Pafos Net

COVID-19 και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ)

title image

Θεοχαρίδης Κ. Αναστάσης

Δικηγόρος/Νομικός Σύμβουλος/Πολιτικός Επιστήμονας

ΘΕΟΧΑΡΙΔΟΥ K. ΚΑΛΥΨΩ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ

 

Αδιαμφισβήτητα ο τρόπος ζωής όλων μας έχει αλλάξει και οι συνήθεις πρακτικές, κάθε ενός από εμάς, λαμβάνουν πλέον υπόψη τα περιοριστικά μέτρα και/ή υπακούουν σε νέους υγειονομικούς κανόνες  και/ή προφυλάξεις. Ελλείψει αποτελεσματικής θεραπείας και/ή εμβολίου αντιμετώπισης της πανδημίας, ο κάθε ένας από εμάς καλείται να αναθεωρήσει σημαντικές πτυχές, είτε της ιδιωτικής είτε της επαγγελματικής του ζωής. 

Κάθε επαγγελματικός κλάδος καλείται να αφομοιώσει και/ή να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, με πρωταρχικό στόχο την ασφάλεια της ανθρώπινης υγείας. Ο κλάδος των νομικών και/ή δικηγόρων δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση από τις πιο πάνω νέες πραγματικότητες και/ή δεδομένα.

Μέσα στις πρωτόγνωρες αυτές καταστάσεις που ζούμε, είναι φυσικό συνεπακόλουθο όλοι μας να βρισκόμαστε αντιμέτωποι με συνεχώς μεταβαλλόμενες προκλήσεις και/ή πολιτικές, οι οποίες ενίοτε αντιμετωπίζονται σε πρώτο στάδιο με καχυποψία και/ή αβεβαιότητα.

Οι πολιτικές αυτό-περιορισμού και/ή αυτό-απομόνωσης που επιβλήθησαν από μεγάλο μέρος των κρατών/μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αν και αδήριτη ανάγκη, αντιμετωπίστηκαν από μεγάλο μέρος της νομικής κοινότητας, με μεγάλη καχυποψία και/ή ενδοιασμό. Πλειάδα νομικών, στην ημεδαπή και αλλοδαπή, υποστηρίζει πως τα εν λόγω περιοριστικά μέτρα στερούνται νομιμότητας και/ή κρίνονται ως αντισυνταγματικά, σε σχέση πάντοτε με την επιδιωκόμενο σκοπό, της προστασίας της ανθρώπινης υγείας, από την πανδημία COVID-19.

Παρακολουθώντας την συζήτηση και/ή ανταλλαγή απόψεων περί της νομιμότητας ή όχι των περιοριστικών μέτρων (καραντίνα), οδηγούμεθα στο συμπέρασμα πως η όλη προσοχή εστιάζεται αποκλειστικώς στην παραβίαση του Άρθρου 5 της ΕΣΔΑ, ήτοι το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια.

Στόχος του παρόντος πονήματος, είναι η επιδερμική παρουσίαση της επίδρασης που ενδέχεται να έχουν τα υφιστάμενα περιοριστικά μέτρα, επί μια σειρά επιπρόσθετων θεμελιωδών δικαιωμάτων, εις τα οποία σπάνια αναφερόμαστε και/ή παραβλέπουμε. Ασφαλέστατα, η επίκληση των δικαιωμάτων αυτών καθώς και ενδεχόμενη παραβίαση αυτών, ένεκα των περιοριστικών μέτρων, δύναται να απασχολήσει μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα, τα ημεδαπά και/ή αλλοδαπά Δικαστήρια (Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου).  

Η Κυπριακή Δημοκρατία όντας συμβαλλόμενο μέρος στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Κυρωτικός Νόμος Ν.39/(ιιι)/1962 «Περί της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου») και κράτος/μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, δεσμεύεται και/ή υποχρεούται να τηρεί και/ή να σέβεται τα διαλαμβανόμενα, που απορρέουν εκ της ΕΣΔΑ, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.

