Pafos Net

Κυπριακή εκπαίδευση και συμβουλευτική αγωγή

title image

Χρύσανθος Η.Σαββίδης

Επικεφαλής Επιτροπής Παιδείας ΔΗΚΟ

 

Ότι και αν λεχθεί για τα προβλήματα της εκπαίδευσης, είναι πλέον κοινότοπο. Επί χρόνια, όλοι εστιάζουν στη σημασία των μεταρρυθμίσεων ως έναν από τους πυλώνες για την ανάπτυξη της χώρας. Ομως επί χρόνια τα νερά παραμένουν στάσιμα. Η Κυπριακή εκπαίδευση έχει ανάγκη από στρατηγικό σχεδιασμό ώστε να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος. Η εκπαίδευση έχει, επίσης, ανάγκη και από καλή διαχείριση ώστε να δίνονται λύση στα καθημερινά προβλήματα, τα οποία, επαναλαμβάνονται κάθε χρόνο.

Η προσοχή του άθρου αυτού θα εστιαστεί στην συμβουλευτική αγωγή γιατί θεωρώ ότι ζούμε σε μια εποχή σαν τη σημερινή όπου όλα είναι ρευστά και τη χαρακτηρίζουν η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια, το σύγχρονο σχολείο καλείται να διαδραματίσει διπλό ρόλο. Αφενός να αποτελέσει ένα μέσο παροχής γνώσεων, που να το χαρακτηρίζει η ποιότητα και η αποτελεσματικότητα και αφετέρου να είναι ένας χώρος αγωγής των νέων ανθρώπων ώστε να μπορέσουν να ενταχθούν με ομαλότητα και να ενσωματωθούν στο κοινωνικό σύνολο. Έχουμε ως όραμα ένα σχολείο σύγχρονο, που θα κάνει το μαθητή και τους εκπαιδευτικούς χαρούμενους, θα καλλιεργεί το νου, την καρδιά και τη δημιουργική σκέψη και θα πλάθει πολίτες ενεργούς, με δημοκρατικά ιδεώδη και αγάπη για την πατρίδα και το συνάνθρωπο. Με λίγα λόγια θέλουμε ένα σχολείο ίσων ευκαιριών, ποιοτικό που θα προσφέρει γνώση και θα ενθαρρύνει τον κάθε μαθητή να αναπτύξει την προσωπικότητά του και να καλλιεργήσει τα ταλέντα του, τα ενδιαφέροντά του και τις ιδιαίτερες κλίσεις του. 

Σε αυτό τον απαιτητικό και δύσκολο ρόλο του σχολείου ο ρόλος της Συμβουλευτικής Αγωγής αποδεικνύεται ιδιαίτερα σημαντικός. Είναι γνωστό και από σχολεία του εξωτερικού ότι όσα σχολεία παρέχουν υψηλής ποιότητας συμβουλευτικές και ψυχολογικές υπηρεσίες είναι καλύτερα προετοιμασμένα να αντιμετωπίσουν το διαρκώς μεταβαλλόμενο και αβέβαιο μέλλον.  Πιστεύουμε ότι ταυτόχρονα με την εκπαιδευτική διαδικασία το σχολείο πρέπει να εξασφαλίζει  την κοινωνική και συναισθηματική ευημερία των μαθητών. Να ενισχύει τις ψυχοκοινωνικές ανάγκες των παιδιών όλων των βαθμίδων με ιδιαίτερη προσοχή όσων βρίσκονται στην ευαίσθητη ηλικία της εφηβείας.    

Γι’ αυτό και προτείνουμε κάποια μέτρα που πιστεύουμε ότι θα δημιουργήσουν στα σχολεία ασφαλή υποστηρικτική ατμόσφαιρα για τους μαθητές, θα βελτιώσουν τις σχέσεις μαθητών – καθηγητών και θα βοηθήσουν τα παιδιά να πετύχουν υψηλότερες ακαδημαϊκές επιδόσεις: 

Αλλαγή της αναλογίας των συμβούλων σε σχέση με τους μαθητές. Πρέπει να αυξηθεί ο αριθμός των συμβούλων στα σχολεία και να αντιστοιχούν περισσότεροι σύμβουλοι σε λιγότερους μαθητές.  

Αύξηση του χρόνου που θα περνούν οι Σύμβουλοι μέσα στις τάξεις και αύξηση των διαπροσωπικών τους σχέσεων με τους μαθητές. 

Ενίσχυση της ψυχολογικής υποστήριξης των μαθητών τόσο στα προσωπικά όσο και στα επαγγελματικά τους σχέδια με απόλυτο σεβασμό στις προσωπικές επιθυμίες και επιλογές των παιδιών και χωρίς προσπάθεια περιορισμού της αυτενέργειάς τους. 

