Pafos Net

Περί παρακοής

title image

Θεοχαρίδου Κ. Καλυψώ

Δια ΘΕΟΧΑΡΙΔΟΥ Κ. ΚΑΛΥΨΩ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΙ ΟΙΚΟΙ Λ/ΣΙΑΣ & ΠΑΦΟΥ

 

Σε υπόθεση, Οικογενειακού Δικαστηρίου και δη, δικαιοδοσίας γονικής μέριμνας, εκδόθηκε Διάταγμα, ρυθμίζον τις πτυχές αυτής (ενν. της γονικής μέριμνας). Η ρύθμιση, ήταν σε σχέση με τα γονεικά δικαιώματα (και υποχρεώσεις), επί του ανήλικου τέκνου, τόσο για την μητέρα όσο και για τον πατερά.

Με την έκδοση του Διατάγματος όμως, υπήρξε ισχυρισμός από την μητέρα πως, ο πατέρας, δεν ετήρησε τις πρόνοιες αυτού.  Αποτέλεσμα ήταν, η μητέρα και άρα Αιτήτρια, για σκοπούς διαδικασίας, να προχωρήσει με σχετική διαδικασία, εναντίον του πατέρα.

Ως δικαστική διαδικασία, η έννοια  της παρακοής, περικλείει και/ή σημαίνει[1]: «Η διαδικασία της αστικής παρακοής προσομοιάζει της ποινικής διαδικασίας όχι μόνο λόγω του γεγονότος ότι επιφέρει ανάλογες σοβαρές είτε οικονομικές κυρώσεις υπό τύπο προστίμου ή κατάσχεση περιουσίας, είτε ακόμη και στέρηση ελευθερίας με φυλάκιση, αλλά και διότι όλα τα τυπικά και ουσιαστικά εχέγγυα του ποινικού δικαίου πρέπει να ικανοποιούνται[2].  Η αστική παρακοή κατά συνέπεια κρίνεται ως υπαρκτή μόνο εφόσον ο αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο στον αναμενόμενο βαθμό, υπερπηδώντας το βάρος απόδειξης που έχει που είναι αυτό της βεβαιότητας ενοχής πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας[3]........>.

Για να καταδειχθεί επομένως παρακοή, όπως έχει λεχθεί και στην υπόθεση  Λάζαρος Μαύρος ν. Θεόδωρου Στυλιανού[4], πρέπει να ικανοποιείται και η αντικειμενική υπόσταση («actus reus»), αλλά και η υποκειμενική υπόσταση («mens rea»), του αδικήματος της αστικής καταφρόνησης όπως προδιαγράφεται στο άρθρο 42 του Νόμου αρ. 14/60. 

Στη δε υπόθεση Παπαχρυσοστόμου ν. Σιδερά[5], λέχθηκε με αναφορά στη Μουζούρης ν. Xylophagou Plantations Ltd[6], ότι: «για να στοιχειοθετηθεί η καταφρόνηση πρέπει να αποδειχθεί η ηθελημένη ανυπακοή του καθ΄ ου η αίτηση προς την απόφαση του δικαστηρίου, δηλαδή πρόθεση ανυπακοής προς[7] το διάταγμα του δικαστηρίου.  Το αποτέλεσμα της ανυπακοής αφ΄ εαυτού δεν αρκεί• πρέπει να συνοδεύεται από πρόθεση καταστρατήγησης του διατάγματος του δικαστηρίου.».

Συνάγεται επομένως, στην βάση των πιο πάνω πως, τυχόν παράβαση των όρων ενός διατάγματος χωρίς πρόθεση ή κατά τυχαίο τρόπο δεν επιφέρει βεβαίως την καταδίκη του καθ΄ ου, εφόσον η συμπεριφορά του δεν κατέδειξε είτε αδιαφορία προς το διάταγμα, είτε εκ προθέσεως[8] καταστρατήγηση των όρων του[9].

Για το ίδιο θέμα, δηλαδή για το ηθελημένο αυτής, στην απόφαση Ι.Μ. v P.M, Εφ. Αρ. 19/2016, 12/11/2018, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα: «Η απόδειξη της ηθελημένης ανυπακοής, είναι προαπαιτούμενο  για στοιχειοθέτηση της καταφρόνησης σε διάταγμα δικαστηρίου. Το ίδιο το αποτέλεσμα της ανυπακοής από μόνο του δεν είναι αρκετό. Θα πρέπει να συνοδεύεται από πρόθεση καταστρατήγησης του διατάγματος του δικαστηρίου[10].

Στην υπόθεση Μιχαηλίδης ν. Poliakova[11] τονίστηκε το εξής: ″Όσον αφορά το «mens rea» που πρέπει να διαπιστώνεται, αρκεί να λεχθεί ότι η ένοχη διάνοια ως προς το ηθελημένο της παρακοής εξάγεται από όλα τα περιστατικά της υπόθεσης. Η αναγκαία πρόθεση δύναται να εξαχθεί από όλα τα στοιχεία και όσο πιο εμφανής η απείθεια στο Διάταγμα, τόσο πιο εύκολα καταλογίζεται ένοχη «διάνοια».