Στην προσπάθεια μας να κατηγοριοποιήσουμε ορισμένα από τα ανθρώπινα δικαιώματα που ενδεχομένως επηρεάστηκαν και/ή επλήγησαν και/ή εθίγησαν από τα υφιστάμενα περιοριστικά μέτρα, αντλούμε καθοδήγηση, μεταξύ άλλων, από την ξένη και/ή διεθνή αρθρογραφία, έγκριτων ακαδημαϊκών, οι οποίοι ασχολούνται εμπεριστατωμένα με την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως επίσης από το Νόμο και/ή τη Νομολογία και/ή τις σχετικές διεθνείς συμβάσεις.   

 Όπως ευρέως υποστηρίζεται, πέραν από τις όποιες θεωρητικές αναλύσεις, ο νομικός και/ή πραγματικός αντίκτυπος των περιοριστικών μέτρων, θα διαφανεί στο άμεσο μέλλον, όταν και εφόσον το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, κληθεί να αποφανθεί, επί συγκεκριμένου νομικού ζητήματος, που άπτεται της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ενδεχόμενης παραβίασης αυτού, συνεπεία των περιοριστικών μέτρων.

 

Άρθρο 15 ΕΣΔΑ: Παρέκκλιση εις περίπτωση έκτακτης ανάγκης

Το άρθρο 15 της Σύμβασης παρέχει την διακριτική ευχέρεια στα συμβαλλόμενα μέρη να παρεκκλίνουν εκ των συμβατικών τους υποχρεώσεων, σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Η πανδημία COVID-19, σαφώς και δύναται να συμπεριληφθεί εν τη εννοία του ορισμού, της έκτακτης ανάγκης. Ωστόσο, θα πρέπει να διευκρινίσουμε πως το εν λόγω άρθρο δεν επιτρέπει καταχρηστική προσφυγή και/ή εφαρμογή και/ή επίκληση  των διατάξεων του, σε σχέση με τα υπόλοιπα ανθρώπινα δικαιώματα (απαγορεύεται ρητώς το «νομικό τσουβάλιασμα»). Επιπροσθέτως, οι όποιες παρεκκλίσεις θα πρέπει να είναι εύλογες, για περιορισμένο χρονικά διάστημα και σαφώς να συνδέονται με την πανδημία.

Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να τονισθεί πως εν καιρώ πανδημίας, οι πρόνοιες του Άρθρου 15 της ΕΣΔΑ, δεν αποτελούν ένα τόσο χρήσιμο εργαλείο, εάν αναλογιστούμε πως τα ανθρώπινα δικαιώματα, χωρίζονται σε εκείνα που δύνανται να τύχουν παρεκκλίσεως και σε αυτά που δεν δύνανται να τύχουν παρεκκλίσεως. Ανθρώπινα δικαιώματα που δεν δύνανται να τύχουν παρεκκλίσεως είναι το δικαίωμα στη ζωή, η απαγόρευση βασανιστηρίων, η απαγόρευση της δουλείας και η μη-αναδρομικότητα των Ποινικών Νόμων. Επομένως, ενδεχόμενες παρεκκλίσεις βάσει του Άρθρου 15, δεν δύνανται να έχουν οιανδήποτε επίδραση και/ή επίπτωση στην προστασία, των δικαιωμάτων αυτών. Σύμφωνα λοιπόν με τα πιο πάνω, εκφράζεται η άποψη πως ο αντίκτυπος του Άρθρου 15, αναφορικά με την προστασία των υπόλοιπων δικαιωμάτων, θα είναι περιορισμένος.

