, τα ευρωπαϊκά συμβούλια μετατράπηκαν σε συναθροίσεις με πολυάριθμη συμμετοχή, ενώ οι εκπρόσωποι των ισχυρών (γιατί βεβαίως όλοι είμαστε ίσοι, αλλά μερικοίείναι λίγο πιο ίσοι από τους άλλους!) προτιμούν να προετοιμάζουν τις σημαντικέςαποφάσεις σε διμερείς ή τουλάχιστον ολιγοπρόσωπες συναντήσεις μεταξύ τους. Μάθαμε τέλος ότι και οι ίδιες οι αγορές αμφισβήτησαν τις ευρωπαϊκές πολιτικές αποφάσεις. Κατά γενική ομολογία λοιπόν η πολιτική βάση στην οποία οικοδομήθηκε η Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) δεν ήταν διόλου σταθερή. Και έτσι άρχισε να κλυδωνίζεται. Τέλος, εφόσον το νόμισμα είναι βασικό συστατικό στοιχείο της εθνικής κυριαρχίας και η δημιουργία της ΟΝΕ αποστερεί από τις εθνικές οικονομίες την δυνατότητα άσκησης ανεξάρτητης νομισματικής πολιτικής , αυτό σημαίνει ότι έχει γίνει σημαντική μεταφορά αρμοδιοτήτων στο υπερεθνικό επίπεδο με την δημιουργία νέων θεσμών, όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Και όλα αυτά λοιπόν συνέτειναν στην ένταση των κλυδωνισμών».
-Αφού λοιπόν ισχυρίζεστε ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα στηρίζεται σε σαθρά θεμέλια το ερώτημα που ανακύπτει είναι αν η Ευρώπη θα το στηρίξει. Θέλει και αν ναι, μπορεί να το κάνει;
«Απομένει να το μάθουμε. Αν όμως δεν το κάνει θα πρέπει να γνωρίζει ότι, το κόστος της κατάρρευσης θα είναι τεράστιο για όλους. Το διακύβευμα είναι όντως πολύ μεγάλο και δεν περιορίζεται στην επιβίωση ή όχι του ευρώ. Αφορά την ευρωπαϊκή ενοποίηση γενικότερα. Φέρτε στο μυαλό σας τα γεγονότα της τελευταίας δεκαετίας. Όταν ξέσπασε η κρίση (το καλοκαίρι του 2007) η πρώτη αντίδραση των Ευρωπαίων ήταν ότι το πρόβλημα δεν τους αφορά. Αλλά η κρίση γρήγορα πέρασε στη λεγόμενη πραγματική οικονομία μέσα από τη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και προκάλεσε διόγκωση της ανεργίας. Η αδυναμία των κυβερνήσεων στην Ευρώπη να δανειστούν μετάτρεψε την κρίση και σε κρίση ευρωπαϊκή (κρίση του ευρώ), με την Ελλάδα να παίζει πρωταγωνιστικό, καταλυτικό ρόλο. Έτσι, εδώ και δύο χρόνια οι χώρες της ευρωζώνης ζουν μια κρίση που συνεχώς διευρύνεται και βαθαίνει απειλώντας τα κοινωνικά κεκτημένα, καθώς και την επιβίωση του κοινού νομίσματος».
-Πολλοί όμως πιστεύουν ότι η λύση στο πρόβλημα του ευρώ προϋποθέτει περισσότερη Ευρώπη. Εσείς τι γνώμη έχετε;
«Ασφαλώς, η Δημοσιονομική ένωση, η έκδοση ευρωομολόγων και μια νέα αναθεώρηση των ευρωπαϊκών συνθηκών θα οδηγήσουν σε μια πιο ενωμένη (περισσότερη) Ευρώπη, από οικονομική και πολιτική άποψη. Από πολλούς όμως τίθεται το ερώτημα: Θέλουμε να έχουμε περισσότερη Ευρώπη μετά από όλη αυτή την περιπέτεια των τελευταίων ετών; Παραπάνω είπαμε ότι η Ευρώπη δεν πείθει πλέον αρκετά. Πολλές κυβερνήσεις ακολουθούν μοναχικές πολιτικές σε μοναχικούς δρόμους και προσπαθούν να ενδυναμώσουν την ευρωπαϊκή διάσταση. Δείτε τι συμβαίνει με την Γερμανία και την Γαλλία. Η πρώτη έχει ασφαλώς την αδιαμφισβήτητη πρωτοκαθεδρία, κρατώντας δίπλα της την δεύτερη, εν μέρει για να τηρούνται τα προσχήματα. Η άλλη μεγάλη, η Βρετανία ίσως βρίσκεται ήδη στο δρόμο προς την έξοδο. Οι συστηματικοί μελετητές βλέπουν τα σημάδια. Δηλαδή θέλω να πω ότι στη διάρκεια της κρίσης, ενισχύθηκε το διακρατικό στοιχείο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βρέθηκε εν πολλοίς στο περιθώριο. Η κυριαρχία ανήκει στους μεγάλους και χώρες μικρού και μεσαίου μεγέθους, όπως η Κύπρος και Ελλάδα, νιώθουν ασφυκτικά συμμετέχοντας σε διακρατικά σχήματα στα οποία αναπόφευκτα υπερισχύουν οι μεγάλοι και ισχυροί. Επομένως αποτελεί υπερ-απλούστευση να μιλάμε μόνον για περισσότερη ή λιγότερη Ευρώπη».