Όπως αναφέρεται και σε υπόθεση άλλην: «Το αποδεικτικό βάρος το φέρει ο αιτητής, ο οποίος έχει την υποχρέωση να αποδείξει τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η αίτηση του και να ικανοποιήσει το Δικαστήριο, στον απαιτούμενο βαθμό και στη διαπίστωση της βεβαιότητας της ενοχής του καθ΄ ου, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.......  Δεν είναι όμως αρκετή η αρνητική στάση και οι δηλώσεις του ανηλίκου, το ίδιο Δικαστήριο οφείλει να ενδιατρίψει και να διαπιστώσει τα αίτια μιας τέτοιας στάσης και απόφασης και κατά πόσο η άρνηση του μορφώθηκε εξ ιδίων ή ήταν αποτέλεσμα επηρεασμού από τον εφεσείοντα». 

Και τέλος, στην Κωνσταντίνου ν. Ξιούρου[12] λέχθηκε πως: «Τα διατάγματα αυτά εκδίδονται κατά κύριο λόγο προς όφελος των ανηλίκων τέκνων εφόσον αναγνωρίζεται η μεγάλη σημασία της επικοινωνίας των ανηλίκων τέκνων και με τους δύο γονείς τους, παρά το χωρισμό των γονέων. Σε περίπτωση που ο γονέας, που διατάσσεται να συμμορφωθεί με διάταγμα επικοινωνίας του ανήλικου τέκνου του με τον άλλο γονέα, προβάλλει κάποια δικαιολογία για τη μη συμμόρφωση του, το βάρος το έχει εκείνος που προβάλλει τη δικαιολογία να αποδείξει ότι αυτή είναι εύλογη, υπό τις περιστάσεις, στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων. Αυτό, αντίθετα με τον αιτητή που ισχυρίζεται παρακοή διατάγματος του δικαστηρίου, ο οποίος θα πρέπει να αποδείξει τον ισχυρισμό του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας».

Απαιτείται επομένως η απόδειξη ηθελημένης παράλειψης συμμόρφωσης με το διάταγμα, η οποία δεν οφείλεται σε αδυναμία εκτέλεσης. Εφόσον προβάλλεται ως υπεράσπιση η αδυναμία συμμόρφωσης, η αδυναμία αυτή απαραιτήτως πρέπει να διαπιστώνεται ως πραγματικό γεγονός[13]. To βάρος δε απόδειξης της αδυναμίας αυτής, βαρύνει αυτόν προς τον οποίο απευθύνεται το διάταγμα και ο οποίος προβάλλει το γεγονός της εν λόγω αδυναμίας[14].

Εν τέλει, το πρωτόδικο Δικαστήριο, στη βάση της ενώπιον του τεθείσας μαρτυρίας, έκρινε πως, ο πατέρας, δεν είχε πρόθεση να παρακούσει το Διάταγμα και απέρριψε την αίτηση της Αιτήτριας καταδικάζοντας αυτήν στα έξοδα της διαδικασίας.

 

[1] Ο Έντιμος Δικαστής κ. Ναθαναήλ στην απόφαση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Δρόσος Μιχαηλίδης ν. Margarita Μιχαηλίδου Poliakova (Αρ.1) (2011) 1Α ΑΑΔ 356 αναφέρει σχετικά με τη διαδικασία παρακοής

[2] In re Bramblevale Ltd  (1970) Ch. 18 και Savings and Investment Bank Ltd v. Gasco (No 2) (1988) 1 All E.R. 975)

[3] David Bean: Injunctions 8η έκδ. (2004) σελ. 90-1 παρ. 6.18 και 6.19, όπου περιγράφεται και η όλη διαδικασία στη δικάσιμο

[7] Τονισμός δικός μας

[8] Νικόλας Γεωργίου Ιακώβου ν. Αντζέλικα Γεωργίου, Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο Έφεση αρ. 4/14, 2/6/2017

[9] Fairclough & Sons v. Manchester Ship Canal Co. (No. 2)  (1897) Sol Jo  225  και  Borrie & Lowe  2η  έκδ.    σελ. 400-1

[10] Έφεση Αρ. 4/2014, Ιακώβου ν. Γεωργίου, ημερ. 2 Ιουνίου 2017

[11] (Αρ. 1) (2011) 1(Α) Α.Α.Δ. 256 

[12] Έφεση Αρ. 2/12, 9.5.2014

[13] Έπαρχος Πάφου ν. Κωνσταντίνου (2009) 2 Α.Α.Δ. 594

[14]Yugos Finance BV v. Halebay Holdings Limited (2009) 1 A.A.Δ. 569