 Όσον αφορά τη νομιμοποιητική βάση των περιοριστικών μέτρων, τα περισσότερα κράτη/μέλη προχωρούν με την θέσπιση ειδικής νομοθεσίας έκτακτης ανάγκης και άρα τα τελευταία δύνανται να υποστηρίζουν τη νομιμότητα των μέτρων αυτών, εάν και εφόσον αυτή αμφισβητηθεί, ενώπιον Δικαστηρίου. Τέτοιου είδους ειδικοί νόμοι, οι οποίοι τείνουν να εκχωρούν απεριόριστες εξουσίες στην Εκτελεστική Εξουσία, δύνανται να κριθούν παράνομοι και αντισυνταγματικοί, αν μέσω της επίκλησης του Άρθρου 15, επιχειρείται νομιμοποίηση παράνομων ενεργειών του κράτους.

Όσον αφορά την αρχή της αναλογικότητας, η έκταση της πανδημίας είναι σε τέτοιο υψηλό βαθμό, ώστε αρκετά από τα ληφθέντα περιοριστικά μέτρα, να είναι αναλόγως δικαιολογημένα και/ή να εμπίπτουν στο πλαίσιο των εύλογων παρεκκλίσεων.

Σε αυτό το σημείο, θα μπορούσαμε να αναφερθούμε στο  Άρθρο 6 της ΕΣΔΑ (δικαίωμα σε δικαία δίκη), για να καταδείξουμε τις λεπτές ισορροπίες και/ή την αλληλεξάρτηση που ενδεχομένως υπάρχει, μεταξύ της επίκλησης των προνοιών του Άρθρου 15 και τον αντίκτυπο που μια τέτοια επίκληση ενδεχομένως να έχει στο δικαίωμα σε δίκαιη δίκη. Προς το παρόν, δεν δύναται να διευκρινιστεί κατά πόσον οι επιχειρούμενες παρεκκλίσεις, δυνάμει του Άρθρου 15 της ΕΣΔΑ, θα οδηγήσουν στην υπόσκαψη του δικαιώματος στην δικαία δίκη. Για παράδειγμα, σε ορισμένα κράτη/μέλη, τα δικαστήρια, είτε ανέστειλαν την λειτουργία τους, είτε εκδικάζουν και επιλαμβάνονται υποθέσεων, πίσω από κλειστές πόρτες. Αυτή η εξέλιξη δύναται να φαλκιδεύσει  τα δικαιϊκά συστήματα των κρατών/μελών. Υπό αυτό το πρίσμα, το Άρθρο 15 μπορεί να μας είναι χρήσιμο, στο μέλλον.

 

Άρθρο 2 ΕΣΔΑ: Δικαίωμα στη ζωή

Λαμβανομένου υπόψη του μεγάλου αριθμού απώλειας ανθρώπινων ζωών, λόγω πανδημίας, το Άρθρο 2 της ΕΣΔΑ δύναται παίξει καθοριστικό ρόλο, αναφορικά με τις νομικές εξελίξεις. Είναι χαρακτηριστικό πως η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, αρχικώς υιοθέτησε την στρατηγική της «ανοσίας της αγέλης», ως μέτρο καταστολής και/ή περιορισμού της εξάπλωσης της πανδημίας. Η εν λόγω στρατηγική, επιβάλλει όπως σημαντικός αριθμός ατόμων νοσήσει και ταυτόχρονα αναπτύξει ανοσία στον ιό. Άμεση συνέπεια της εν λόγω στρατηγικής ήταν ορισμένα άτομα που ανήκουν στις ευάλωτες και/ή ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού (ηλικιωμένοι και άτομα με βεβαρημένο ιατρικό ιστορικό) να αποδημήσουν. Οι καταστροφικές συνέπειες της στρατηγικής αυτής, επέβαλαν αλλαγή πλεύσης και η κυβέρνηση προχώρησε με την υιοθέτηση αυστηρών μέτρων προστασίας του πληθυσμού.

Ακόμη και αν η αρχική στρατηγική και/ή πολιτική της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου παρέμενε η ίδια, τα θύματα της πανδημίας και/ή οι συγγενείς αυτών, θα έπρεπε να αποδείξουν ενώπιον Δικαστηρίου πως ο θάνατος των οικείων τους προήλθε άμεσα, από πράξεις και/ή παραλήψεις του κράτους. Τούτων δοθέντων, θα πρέπει ο Αιτητής να αποδείξει πως το κράτος απέτυχε να προστατεύσει επαρκώς το δικαίωμα του ιδίου, στη ζωή.

