Pafos Net

Απορίες για τον στρατηγικό διάλογο Κύπρου- Ηνωμένου Βασιλείου

title image

Γιαννάκη Λ. Ομήρου

Πρώην Προέδρου Βουλής των Αντιπροσώπων   

 

Ολοκληρώθηκε η δεύτερη συνάντηση, στο πλαίσιο του Στρατηγικού διαλόγου Κυπριακής Δημοκρατίας – Ηνωμένου Βασιλείου. Στους τομείς της Άμυνας και Ασφάλειας, της τεχνητής νοημοσύνης, των επενδύσεων, διαχείρισης κρίσεων, διπλωματικής εκπαίδευσης, πολιτισμού και πράσινης ενέργειας. Καλώς.

Εγείρεται ωστόσο το ερώτημα και η εύλογη απορία. Γιατί απουσιάζει από αυτό το διάλογο το ύψιστο θέμα της αποαποικιοποίησης της Κύπρου από τη Βρετανία. Η σχετικά πρόσφατη απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης στις 25.02.2019 για τις νήσους του Αρχιπελάγους Τσάγκος άνοιξε το δρόμο για κατάργηση όλων των αποικιοκρατικών καταλοίπων και την πλήρη κατάργηση του αποικισμού. Γιατί λοιπόν δεν εγείρουμε αυτό το θέμα στους Βρετανούς; Αφού μάλιστα στην ενώπιον του Δ.Δ. της Χάγης διαδικασία, η Κυπριακή Δημοκρατία εμφανίστηκε ως ενδιαφερόμενο μέρος.

Το δεύτερο ζήτημα, άκρως εξοργιστικό, είναι η άρνηση της Βρετανίας να καταβάλει προς την Κυπριακή Δημοκρατία τα οφειλόμενα χρηματικά ποσά με βάση ανεξάρτητη συμφωνία, συνδεδεμένη με τις Συνθήκες Εγγυήσεως και την Συνθήκη Εγκαθίδρυσης.  Τα ποσά αυτά εμπίπτουν σε δύο κατηγορίες:

α) Εκείνα που καθορίζονται ρητά στη συμφωνία και αφορούν ποσά που καλύπτουν κυρίως την πρώτη πενταετία μετά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας και άλλα ειδικά καθορισμένα ποσά για ορισμένους σκοπούς. Αυτά έχουν πληρωθεί.

β) Εκείνα τα ποσά που θα έπρεπε να καταβάλλονταν ανά πενταετία μετά το 1965 από την Αγγλική Κυβέρνηση κατόπιν διαβουλεύσεων με την Κυπριακή Δημοκρατία. Η Αγγλική Κυβέρνηση αρνείται συστηματικά, παρά τα επανειλημμένα διαβήματα των Κυπριακών Κυβερνήσεων, να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της σε σχέση με τα πιο πάνω ποσά.

Η άρνηση της Αγγλικής Κυβέρνησης να εκπληρώσει αυτή τη ρητή νομική της υποχρέωση καταβάλλοντας ανά πενταετία οικονομική βοήθεια προς την Κυπριακή Δημοκρατία για κάθε πενταετία μετά το 1965 συνιστά παραβίαση συμβατικής υποχρέωσης.

Είναι χρήσιμο να υπενθυμίσουμε ότι το ποσό που κατεβλήθη για την πενταετία 1960 – 65 ανήλθε στα 12 εκατομμύρια λίρες. Συνεπώς είναι φανερό ότι τα ποσά που οφείλονται από τους Άγγλους για τη χρονική περίοδο από το 1965 μέχρι σήμερα ανέρχονται σε πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια λίρες, λαμβανομένου υπ’ όψιν του πληθωρισμού και της μείωσης της αγοραστικής αξίας του χρήματος.