-Εφ’ όσον λοιπόν κατά την γνώμη σας δεν είναι αυτό το διακύβευμα, τότε ποιο είναι; Τί είναι αυτό που θέλουμε και πρέπει να επιδιώξουμε;
«Η Ευρώπη αλλάζει μορφή. Πιθανώς λόγω της κρίσης και όχι μόνον. Το σωστό είναι να μιλάμε για Ποια Ευρώπη; Πώς θέλουμε να γίνει αυτή η μεγάλη υπερεθνική οντότητα; Τα μεγάλα κεκτημένα αυτής, ειρήνη, δημοκρατία, ανθρώπινα δικαιώματα, κοινωνικό κράτος και ανοικτά σύνορα, απειλούνται όσο η οικονομική κρίση βαθαίνει. Και δεν πρέπει να το ξεχνάμε: το ευρωπαϊκό οικοδόμημα δεν έχει πολύ στέρεα θεμέλια. Εναπόκειται λοιπόν στις πολιτικές δυνάμεις που αντιλαμβάνονται την αξία των ευρωπαϊκών κεκτημένων να δώσουν τη μάχη για τη διατήρηση και προσαρμογή τους στα νέα δεδομένα.
Η κρίση δεν είναι μόνον απειλή. Είναι και μια μεγάλη ευκαιρία για αλλαγή. Πρέπει να εφαρμόσουμε νέες πολιτικές επιλογές σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Να ξανασκεφτούμε το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης, με πολιτικές φιλικές προς το περιβάλλον, με έμφαση στην κοινωνική συνοχή και την ποιοτική ανάπτυξη. Να επαναπροσδιορίσουμε τις σχέσεις των κυβερνήσεων με τους πολίτες συμφωνώντας σε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, δίνοντας προτεραιότητα στις νεότερες γενιές και τους οικονομικά αδύναμους. Να αναζητήσουμε νέους τρόπους συνδιαχείρισης της ευρωπαϊκής (και παγκόσμιας) αλληλεξάρτησης, υπερασπιζόμενοι κοινά συμφέροντα και αξίες σε έναν κόσμο όπου το μέγεθος της χώρας που διαπραγματεύεται, μετράει, ενώ οι υπόλοιπες δεν θέλουν να μετατραπούν σε επαρχία της οποίας τις τύχες καθορίζουν οι Βρυξέλλες . Να οριοθετήσουμε, τέλος, σύνορα και κανόνες για τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Πολιτικές επιλογές σημαίνουν πολιτικοποίηση. Στη νέα Ευρώπη οι αντιπαραθέσεις πρέπει να έχουν πολύ συχνά ιδεολογική και όχι εθνική διάσταση. Δεν μπορεί να είναι πλέον αντίπαλοι στο διηνεκές οι Γερμανοί με τους Έλληνες και τους Πορτογάλους, οι Βρετανοί με τους Γάλλους και οι Γάλλοι με τους Φιλανδούς. Το ευρωπαϊκό σύστημα λήψης αποφάσεων χρειάζεται περισσότερο πολιτικό οξυγόνο για να αναπνεύσει. Αλλιώς, κινδυνεύει να πεθάνει από ασφυξία.
Πιστεύω λοιπόν ότι θα πρέπει να αναπτυχθεί στην Ευρώπη ένας ζωντανός διάλογος σχετικά με τους τρόπους αντιμετώπισης της κρίσης και την ενεργό συμμετοχή του ευρωπαίου πολίτη σ’ αυτόν. Αν δεν γίνει οι συνέπειες θα είναι σοβαρές. Βεβαίως, σε ένα δημοκρατικό διάλογο, οι απόψεις προφανώς διίστανται. Επομένως η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα σε ένα πολύ επικίνδυνο σταυροδρόμι. Στο ίδιο σταυροδρόμι βρίσκονται και χώρες μικρές και ταλαιπωρημένες, όπως η Κύπρος και η Ελλάδα. Δεν μπορούμε να κάνουμε προβλέψεις για το μέλλον ιδίως αν δεν προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε το μέλλον αυτό. Άρα επανερχόμενος στο αρχικό σας ερώτημα για την σημασία των εκλογών που έρχονται, τονίζω: Από όλους εμάς εξαρτάται ποιο μέλλον θα διαλέξει η Ευρώπη, άρα και η Κύπρος και η Ελλάδα».