Αν και δεν αποκλείεται ένας τέτοιος ισχυρισμός να τελεσφορήσει, ενώπιον Δικαστηρίου, εντούτοις είναι δυσαπόδεικτη η αιτιώδης συνάφεια. Πιθανότατα, το Δικαστήριο θα αναγνωρίσει την δυσκολία των τωρινών καταστάσεων και/ή θα δικαιολογήσει τις πράξεις της εκτελεστικής εξουσίας. Κατάφωρη άρνηση παροχής ιατροφαρμακευτικής περιθάλψεως και φροντίδος, ενδεχόμενα να συνίσταται σε παραβίαση του Άρθρου 2 της ΕΣΔΑ.

 

Άρθρο 3 ΕΣΔΑ: Απαγόρευση Βασανιστηρίων

Σε άμεση συνάρτηση με το πιο πάνω, η έλλειψη επαρκούς ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και φροντίδος,  δύνανται να εμπίπτει στον ορισμό του Άρθρου 3 της Σύμβασης. Το εν λόγω δικαίωμα συγκαταλέγεται στα δικαιώματα τα οποία δεν δύνανται να τύχουν παρεκκλίσεως. Επομένως, ενδεχόμενη άρνηση για παροχή επαρκούς ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, δύναται να οδηγήσει σε κατάφωρη και/ή εξόφθαλμη παραβίαση του εν λόγω αναφαίρετου δικαιώματος. Δύο κριτήρια θα πρέπει να πληρούνται εδώ: η ενδεδειγμένη θεραπεία να μην ανταποκρίνετο στο ελάχιστο και/ή προσδοκώμενο επίπεδο παροχής ιατρικών υπηρεσιών, που απαιτείται σε τέτοιες περιπτώσεις και η συμμετοχή του κράτους να είχε αποδειχθεί. Ενώ η συμμετοχή του κράτους είναι πιο εύκολο να στοιχειοθετηθεί - η απόδειξη πως δεν τηρήθηκε το ελάχιστο επίπεδο παροχής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, αποτελεί μια πολύ πιο περίπλοκη διαδικασία. Αν και πολλές ασθένειες δύνανται να προξενήσουν βάσανα και αρκετές φορές  να οδηγήσουν εις τον θάνατο, εντούτοις  δεν δύναται το κράτος να είναι πάντοτε υπεύθυνο και/ή υπόλογο, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Ειδικότερα σε περιόδους πανδημίας και/ή υγειονομικών κρίσεων, με συνεπακόλουθο αυξημένο αριθμό θυμάτων, η έννοια της «επαρκούς ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης» δύναται να μεταβάλλεται σημαντικά.

Άρθρο 4 ΕΣΔΑ: Καταναγκαστική εργασία

Αναφορικά με την επίκληση του άρθρου 4 της ΕΣΔΑ, η νομολογία του ΕΔΑΔ δεν είναι πλούσια και σπανίως οι προσφεύγοντες επικαλούνται τις πρόνοιες του άρθρου αυτού. Οι διατάξεις της παραγράφου 1, του εν λόγω άρθρου, είναι απόλυτες και ως εκ τούτου, ούτε επιδέχονται  παρεκκλίσεων αλλά και ούτε δύναται η Εκτελεστική Εξουσία να οδηγήσει πολίτες εις κατάσταση δουλείας και/ή ειλωτείας, ακόμη και σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Όσον αφορά την καταναγκαστική εργασία, αν και η κυβέρνηση δύναται να  εμπλέξει τους πολίτες, στην προσπάθεια εξάλειψης των συνεπειών, μιας έκτακτης ανάγκης, εντούτοις τα παρθέντα μέτρα θα πρέπει να είναι ανάλογα και/ή αντίστοιχα προς τον επιδιωκόμενο σκοπό. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να τονισθεί πως οι πρόνοιες του άρθρου 4, τυγχάνουν εφαρμογής μόνο στις περιπτώσεις καταναγκαστικής εργασίας και όχι στην περίπτωση όπου το κράτος, καλεί τους πολίτες να συμμετάσχουν εθελοντικά, προς επίτευξη συγκεκριμένου σκοπού.