Το παράρτημα R (Appendix R) και συγκεκριμένα στην υποπαράγραφο (γ) της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, που τιτλοφορείται «Οικονομική Βοήθεια στην Κυπριακή Δημοκρατία» αποτελούν δύο επιστολές, οι οποίες ενσωματώθηκαν στη Συνθήκη. Η πρώτη είναι γραμμένη από τον τελευταίο Βρετανό κυβερνήτη  της νήσου, το σερ Χιου Φουτ και απευθύνεται προς τον Πρόεδρο Μακάριο και τον αντιπρόεδρο Κουτσιούκ και η δεύτερη είναι η απαντητική των δύο προς το Φουτ. Η υποπαράγραφος (γ) βρίσκεται στην επιστολή του Βρετανού αξιωματούχου.  Επί λέξει αναφέρει:

« Εντός της περιόδου των έξι μηνών που προηγούνται της 31ης Μαρτίου, 1965, και πριν το τέλος κάθε επόμενης περιόδου πέντε χρόνων, η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου θα επανεξετάζει, σε συνεννόηση με την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας, τις πρόνοιες της υποπαραγράφου (α) αυτής της παραγράφου και, λαμβάνοντας όλους τους παράγοντες υπόψιν, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών απαιτήσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας, θα καθορίζει το ποσόν της οικονομικής βοήθειας που θα παρέχεται σε αυτή την Κυβέρνηση στην επόμενη περίοδο πέντε χρόνων».

Στην υποπαράγραφο (α) καθορίζεται ότι στην πρώτη πενταετή περίοδο η Βρετανία θα παραχωρούσε «υπό τη μορφή χορηγίας το ποσό των 12 εκατ. Λιρών (4 εκατ. λίρες για το 1961, 3 εκατ. για το 1962, 2 εκατ. για το 1963, 1,5 εκατ. για το 1965). Τα χρήματα αυτά για την πρώτη πενταετή περίοδο καταβλήθηκαν. Έκτοτε η Βρετανία δεν έδωσε άλλα χρήματα.

Η Κυπριακή Δημοκρατία, σύμφωνα με σημείωμα που ετοίμασε το Υπουργείο εξωτερικών, απαντώντας σε σχετικά ερωτήματα των Κοινοβουλευτικών Επιτροπών Εξωτερικών και Νομικών, θεωρεί ότι «από την γραμματική ερμηνεία» της υποπαραγράφου (γ) «προκύπτει ότι οι οικονομικές υποχρεώσεις του Ηνωμένου Βασιλείου προϋποτίθενται (θεωρούνται δεδομένες).

Η Κυβέρνηση κατέχει τις γνωμοδοτήσεις της Νομικής Υπηρεσίας πάνω στο θέμα της νομικής δυνατότητας διεκδίκησης των πιο πάνω ποσών Ήλθε η ώρα η Κυβέρνηση να αξιοποιήσει αυτές τις γνωμοδοτήσεις που είναι απόλυτα θετικές ως προς το βάσιμο και δικαιολογημένο της διεκδίκησης από τους Βρετανούς καταβολής προς την Κυπριακή Δημοκρατία αυτών των ποσών.

Δικαιολογημένη λοιπόν η απορία. Γιατί απουσιάζει το θέμα αυτό από τον Στρατηγικό διάλογο Κύπρου – Ηνωμένου Βασιλείου;

Η Κυβέρνηση της Βρετανίας θα πρέπει να πάρει το μήνυμα ότι δεν μπορεί να συμπεριφέρεται με την αυθαιρεσία  της ισχύος απέναντι σε ένα τόπο που είχε χρέος να προστατεύει. Ούτε ότι μπορεί να εφαρμόζει αντιλήψεις παρωχημένες και νοοτροπίες σκουριασμένες, στις οποίες παρέμεινε δογματικά προσκολλημένη από την εποχή της αγγλικής παντοκρατορίας.

Πέραν των πιο πάνω ανοικτό παραμένει το θέμα της κατάργησης των αναχρονιστικών εγγυήσεων του 1960 και ασφαλώς του τερματισμού της παρουσίας των Βρετανικών Στρατιωτικών Βάσεων, που σύμφωνα με επανειλημμένες αποφάσεις της Γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ και  τώρα και του Δ.Δ. της Χάγης στην υπόθεση Μαυρικίου συνιστούν κατάλοιπο αποικισμού πρώην αποικιοκρατικής δύναμης σε πρώην αποικία και ως εκ τούτου είναι παράνομο.