Διαρκής επαφή και συμβουλευτική με τους γονείς και το προσωπικό του σχολείου. 

Αξιολόγηση των συμβούλων. 

Υποστήριξη της συμβουλευτικής αγωγής από τους Διευθυντές των σχολείων. 

Επανασχεδιασμός του επαγγελματικού προσανατολισμού και συνδυασμός του με την ψυχολογική συμβουλευτική υπηρεσία. 

Δυστυχώς, πάσχουμε στον τομέα του επαγγελματικού προσανατολισμού με αποτέλεσμα λόγω της μη σωστής καθοδήγησης να παρατηρείται έξαρση του φαινομένου της ανεργίας αλλά της μετανάστευσης των νέων για ανεύρεση εργασίας στο εξωτερικό. Και εδώ ο ρόλος ενός συμβούλου είναι καθοριστικός. Αφενός πρέπει μέσα από την προσωπική επαφή με τους μαθητές να τους βοηθήσει να κατανοήσουν τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς τους , τις ικανότητες και τις δεξιότητες τους, τα ενδιαφέροντά τους, τα όνειρα και τις φιλοδοξίες τους. Αφετέρου να βοηθήσει τα παιδιά να γνωρίσουν καλά το εκπαιδευτικό και επαγγελματικό περιβάλλον, να ενημερωθούν για τις σπουδές, για τον κόσμο της εργασίας και τα επαγγέλματα. Βέβαια για να μπορεί ο σύμβουλος να το πετύχει αυτό πρέπει να του παρέχεται συνεχής επιμόρφωση ώστε να είναι σε θέση να ενημερώνει επαρκώς τους νέους για τα καινούρια επαγγέλματα που δημιουργεί η σύγχρονη εποχή, καθώς η τεχνολογία κατήργησε ειδικότητες και δημιούργησε νέες με υψηλές απαιτήσεις, που αυξάνουν τις πιθανότητες μελλοντικής εργοδότησης των πτυχιούχων. 

Αναμφίβολα, είναι αναγκαίο να ενισχυθούν τα δημόσια σχολεία τόσο στη δημοτική όσο και στη μέση εκπαίδευση με κατάλληλους ψυχολόγους. Τα παιδιά στην εποχή μας και ιδιαίτερα όσα βρίσκονται στην ηλικία της εφηβείας, αντιμετωπίζουν ποικίλα και σύνθετα προβλήματα που οφείλονται στις διαρκείς κοινωνικές και οικονομικές μεταβολές, στη χαλάρωση των δεσμών της οικογένειας, στη ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας, στην έξαρση της βίας και της εγκληματικότητας, στη μετανάστευση και στην παγκοσμιοποίηση που επιβάλλει πολυπολιτισμικότητα σε όλα τα κράτη. Έτσι, παρατηρούμε φαινόμενα λεκτικής και σωματικής βίας, κατάθλιψης, επιθετικής συμπεριφοράς, σχολικού εκφοβισμού, έλλειψης πειθαρχίας και σεβασμού προς τους καθηγητές, κατάχρησης ουσιών, ρατσιστικής συμπεριφοράς, απόπειρες αυτοκτονίας λόγω υπερβολικού άγχους, σεξουαλικής κακοποίησης και πολλά άλλα. 

Δυστυχώς, τα σχολεία δεν μπορούν από μόνα τους να αντιμετωπίσουν αυτά τα προβλήματα και να ανταποκριθούν στην επίλυσή τους δίχως τη συνδρομή και άλλων επαγγελματιών όπως είναι οι ψυχολόγοι.  ΓΙ’ αυτό το λόγο θεωρούμε επιβεβλημένη την περαιτέρω ενίσχυση των σχολικών μονάδων μας με ειδικούς συμβουλευτικούς ψυχολόγους που θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις ανάγκες των μαθητών αλλά και των εκπαιδευτικών, Διευθυντών και διοικητικών υπαλλήλων. Έτσι, προτείνουμε τη στήριξη και την ενίσχυση της Υπηρεσίας Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας, της Ομάδας Άμεσης Παρέμβασης και άλλων φορέων για έγκαιρη παρέμβασή τους και αντιμετώπιση των διαφόρων προβλημάτων παραβατικότητας. 

Τέλος, χρειάζεται ενίσχυση της συνεργασίας των θεσμοθετημένων σωμάτων (Υπηρεσία Κοινωνικής Μέριμνας, Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας κτλ.) με τα σχολεία για τη στήριξη των ευάλωτων ομάδων μαθητών, αλλά και περαιτέρω επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, που έρχονται καθημερινά σε επικοινωνία με τους μαθητές και οφείλουν να διαδραματίσουν και αυτοί το ρόλο του συμβούλου, για τη διαχείριση συγκρούσεων μέσα στις σχολικές μονάδες.