Άρθρο 5 ΕΣΔΑ: Δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια

Όπως ορθώς προτείνεται, οι πρόνοιες του άρθρου αυτού, επηρεάζονται άμεσα, από τα περιοριστικά μέτρα, παρεμπόδισης της διάδοσης της πανδημίας COVID-19. Αυστηροί κατ’ οίκον περιορισμοί δύνανται να εμπίπτουν στην έννοια της αποστερήσεως της προσωπικής ελευθερίας, σύμφωνα πάντοτε με το εν λόγω άρθρο. Δύο στοιχεία θα πρέπει να εξετάσουμε σε αυτό το σημείο. Πρώτον, ο βαθμός του περιορισμού θα πρέπει να είναι σημαντικός. Για παράδειγμα, αποστέρηση της ελευθερίας κάποιου και/ή υποχρεωτική αυτό-απομόνωση σε απόσταση μόνο μερικών χιλιομέτρων από την οικία του, δύναται να συνιστά ΜΗ επαρκή λόγο, επίκλησης των προνοιών του εν λόγω άρθρου. Δεύτερον, το άρθρο 5-1(ε) προβλέπει τη νόμιμη κατακράτηση ατόμου, που δύναται να μεταδώσει μολυσματικές και/ή μεταδοτικές ασθένειες. Η πλούσια νομολογία του ΕΔΑΔ προβλέπει τις περιπτώσεις, εις τις οποίες ένα τέτοιος περιορισμός της προσωπικής ελευθερίας, δύναται να είναι νόμιμος και/ή σύμφωνος με τις πρόνοιες της Σύμβαση: 1) ο περιορισμός θα πρέπει να συνάδει με την εθνική νομοθεσία, 2) ο περιορισμός θα πρέπει να είναι συγκεκριμένης χρονικής διάρκειας και 3) ο περιορισμός θα πρέπει να εξυπηρετεί τον επιδιωκόμενο σκοπό - δηλαδή, την παρεμπόδιση της διάδοσης μολυσματικών ασθενειών. Στην εναντία περίπτωση, τέτοιου είδους κράτηση και/ή παρεμπόδιση της ελευθερίας, θα συνιστούσε αυθαίρετη και/ή παράνομη πράξη.

Άρθρο 8 ΕΣΔΑ: Δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (Δικαίωμα Απορρήτου)

Η πρόσφατη υγειονομική κρίση, αναμφίβολα θέτει μια τεράστια πρόκληση στο δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής και των άλλων συναφών δικαιωμάτων. Το κράτος στην προσπάθεια του για λήψη μέτρων, επί σκοπώ παρεμποδίσεως της εξαπλώσεως της πανδημίας, θα πρέπει να προβαίνει σε τακτικό έλεγχο, για να διαπιστώσει κατά πόσον οι πολίτες συμμορφώνονται με τα Διατάγματα αυτό-περιορισμού και  αυτό-απομόνωσης, θα πρέπει να συλλέγει και/ή να επεξεργάζεται μεγάλο αριθμό ιατρικών δεδομένων, όπως επίσης να προβαίνει και σε ιχνηλάτηση επαφών. Τα δεδομένα αυτά είναι άμεσα συνυφασμένα με το απόρρητο  της ιδιωτικής ζωής και προστατεύονται από την ΕΣΔΑ. Αξίζει να σημειωθεί  πως ακόμη και η λήψη της θερμοκρασίας σώματος, κατά την διάρκεια ταξιδιού, αποτελεί έκφανση της ιδιωτικής και/ή οικογενειακής ζωής.

