Pafos Net

Η αναγκαιότητα της προστασίας θυμάτων σεξουαλικής βίας: Απόφαση ΕΔΔΑ Χ κατά Κυπριακής Δημοκρατίας

title image

Δρ. Ελένη Γαβριήλ

Λέκτορας Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

Επικεφαλής NUP Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφος

 

Πόσο αποτελεσματική μπορεί να είναι η δικαιοσύνη όταν το ίδιο το σύστημα αποτυγχάνει να προστατεύσει τα θύματα σεξουαλικής βίας; Η πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) στην υπόθεση X κατά Κυπριακής Δημοκρατίας ανέδειξε σημαντικές αδυναμίες στη διερεύνηση και δίωξη εγκλημάτων σεξουαλικής βίας. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Κύπρος παραβίασε τα άρθρα 3 και 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), εξαιτίας της αποτυχίας της να διεξάγει αποτελεσματική έρευνα σε καταγγελία βιασμού. Αυτή η απόφαση δεν αφορά μόνο την Κύπρο· αποτελεί ευρύτερο μήνυμα για την αναγκαιότητα μεταρρυθμίσεων στον τρόπο με τον οποίο τα κράτη αντιμετωπίζουν τα θύματα σεξουαλικής βίας, αποτρέποντας τη δευτερογενή θυματοποίησή τους.

Η υπόθεση αφορά μια Βρετανίδα υπήκοο, η οποία το 2019 κατήγγειλε ότι έπεσε θύμα ομαδικού βιασμού στην Αγία Νάπα. Ωστόσο, δέκα ημέρες αργότερα, μετά από έντονη ανάκριση και χωρίς νομική εκπροσώπηση, ανακάλεσε την καταγγελία της. Το γεγονός ότι η ανάκληση έγινε υπό συνθήκες έντονης ψυχολογικής πίεσης και χωρίς την παρουσία δικηγόρου εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τα δικαιώματα των θυμάτων κατά την ποινική διαδικασία. Μετά την ανάκληση, οι κυπριακές αρχές άσκησαν δίωξη εναντίον της για το αδίκημα της «δημόσιας βλάβης» υποστηρίζοντας ότι ψευδώς κατήγγειλε το συμβάν. Η καταδικαστική απόφαση ανατράπηκε αργότερα από το Ανώτατο Δικαστήριο της Κύπρου. Ωστόσο η υπόθεση είχε ήδη εγείρει σοβαρά ερωτήματα σχετικά με την προστασία των θυμάτων σεξουαλικής βίας, αναδεικνύοντας σοβαρά θεσμικά προβλήματα.

Το ΕΔΔΑ εξέτασε την υπόθεση υπό το πρίσμα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), καταλήγοντας ότι η Κύπρος παραβίασε δύο θεμελιώδεις διατάξεις της: το άρθρο 3 το οποίο θεσπίζει την απαγόρευση βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης και το άρθρο 8 ΕΣΔΑ το οποίο θεσπίζει το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής.  Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η Κύπρος δεν διεξήγαγε αποτελεσματική έρευνα για την καταγγελία της αιτούσας και αναπαρήγαγε έμφυλα στερεότυπα που αποθαρρύνουν τις καταγγελίες για σεξουαλική βία. Βάσει του σκεπτικού της απόφασης, υπήρξαν σοβαρές ελλείψεις στην έρευνα καθώς η αστυνομία εστίασε σε αντιφάσεις στις καταθέσεις της αιτούσας αντί να διερευνήσει ουσιαστικά την καταγγελία της. Ειδικότερα, σύμφωνα με το Δικαστήριο, η αιτούσα υπέστη ανακριτικές πρακτικές που δεν εναρμονίζονται με μια θυματοκεντρική προσέγγιση, με αποτέλεσμα να αποθαρρύνεται η καταγγελία σεξουαλικών εγκλημάτων και να προκληθεί δευτερογενής θυματοποίησή της.

Το Δικαστήριο περαιτέρω διαπίστωσε ότι η αξιοπιστία της αιτούσας αξιολογήθηκε με βάση έμφυλα στερεότυπα και προκαταλήψεις και απεφάνθη πως παρότι υπάρχει ικανοποιητικό νομοθετικό πλαίσιο στην Κύπρο, η εφαρμογή του στην πράξη ήταν ελλιπής, οδηγώντας σε κλίμα ατιμωρησίας. Το ΕΔΔΑ συμπέρανε ότι η αντιμετώπιση των ανακριτικών και διωκτικών αρχών στους ισχυρισμούς της αιτούσας περί βιασμού της, δεν ανταποκρίνονταν στο καθήκον του κράτους («θετική υποχρέωση») να εφαρμόσει τις σχετικές ποινικές διατάξεις στην πράξη, μέσω αποτελεσματικής διερεύνησης και δίωξης.

Η απόφαση στην υπόθεση X κατά Κύπρου ανέδειξε τις σοβαρές και συστηματικές ελλείψεις στον τρόπο διερεύνησης και δίωξης υποθέσεων σεξουαλικής επίθεσης στην Κύπρο, ενισχύοντας την ανάγκη για ισχυρότερες δικλείδες ασφαλείας για τα θύματα έμφυλης βίας. Η αποτελεσματική προστασία των θυμάτων, ως εκ τούτου, απαιτεί την ενίσχυση των θεσμικών εγγυήσεων, ώστε να αποτρέπεται η δευτερογενής θυματοποίηση και να διασφαλίζεται η ισότιμη πρόσβαση στη δικαιοσύνη.

Υπό το φως του σκεπτικού της απόφασης, τόσο η Κύπρος όσο και όλα τα κράτη οφείλουν να ενισχύσουν τους μηχανισμούς προστασίας των δικαιωμάτων των θυμάτων, προκειμένου να αποφεύγεται η δευτερογενής θυματοποίηση. Οι ανακριτικές και ιατροδικαστικές διαδικασίες πρέπει να αναμορφωθούν με τέτοιον τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η προστασία των θυμάτων και η αμεροληψία των αρχών. Αυτή η αναδιαμόρφωση του συστήματος κρίνεται επιτακτική, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία των θυμάτων έμφυλης βίας και να αποτρέπονται παρόμοιες θεσμικές αποτυχίες.

Η απόφαση του ΕΔΔΑ αποτελεί ορόσημο για την προστασία των θυμάτων σεξουαλικής βίας, αναδεικνύοντας την επιτακτική ανάγκη για θεσμικές μεταρρυθμίσεις που θα εγγυώνται την ενίσχυση της δικαιοσύνης και την αποτροπή της δευτερογενούς θυματοποίησης. Η προστασία των θυμάτων δεν αποτελεί απλώς νομική υποχρέωση των κρατών, αλλά θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα.