Pafos Net

Χάρης Κουπάτος: Βιβλίο με βιώματα για την τραγωδία του 1974

title image

Τριάντα πέντε χρόνια μετά την βιωματική εμπειρία του στα τραγικά γεγονότα του 1974, ο παφίτης γιατρός και συγγραφέας, Χάρης Κουπάτος, καταθέτει τη δική του μαρτυρία. Τι κρυβόταν πίσω από την γένεση του βιβλίου «Κύπρος 1974: Όταν σπάζει η σιωπή», πέραν από την ιστορική παρουσίαση των γεγονότων και ποιά ήταν η κινητήρια δύναμη για αυτό, αναλύει ο ίδιος στο PafosNet.

« Μετά το 1974 ξέσπασε μια σοβαρή αποδόμηση σ’ όλους τους τομείς της Κυπριακής κοινωνίας», εξηγεί ο κ. Κουπάτος. « Ζούσαμε και εξακολουθούμε να ζούμε σένα κόσμο μεταβαλλόμενο, γεμάτο σύγχυση και αδυναμίες. Ασταμάτητα με ενοχλούσε ότι ο τόπος μας σταδιακά αφελληνιζόταν και απελπιστικά έχανε την γνήσια Χριστιανική του Πίστη. Ωστόσο κάποιοι επώνυμοι που μπορούσαν να εγείρουν το πρόβλημα σώπαιναν και μέχρι σήμερα εξακολουθούν να σιωπούν, ως μη όφειλαν.

Έτσι και εγώ αποφάσισα, αρκετά καθυστερημένα, να ξεθάψω γεγονότα που ήταν βαθιά κρυμμένα μέσα μου, για να τα αξιοποιήσω και να προβάλω μέσο τους, τις ανησυχίες και απόψεις μου. Χρέος αιώνιο και καθήκον ιερό επιβάλλει να μην δεχτούμε τις ιδέες του συρμού που καταστρέφουν την κοινωνία μας και αντιστρατεύονται την αλήθεια και το δίκαιο».

Σε κριτική της για το βιβλίο η κριτικός Χρυσόθεμις Χατζηπαναγή, γράφει:

« Ο Χάρης Κουπάτος, με γνώμονα τη νομοτέλεια της εκρηκτικής σιωπής, ενστερνίζεται τις αποφθεγματικές ρήσεις του Πυθαγόρα: «Σιγάν την αλήθεια, χρυσόν εστί θάπτειν» και «Χρη σιγάν ή κρείσσονα σιγής λέγειν». Έτσι, στο διαφωτιστικό του αυτό χρονικό, επιλέγοντας την εκταφή της αλήθειας, δεν αποτυπώνει τα «κρείσσονα σιγής» με την αφηγηματική ξηρότητα παράθεσης εμπειρικών γεγονότων και σχολιασμών, αλλά με ανάγλυφη παραστατικότητα ο λόγος του αισθητοποιεί με διηγηματική δεξιοτεχνία αυτοτελή στιγμιότυπα και εκτενέστερα επεισόδια, που συναρθρώνονται σε αδιάσπαστη ενότητα με όρους πλοκής ενός μυθιστορήματος, πλην όμως ενός πειστικού ιστορήματος δίχως μυθοπλαστικές προσμίξεις και αναξιόπιστες υπερβολές «ως αποκύημα λογοτεχνικής φαντασίας», όπως προειδοποιεί στο δικό του εισαγωγικό σημείωμα. Σημειώνει, επίσης, εκ προοιμίου ότι αναφέρονται με τα πραγματικά τους ονόματα οι τρεις ήρωες που έπεσαν μαχόμενοι, ήτοι οι Κύπριοι Κώστας Σαββίδης και Ανδρέας Χρίστου, καθώς και ο Δημήτριος Σημίτας, μεταξύ των αθανάτων του «Ηρωικού έπους της ΕΛΔΥΚ», στην μνήμη των οποίων αφιερώνεται το βιβλίο.

Σε σχήμα κυκλικής αφήγησης, από το σήμερα στο χτες, που καταλήγει στο σήμερα, συμβολίζοντας την ανακύκληση των ιστορούμενων γεγονότων στη ζωντανή σημερινή τους προέκταση, ζούμε τον σφυγμό των δραματικών περιπετειών και των έντονων βιωμάτων του πρωταγωνιστή ή του alter ego του συγγραφέως. Ο Άρης που με την αποπεράτωση των σπουδών θα εκπαιδευτεί, εκτελώντας τη στρατιωτική του θητεία στην Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού στη Λεμεσό, θα δοκιμάσει λόγω των αντιχουντικών του φρονημάτων τον ανελέητο ψυχολογικό πόλεμο χουντικών στρατιωτικών, με εξαίρεση τον καθ’ όλα άξιο διοικητή του. Τόσο η προδοσία του πραξικοπήματος όσο και κατά την εισβολή η μεταφορά του λόχου του στη Λευκωσία για την υπεράσπιση της περιοχής μεταξύ ΡΙΚ και ΓΕΕΦ θα αναδείξουν, εκτός από αντιθέσεις χαρακτήρων και ιδεολογικές αντιπαραθέσεις, τα βαθύτερα αίτια της τραγωδίας και τις απροσμέτρητες οδυνηρές της συνέπειες, που έπληξαν τον τόπο μας το 1974. Ο Άρης, μέσα από έναν εξομολογητικό διάλογο με τον πατέρα του, δεν προβληματίζεται μόνο για του αυτουργούς της και την επίλυση του Κυπριακού, αλλά και για την αποσάθρωση των ηθικών και πνευματικών αξιών.

Σε τελευταία ανάλυση, το χρονικό, παρά τη συγχωρητική στάση του πρωταγωνιστή του για τα κακά που διέπραξαν εις βάρος του, υψώνει στεντόρεια φωνή ενάντια σ’ εκείνους που έπραξαν το κακό κατά της πατρίδας του, ενώ την ίδια στιγμή αναπέμπει ύμνο δοξαστικό σε όσους με το ηρωικό παράδειγμα της αυτοθυσίας τους έπεσαν στο βωμό του καθήκοντος και του υπέρτατου χρέους».