Αν και το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ δύναται να υποστεί παρεκκλίσεως, εντούτοις και εδώ θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας την αρχή της αναλογικότητας. Η παρούσα υγειονομική κρίση δεν δύναται να δικαιολογήσει όλων των ειδών των παρεκκλίσεων, εις το όνομα της καταστάσεως εκτάκτου ανάγκης. Ενδεχομένως, η παρούσα πανδημία να οδηγήσει σε επαναπροσδιορισμό των εννοιών της Σύμβασης και ίσως να καταστεί εφικτή η μείωση του εύρους προστασίας του δικαιώματος αυτού. Σε κάθε περίπτωση, το ΕΔΑΔ είναι το αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο για να αποφανθεί επί τούτου.

 

 

Άρθρα 9 και 11 ΕΣΔΑ: Ελευθερία Θρησκείας και ελευθερία του Συνεταιρίζεσθαι

Πολλά κράτη/μέλη έχουν ήδη προχωρήσει με απαγόρευση όλων των δημόσιων συγκεντρώσεων, επί σκοπώ παρεμπόδισης της εξαπλώσεως της πανδημίας COVID-19. Αυτά τα μέτρα αφορούν και/ή επηρεάζουν θρησκευτικές ομάδες πιστών, πολιτικές συγκεντρώσεις, συναυλίες, αθλητικές εκδηλώσεις κλπ. Τέτοιου είδους περιοριστικά μέτρα δύνανται να κριθούν ως εύλογα και/ή δικαιολογημένα, εφόσον αποσκοπούν στην πρόληψη και/ή παρεμπόδιση της εξάπλωσης του ιού. Στην περίπτωση κατά την οποία αυτά τα μέτρα δύνανται να κριθούν ως μη-απαραίτητα και η εξάπλωση του ιού χρησιμοποιείται, για παράδειγμα, ως πρόσχημα για λογοκρισία και/ή φίμωση της αντιπολίτευσης, τότε το Δικαστήριο δύναται να καταλήξει σε ασφαλές συμπέρασμα, περί καταστρατηγήσεως της Σύμβασης. Τούτων δοθέντων, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως η απαγόρευση συγκεντρώσεων σε χώρες, εις τις οποίες έχει ξεφύγει η επιδημιολογική διαχείριση της πανδημίας και/ή παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά κρουσμάτων, ο περιορισμός των δικαιωμάτων των Άρθρων 9 και 11 της ΕΣΔΑ,  δύναται να κριθεί εύλογος και/ή αναγκαίος.

 

Άρθρο 10 ΕΣΔΑ: Ελευθερία έκφρασης

Αν και οι διάφορες μορφές ελευθερίας της έκφρασης, μέσω δημόσιων συγκεντρώσεων, δύνανται  να περιοριστούν, εν καιρώ πανδημίας, εντούτοις  το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι πολύ πιθανό, να εφαρμόσει ένα υψηλό επίπεδο ελέγχου της νομιμότητας, της περιστολής του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης.

Η ελευθέρια του λόγου καθιστά την εκτελεστική εξουσία υπόλογη, ενώπιον της  κοινωνίας και αποτρέπει οιανδήποτε κατάχρηση, εκ μέρους του κράτους. Επιπλέον, η ελευθερία της έκφρασης, παρέχει στην κοινωνία πρόσβαση σε πληροφορίες τις οποίες το κράτος είθισται να κρατάει μυστικές και οι οποίες πληροφορίες διαβαθμίζονται ως ζωτικής σημασίας, για την διαχείριση περιπτώσεων έκτακτης ανάγκης. Επομένως, αν και ορισμένες πτυχές του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης, δύνανται να περισταλούν, ο πυρήνας του εν λόγω δικαιώματος θα πρέπει να παραμένει νομικά ανέπαφος και/ή έντονα προστατευόμενος.

 

Άρθρο 2 του 4ου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ: Ελεύθερη μετακίνηση

 

Το Άρθρο 2 του 4ου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, εφαρμόζεται κατά κανόνα σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Τούτων δοθέντων, τέτοιου είδους περιορισμός της ελευθερίας της μετακίνησης, δύναται να κριθεί νόμιμος και/ή συνταγματικός, εάν συμβαδίζει με την εθνική νομοθεσία, περί προστασίας της δημόσιας υγείας. Θα αποτελούσε ακραίο και/ή απομακρυσμένο σενάριο, το Δικαστήριο να κρίνει τέτοιο περιορισμό ως παράνομο, εν μέσω πανδημίας.

Στα πλαίσια της παρούσης, σύντομης αρθρογραφίας, όπως είναι αναμενόμενο, δεν δυνάμεθα να αναλύσουμε εξαντλητικώς τον πιθανό και/ή δυνητικό αντίκτυπο που ενδεχομένως θα έχουν τα περιοριστικά μέτρα στην εφαρμογή και/ή στην κατίσχυση των κανόνων της ΕΣΔΑ.

Η απαγόρευση των διακρίσεων, το δικαίωμα στην ιδιοκτησία, το δικαίωμα στην εκπαίδευση και άλλα συναφή ανθρώπινα δικαιώματα, δύνανται επίσης να τεθούν υπό παρέκκλιση. Το μήνυμα που η συγκεκριμένη παρουσίαση επιδιώκει να αναδείξει είναι πως τα ανθρώπινα δικαιώματα στο σύνολό τους και ειδικότερα η ΕΣΔΑ, δεν αποτελούν εμπόδια για την θέσπιση αποτελεσματικών κυβερνητικών μέτρων, επί σκοπώ παρεμπόδισης της εξάπλωσης της πανδημίας. Επιπλέον, αναδεικνύεται η ανάγκη διατήρησης υψηλού επιπέδου προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ακόμη και υπό περιστάσεις έκτακτης ανάγκης, όπως επίσης και η αδήριτη ανάγκη η εκτελεστική εξουσία να παραμένει υπόλογη στην κοινωνία. Μια άνευ όρων μεταβίβαση εκτεταμένων νομοθετικών εξουσιών, στην εκτελεστική εξουσία δύναται να επιφέρει μακροχρόνιες και/ή δυσανάλογες επιπτώσεις επί της ζωής μας, της ελευθερίας και της κοινωνίας μας. 

Τέλος, παραπέμποντας και στην Κυπριακή νομική πραγματικότητα, σχετική δικαστική απόφαση, που καταπιάνεται με τον περιορισμό του δικαιώματος εισόδου εις την Δημοκρατία, είναι η πρόσφατη απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, στα πλαίσια της προσφυγής με Αρ. 301/2020.

Ο έντιμος και εξαίρετος Δικαστής του Διοικητικού Δικαστηρίου, απέρριψε την εν λόγω Αίτηση, αναγνωρίζοντας αφενός την μη εκτελεστότητα της συγκεκριμένης Κανονιστικής Διοικητικής Πράξης, νομοθετικού περιεχομένου και αφετέρου την απουσία οιασδήποτε έκδηλης παρανομίας, η οποία θα καθιστούσε μια τέτοια παρανομία πρόδηλα αναγνωρίσιμη και αντικειμενικά αναντίλεκτη.

Όπως ορθώς δυνάμεθα να αντιληφθούμε, οι πιο πάνω τοποθετήσεις μας, περί ανθρώπινων δικαιωμάτων, βρίσκονται σε πλήρη συνάρτηση και/ή συνάφεια, με την προσφάτως εκδοθείσα απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, της Κυπριακής Δημοκρατίας.    

 

 

Πηγές:

O περί της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως διά την προάσπισιν των 'Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Κυρωτικός) Νόμος του 1962

Αρ. Προσφυγής: 301/2020

Prof. Kanstantsin Dzehtsiarou: "COVID-19 and the European Convention on Human Rights"